Στη μνήμη της Αγίας Κυριακής 7 Ιουλίου ε.ε.

Κάθε φορά που εορτάζουμε τη μνήμη ενός αγίου της πίστεως, είτε αποστόλου είτε μάρτυρος είτε προφήτου είτε μεράρχου είτε οσίου, είναι δυνατόν να μας γεννηθεί το εξής ερώτημα. Γιατί τάχα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά τους αγίους της;

Και δεν είναι μία ή δυο ημέρες αφιερωμένες στους αγίους, αλλά κάθε ημέρα χωριστά είναι μνήμη και εορτή ενός και περισσοτέρων αγίων, και όλο το έτος είναι αφιερωμένο και καθαγιασμένο στο όνομα των άγιων της πίστεως, των προ Χριστού και των μετά Χριστόν, των αρχαίων και των νεωτέρων.

Όταν λοιπόν η Εκκλησία εορτάζει και τιμά όλους τους άγιους της, μπορεί να γεννηθεί το ερώτημα. Γιατί τους εορτάζει; Γιατί σήμερα εορτάζουμε την αγία ένδοξη μεγαλομάρτυρα Κυριακή; Γιατί λοιπόν η Εκκλησία εορτάζει και τιμά τις μνήμες των αγίων;

Την υπεύθυνη και ορθόδοξη απάντηση μάς δίνει ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος στον εγκωμιαστικό του λόγο στους άγιους επτά Μακκαβαίους παίδες.

Η Εκκλησία, λέγει ο οικουμενικός διδάσκαλος, τιμά και εορτάζει τις μνήμες των αγίων, όχι για να πάρουν δόξα οι άγιοι, αλλά μάλλον για να δοξαστούν εκείνοι που τους τιμούν.

Τί μπορεί περισσότερο να προστεθεί προς δόξα των αγίων, όταν ο βίος και το μαρτύριό τους είναι όλο μία δόξα; Όμως εκείνοι που τιμούν και ευφημούν τους αγίους, όχι μόνο αυτοί δοξάζονται, αλλά και προτρέπονται να ζηλέψουν και να μιμηθούν την αρετή των αγίων.

Η μνήμη των κατορθωμάτων των άγιων κεντρίζει τους πιστούς για να κατορθώσουν την αρετή, λέγει ο άγιος Γρηγόριος.

Στον ίδιο λόγο του προς τους Μακκαβαίους, ο άγιος Γρηγόριος νιώθει σε μια στιγμή να πλημμυρίζει τη ψυχή του ιερή κατάνυξη και το πνεύμα του χαίρεται, όταν θυμάται τους αθλητές της πίστεως.

Είναι μαζί τους και γίνεται κι αυτός «μάρτυς τη προαιρέσει»· διηγείται τα κατορθώματά τους και υπερηφανεύεται κι αυτός και δοξάζεται με τους άγιους του Θεού.

Η αγιοσύνη και το μαρτύριο είναι η ουσία της Εκκλησίας, είναι η ίδια η Εκκλησία· και είναι τόση η ενίσχυση της πίστεώς μας και η παιδαγωγική αξία του παραδείγματος που μας παρέχει η μαρτυρία και το μαρτύριο των άγιων, ώστε ο ιερός διδάσκαλος και πατέρας της Εκκλησίας εύχεται και ποθεί να έχει άγιους μάρτυρες και παραδείγματα αθλήσεως για κάθε καιρό και περίσταση και για κάθε γένος και ηλικία.

Να λοιπόν γιατί η Εκκλησία εορτάζει και τιμά τους αγίους της. Να γιατί σήμερα εορτάζουμε τη μνήμη της αγίας ένδοξου μεγαλομάρτυρος Κυριακής.

Δεν έχω βέβαια πρόθεση να διηγηθώ τώρα κατά πλάτος το βίο και την άθληση της αγίας Κυριακής. Νομίζω πως φτάνει να ξεχωρίσω και να επιμείνω σε δυο πολύ χαρακτηριστικά σημεία της αθλήσεώς της.

Είναι ακριβώς εκείνα που μας δίνουν να εννοήσουμε, αλλά και να ζήσουμε κι εμείς το φρόνημα και την πίστη, με τα οποία οι άγιοι Μάρτυρες πορεύονταν προς το θάνατο.

