Του Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Η αγία Μυρώπη η Μερόπη γεννήθηκε στην Έφεσο τα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. και ορφάνεψε από πατέρα σε μικρή ηλικία. Η μητέρα της, η οποία καταγόταν από την Χίο, ήταν ευσεβής γυναίκα και την ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».
Όταν ξέσπασε ο διωγμός επί Δεκίου, η αγία Μερόπη και η μητέρα της έφυγαν από την Έφεσο και πήγαν στην Χίο. Εκεί επιδόθηκαν σε έργα ευποιΐας και συγκεκριμένα βοηθούσαν απόρους ασθενείς. Όταν ο διωγμός εξαπλώθηκε, έφθασε και στην Χίο και ανέδειξε πλήθος μαρτύρων.
Μεταξύ αυτών εξέχουσα θέση κατέχει ο άγιος Ισίδωρος (14 Μαΐου), ο οποίος, μετά την μαρτυρική κοίμησή του, διεδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ζωή της αγίας Μερόπης με τον ακόλουθο τρόπο.
Ο ειδωλολάτρης ηγεμόνας Νουμέριος διέταξε να μείνη άταφο το σκήνωμα του αγίου Ισιδώρου και για τον σκοπόν αυτό φρόντισε να φρουρείται, απειλούσε δε να τιμωρήση αυστηρά όποιον τολμήση να το ενταφιάση.
Η αγία Μερόπη, η οποία έμαθε να υπακούη πρώτα απ’ όλα στον Θεό και την συνείδησή της, αγνόησε «το έκνοον πρόσταγμα του δυσσεβούς τυράννου» και αφού ξεγέλασε τον φρουρό, πήρε το λείψανο του αγίου Ισιδώρου και, με την βοήθεια των υπηρετριών της, το ενταφίασε με μεγάλη ευλάβεια.
Όταν ο Νουμέριος πληροφορήθηκε το γεγονός, διέταξε να συλληφθή η αγία, η οποία ομολόγησε με παρρησία την πράξη της, με αποτέλεσμα να υποστή φρικτά βασανιστήρια και να ριχθή στην φυλακή.
Έδειξε όμως θαυμαστή υπομονή, έμεινε «πιστή άχρι θανάτου» και έλαβε τον «στέφανον της ζωής».
Ο βίος και η πολιτεία της αγίας Μερόπης μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα.
Πρώτον. Ο σεβασμός στους νεκρούς υπήρχε από τα παλαιά χρόνια σε όλους σχεδόν τους λαούς, ακόμα και σε βαρβαρικά φύλα.
Στην αρχαία Ελλάδα, όπως είναι γνωστόν από την προφορική παράδοση, αλλά και τα γραπτά κείμενα, ενταφίαζαν τους νεκρούς τους με μεγάλη ευλάβεια και εξαιρετικές τιμές και η ασέβεια στους νεκρούς ετιμωρείτο πολύ αυστηρά. (Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Αντιγόνη στην τραγωδία του Σοφοκλή).
Η συμπεριφορά του ειδωλολάτρη ηγεμόνα στο άψυχο σώμα του μάρτυρος φανερώνει, το λιγότερο που μπορεί να πη κανείς, απίστευτη σκληρότητα, απύθμενο μίσος και απανθρωπιά.
Ο ενταφιασμός των κεκοιμημένων στην Ορθόδοξη Παράδοση συνδέεται άμεσα και με την ανάσταση του ανθρωπίνου σώματος, που θα γίνη κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Όπως ο κόκκος του σιταριού θάβεται στην γη και στην συνέχεια βλαστάνει και καρποφορεί, έτσι και το ανθρώπινο σώμα, όπως διδάσκει η Εκκλησία δια του στόματος του Αποστόλου Παύλου, θα αναστηθή, θα ενωθή και πάλι με την ψυχή από την οποία χωρίσθηκε και θα είναι άφθαρτο και πνευματικό.
«Σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία• σπείρεται εν ατιμία, εγείρεται εν δόξη• σπείρεται εν ασθενεία, εγείρεται εν δυνάμει• σπείρεται σώμα ψυχικόν, εγείρεται σώμα πνευματικόν». (Α Κορ. ιε 42 – 44).
