H Οσία Δομνίνα καταγόταν από την πόλη Κύρο της Συρίας και έζησε κατά το πρώτο μισό του 5ου αιώνα μ.Χ. Οι γονείς της, ευσεβείς και πλούσιοι, την είχαν αναθρέψει χριστιανικότατα, και της παρείχαν τα μέσα για ελεημοσύνες και άλλα καλά έργα.
Ο επίσκοπος Θεοδώρητος, βλέποντας την τόσο ζωντανή ευσέβεια της, την εκτιμούσε πολύ και την χρησιμοποιούσε σαν παράδειγμα στις πλούσιες νέες, που νόμιζαν, ότι μπορούσαν να συμβιβάσουν τη χριστιανοσύνη τους με τις κοσμικές επιδείξεις και ματαιότητες.
Και, όσες φορές έβλεπε κόρη, που ποθούσε να ακολουθήσει τον Ευαγγελικό δρόμο, της συνιστούσε να συναναστρέφεται τη Δομνίνα.
Κατά τα δειλινά, η Δομνίνα συνήθιζε να πηγαίνει στη γειτονική της εκκλησία, όπου έκανε δεήσεις μέσα στη σιγή του ναού.
Έτσι, με τέτοιες άγιες ασχολίες, τελείωσε η Δομνίνα τη ζωή της και πήγε στα αθάνατα σκηνώματα, που αποτέλεσαν το διαρκή και διακαή πόθο της σ’ όλη τη διάρκεια της επίγειας ζωής της.