Αλλά δεν θα πρέπει να λέγω ότι πορεύονταν, αλλ’ ότι και τώρα και πάντα πορεύονται, αφού είναι αλήθεια πως η Εκκλησία είναι Εκκλησία μαρτύρων.

Δεν υπήρξαν δηλαδή άγιοι, που μια φορά στον αρχαίο καιρό έδωσαν «διά θανάτου» την καλή ομολογία, μα κάθε μέρα μέχρι της συντέλειας των αιώνων το δένδρο της πίστεως θα ποτίζεται με το αίμα των άγιων, που πελεκίζονται «διά την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού».

Το ένα λοιπόν σημείο που ξεχωρίζουμε στην άθληση και το μαρτύριο της αγίας Κυριακής είναι το άκαμπτο θάρρος μιας νεαρής γυναίκας μπροστά στον ειδωλολάτρη ηγεμόνα, που την ανέκρινε και την απειλούσε.

«Είμαι χριστιανή», έλεγε με σεμνή καύχηση η αγία, κι ήταν αυτή η φωνή και η ομολογία, που καθώς ακουόταν αρωμάτιζε τον αέρα, αλλά και τον αρωματίζει πάντα μέσα στις τόσες ρυπαρές φωνές και τις βλασφημίες, που κάθε μέρα τον μολύνουν.

Ο Μέγας Βασίλειος στον περίφημο εκείνο λόγο του στους άγιους Σαράντα Μάρτυρες, επάνω σ’ αυτή την ομολογία «είμαι χριστιανός», αναφωνεί• «Ω μακάριαι γλώσσαι, όσαι την ιεράν εκείνην αφήκαν φωνήν, ην αήρ μεν δεξάμενος ηγιάσθη, άγγελοι δε ακούσαντες επεκρότησαν, διάβολος δε μετά δαιμόνων ετραυματίσθη, Κύριος δε εν ουρανοίς απεγράψατο».

Δεν είναι τίτλος πιο τιμητικός, δεν είναι ομολογία πιο ένδοξη από το «είμαι χριστιανός».

Το δεύτερο σημείο, που ξεχωρίζουμε στην άθληση και το μαρτύριο της αγίας Κυριακής, είναι η δήλωση και η ομολογία της μπροστά στον αγριεμένο ηγεμόνα. «Μην προσπαθείς να με δελεάσεις, του είπε, μη με απειλείς’ δεν θα με κερδίσεις ούτε με τις υποσχέσεις ούτε με το φόβο.

Είμαι μια νέα γυναίκα, μα είναι ο Θεός μαζί μου κι αισθάνομαι τον εαυτό μου αήττητο». Εδώ φαίνεται η πίστη και το φρόνημα των αγίων Μαρτύρων. Δεν πιστεύουν στον εαυτό τους, δεν πηγαίνουν προς το θάνατο με τη δική τους δύναμη.

Ποιός άνθρωπος δεν φοβήθηκε το θάνατο; Ποιά γυναίκα δεν τρόμαξε μπροστά στο μαχαίρι του δημίου;

Μα οι άγιοι του Θεού δεν είναι εκείνοι που μάθαμε να τους χαρακτηρίζουμε και να τους λέμε ήρωες; Το πώς πεθαίνουν οι ήρωες και με ποιά αισθήματα μέσα τους δεν το ξέρουμε· όμως ξέρουμε πως οι άγιοι δίνουν τη μαρτυρία Ιησού Χριστού.

Οι άγιοι δεν είναι ήρωες, είναι μάρτυρες. Η εποχή μας είναι μαρτυρική. Κάθε πιστός κάθε ημέρα είναι υποχρεωμένος να δίνει «την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού». Και διαφέρει αυτό πολύ από μια κατά παράδοση πίστη και προσωνυμία, που τη βρήκαμε από τους γονείς μας.

Το «χριστιανός» δεν είναι ένα όνομα κ’ ένας τίτλος κληρονομικός, χωρίς βάρος και χωρίς ευθύνη. «Είναι τρόπος σκέψεως και κανών ζωής· είναι “αίρεσις βίου”».

