Οί άγιες αυτές μάρτυρες, κατά σάρκαν αδελφές, ζούσαν εν παρθενία και με εργα θεάρεστα υπό τήν καθοδήγηση της πνευματικής μητρός τους Θωμαΐδος, τήν εποχή της αγίας Φεβρωνίας.
Όταν αναγγέλθηκε η άφιξη του Σελήνου, οί χριστιανοί προσέφυγαν μαζικά στην μονή της Θωμαΐδος για να ζητήσουν από τις μοναχές τις δεήσεις καί τήν ενθάρρυνση τους, κατόπιν δέ έφυγαν για να κρυφτούν.
Μένοντας μόνη με τις τρεις αδελφές της, η Θωμαΐς τις παρότρυνε να αντιμετωπίσουν με θάρρος τήν επερχόμενη δοκιμασία, στρέφοντας τό βλέμμα τους στον ουρανό με σκοπό να μήν απαρνηθούν τις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει απέναντι στον θείο Νυμφίο τους.
Κατέληξε δέ λέγοντας ότι η μόνη επιθυμία της ήταν να τις παρουσιάσει ενώπιον του θρόνου του Θεού ένδεδυμένες μέ τήν παρθενική έσθήτα τους πορφυρωμένη άπό το αίμα του μαρτυρίου. Οί στρατιώτες πήραν τις άμναδες του Χρίστου και τις οδήγησαν μαστιγώνοντας τες στον Σελήνο.
Εκείνος προσπάθησε να τις κερδίσει με ψεύτικους γλυκούς τρόπους, άλλα αυτές του απάντησαν με θάρρος ότι ήσαν μαθήτριες και νύμφες του Χριστού και ότι ήσαν έτοιμες να υποστούν τα μεγαλύτερα μαρτύρια για χάρη Του.
Καθώς ομολόγησαν ότι θα παρέμεναν και οί τρεις μαζί ακλόνητες, ενδυναμωμένες άπό τήν πίστη τους στήν Άγια Τριάδα, τις χώρισαν καί ό τύραννος προσπάθησε να τίς εξαπατήσει μία-μία ξεχωριστά.
Όταν απευθύνθηκε στήν Εύτροπία πού ήταν μόλις εννέα χρονών, ύποκρινόμενος ότι ήθελε να τήν προστατέψει σαν πατέρας, τό παιδί απάντησε: «Αν είναι έτσι, πώς μπορείς να μέ παραδώσεις στον θάνατο και στήν απώλεια προτείνοντας μου να χωρισθώ άπό τον ζώντα Θεό καί να λατρεύω τους δαίμονες;»
Καί για να του αποδείξει τήν αποφασιστικότητα της του πρότεινε να βασανισθεί πρώτη. Έξαλλος ό τύραννος διέταξε να τήν αφήσουν κρεμασμένη πάνω άπό τό έδαφος με τά μέλη της τεντωμένα μεταξύ τεσσάρων πασσάλων καί να τήν κτυπούν.
Η Λιβύη καί η Λεωνίς υπέστησαν μέ τήν σειρά τους τό μαρτύριο επικαλούμενες τήν βοήθεια του Κυρίου. “Οταν βράδιασε, ένας άγγελος ήλθε να τίς περιθάλψει στήν φυλακή τους.
Όταν τήν άλλη μέρα παρουσιάσθηκαν αβλαβείς, τό πλήθος άνέκραξε μέ θαυμασμό. Ό Σελήνος, παραμένοντας ασυγκίνητος, πρόσταξε να τίς λιθοβολήσουν, άλλά οί άγιες ένιωθαν μεγάλη αγαλλίαση στήν σκέψη ότι μοιράζονται με τον τρόπο αυτό τήν δόξα του πρωτομάρτυρα Στεφάνου.
Κατόπιν η Λιβύη αποκεφαλίσθηκε καί οι δύο αδελφές της πού είχαν θεραπευτεί άπό τά τραύματα τους οδηγήθηκαν μπροστά σε κάμινο τρομερότερη καί άπό εκείνη τής Βαβυλώνας.
Καθώς πλησίαζαν στις φλόγες στράφηκαν προς τήν πνευματική μητέρα τους, τήν Θωμάίδα, για να ζητήσουν τήν προσευχή της καί εν συνεχεία εισήλθαν στήν κάμινο όπως σε νυφική παστάδα. Η Θωμαΐς ήλθε αργότερα για να πάρει τά σώματα τους πού είχαν διαφυλαχθεί άφθορα καί τά ενταφίασε μέ τιμή στήν μονή της τήν 1η Μαΐου.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ίνδικτο