Οι συνθήκες ζωής του σημερινού ανθρώπου, ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις, είναι σκληρές και ο πόνος μεγάλος και κάποιες φορές, μάλιστα, αβάστακτος. Γι’ αυτό και οι πιστοί αναζητούν παρηγοριά στην Εκκλησία, ήτοι στον Θεό και τους φίλους του, τους αγίους.
Τα μέρη που έζησαν οι άγιοι, καθώς και οι τάφοι τους αποτελούν τόπο προσκυνήματος και πηγή θεραπείας σωματικών και πνευματικών ασθενειών. Τα όσα γράφονται για τον π. Παΐσιο αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
«Ο τάφος του έγινε πανορθόδοξο προσκύνημα. Έχει πολλή ευλογία και χάρι. Συγκεντρώνει τους πονεμένους και παρηγορεί τους θλιμμένους …Θεραπεύονται ασθενείς και γίνονται πολλά θαύματα» (Ιερομ. Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σελ.355).
Δεύτερον. Η πνευματική ανδρεία της αγίας Μερόπης και ο σεβασμός της στο σκήνωμα του αγίου μάρτυρος Ισιδώρου, θυμίζουν την ανδρεία των Μυροφόρων γυναικών, οι οποίες πήγαν στο μνημείο «όπου έκειτο το σώμα του Ιησού», για να το μυρίσουν με αρώματα και μύρα, σύμφωνα με την συνήθεια που υπήρχε στους Ιουδαίους να ενταφιάζουν τους νεκρούς τους.
Και παρά το ότι το μνήμα εφρουρείτο και στην θύρα του υπήρχε βαρύς λίθος, τον οποίον ήταν αδύνατο να αποκυλίσουν με τις δικές τους δυνάμεις, εν τούτοις προχώρησαν με ανδρεία και θάρρος και τελικά πέτυχαν τον σκοπό τους.
Κάτι παρόμοιο συνέβη και με την αγία Μερόπη, η οποία ετόλμησε και με την βοήθεια του Θεού και του αγίου Ισιδώρου επέτυχε αυτό που ήθελε, αφ’ ενός μεν γιατί το έργο που είχε να επιτελέση ήταν θεάρεστο, αφ’ ετέρου δε γιατί ο πόθος της να ενταφιάση το σκήνωμα του μάρτυρος ήταν τόσον δυνατός, που ενίκησε την φυσική δειλία• «ενίκα γαρ ο πόθος την φύσιν».
Η αγία Μερόπη ανήκει στην κατηγορία των ανδρείων γυναικών τις οποίες εγκωμιάζει η Αγία Γραφή, λέγοντας ότι είναι τιμιώτερες και πολυτιμότερες από τους πολυτίμους λίθους.
Σίγουρα, σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της όλης προσωπικότητός της έπαιξε και η μητέρα της με το να την διαπαιδαγωγήση σωστά, προβάλλοντάς της υγιή πρότυπα, όπως είναι οι μάρτυρες, οι όσιοι και γενικά όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας.
Άλλωστε, σωστή διαπαιδαγώγηση δεν μπορεί να υπάρξη χωρίς την προβολή υγιών προτύπων, τα οποία βοηθούν τα παιδιά να τοποθετήσουν την ζωή τους στην σωστή προοπτική και να διοχετεύουν την δύναμη και την ενέργειά τους όχι σε πράξεις καταστροφικές για τους ίδιους και τις οικογένειές τους, αλλά σε έργα παραγωγικά, καθώς και σε κοινωφελή έργα.
Χωρίς πνευματική ανδρεία δεν μπορεί να κατορθωθή καμία αρετή, αλλά και κανένα σημαντικό έργο στην ζωή των ανθρώπων, επειδή για τα μεγάλα έργα χρειάζονται και μεγάλοι άνθρωποι.
Και τέτοιοι δεν είναι οι «ασφαλισμένοι» και βολεμένοι, αλλά εκείνοι που τολμούν και θυσιάζουν την άνεση, την καλοπέραση και το ατομικό τους συμφέρον, για το συμφέρον των πολλών, και κυρίως των πονεμένων και των αδυνάτων.