Ο Απόστολος γράφει πως πρέπει να είμαστε έτοιμοι «διδόναι λόγον περί της εν ημίν ελπίδος». Αυτό το «διδόναι λόγον» δεν είναι μαρτυρία ανώδυνη. Σε ορισμένες περιστάσεις καταντά διωγμός «ένεκεν δικαιοσύνης», μαρτύριο και θάνατος «ένεκεν εμού και του ευαγγελίου», καθώς το είπε ο Χριστός.

Ο πιστός ζει με την έννοια του μαρτυρίου ριζωμένη μέσα του και δέεται μαζί με την Εκκλησία για τα τέλη της ζωής του, να είναι «ανώδυνα» και «ανεπαίσχυντα». Κι αυτό περισσότερο στον καιρό μας, όπου η Εκκλησία διέρχεται περίοδο οργανωμένου διωγμού.

Σήμερα, πολύ περισσότερο ίσως από χθες, «ο πιστός είναι αθλητής της πίστεως, πίστεως που πρέπει να είναι κάθε στιγμή έτοιμος να την ομολογήσει, να την βεβαιώσει, που μπορεί κάθε στιγμή να του δώσει την ευκαιρία να σταυρωθεί γι’ αυτήν, να γίνει άξιος μιμητής του Χριστού».

Τα τελευταία τούτα διαβάζομε σ’ ένα από τα καλύτερα βιβλία του καιρού μας, που δεν γράφηκε με προσπάθεια να ωραιοποιήσει τον Χριστιανισμό ούτε να κάνει λογοτεχνία σε βάρος της πίστεως, αλλά να εμβαθύνει με κριτική δύναμη στο πνεύμα των Πατέρων της Εκκλησίας και να αντικρύσει με ρωμαλεότητα σκέψεως την ουσία και το βάθος του κηρύγματος του Ευαγγελίου.

Γιατί συμβαίνει βέβαια και συνηθίζεται στις ημέρες μας τούτο. Πάμε ν’ αντισταθούμε στον ανατρεπτικό άνεμο και στο διωγμό της Εκκλησίας με φθηνά μέσα και με όπλα παιδαριώδη· με τις ανθρώπινες ικανότητές μας και χωρίς την πανοπλία της Θείας Χάριτος.

Το σοβαρό και το αποτελεσματικό είναι να ριζώσουμε μέσα μας την έννοια του διωγμού και του μαρτυρίου. Τότε θ’ αντικρύσουμε την πραγματικότητα όχι ωραιοποιημένη, μα σε όλη την αγριότητα και την τραγικότητά της• τότε θα καταλάβουμε την αδυναμία μας και θα νοιώσουμε την ανάγκη της Θείας Χάριτος.

Δεν είναι η ανθρώπινη αντοχή που βγάζει νικητή τον Μάρτυρα -κάθε πιστό, που φθάνει να επισφραγίσει με το θάνατό του «την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού». Ειδεμή θα έφθανε το μαρτύριο νάναι κάτι σαν μαγική πράξη, όπως έτσι πολλές φορές το είδαν οι διώκτες.

Όμως η Αγία Κυριακή κι όλοι οι Άγιοι δεν κάμφθηκαν, γιατί κάθε φορά «Θεού χάρις ην η συμπαρούσα και αλείφουσα τον αθλητήν». Είναι η ορθή κι ακλόνητη βάση, επάνω στην οποία πρέπει να σταθούμε, για να εξηγήσουμε το χριστιανικό μαρτύριο. Η βάση της πίστεως και της Θείας Χάριτος.

Με τη Θεία Χάρη «καταστέφονται μάρτυρες» κι αυτήν κάθε πιστός θέλει ενισχυτή και βοηθό του, προετοιμάζοντας τον εαυτό του για το μαρτύριο. Είναι ή ορθή κι ακλόνητη βάση, επάνω στήν όποια πρέπει νά σταθούμε, γιά νά εξηγήσουμε τό χριστιανικό μαρτύριο.

Ή βάση της πίστεως καί της Θείας Χάριτος. Μέ τή Θεία Χάρη «καταστέφονται μάρτυρες» κι αυτήν κάθε πιστός θέλει ενισχυτή καί βοηθό του, προετοιμάζοντας τόν εαυτό του γιά τό μαρτύριο.

(+Επισκ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου, «Ο Λόγος του Θεού», τομ. Α΄, σ. 146-152-αποσπάσματα)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