Η ομορφιά της Αγία Ταϊσίας ήταν από τις σπάνιες. Πλεονέκτημα, που αποβαίνει ολέθριο, όταν δεν είμαστε σε θέση να το διατηρούμε αγνό με το φόβο του Θεού, τη φωτεινή διάκριση, την αδιάλειπτη προσευχή και την ταπεινοφροσύνη.
Δυστυχώς για την Ταϊσία, αυτή που επιβουλεύτηκε την τιμή της ήταν η ίδια η μάνα της. Γυναίκα χυδαία, που ήθελε πολύ πλούτο, και δεν δίστασε να εκμεταλλευτεί την κόρη της για να τον αποκτήσει. Έτσι η Ταϊσία, παρασύρθηκε στο δρόμο της ατιμίας μόλις 17 ετών. Έγινε και η ίδια πλούσια αλλά και πόρνη.
Οι τίμιοι άνθρωποι την απεχθάνονταν. Καμιά οικογενειακή πόρτα δεν ήταν ανοικτή γι’ αυτήν. Οι ίδιοι οι εκμεταλλευτές της σάρκας της, ποτέ δεν θα την έφερναν να γνωριστεί με τις μητέρες τους και τις αδελφές τους. Διότι είχε καταντήσει ένα αντικείμενο σαρκικής ικανοποίησης και τίποτα περισσότερο.
Τότε η Ταϊσία έπεσε σε θλίψη μεγάλη, αλλά και η Εκκλησία μπορεί να έχασε ένα πρόβατο, όμως δεν έπαψε να το αναζητεί. Όταν λοιπόν ο Παφνούτιος από τη Σιδώνα έμαθε την ψυχική της κατάσταση, προσευχήθηκε και αποφάσισε να εργαστεί για την ψυχή της. Και δεν αστόχησε.
Την επισκέφθηκε και με τη χάρη του Θεού πέτυχε το θαύμα! Καυτά δάκρυα μετανοίας κύλησαν στα μάγουλα της Ταϊσίας. Πέταξε όλα της τα πλούτη στη θάλασσα, διότι το τίμημα της ατιμίας δεν άξιζε να χρησιμοποιηθεί στο Ιερό έργο της ελεημοσύνης.
Από τότε έζησε φτωχά, αλλά πλούσια σε πίστη, σε μετάνοια, σε σωφροσύνη, σε προσευχή, σε υπακοή, σε ταπείνωση και καλοσύνη. Έγινε δεκτή σε ευσεβή όμιλο γυναικών και πέθανε φροντίζοντας αρρώστους και ανήμπορους ανθρώπους.