Ἡ συμπεριφορά τῶν ἐννέα λεπρῶν, οἱ ὁποῖοι ἐνῷ καθαρίσθηκαν ἀπό τήν ἀσθένεια, ἡ ὁποία τούς ταλαιπωροῦσε δέν ἐπέστρεψαν νά εὐχαριστήσουν τόν Θεό γιά τήν δωρεά καί τήν εὐσπλαχνία. Καί αὐτό προκάλεσε τό παράπονο τοῦ Κυρίου μας.
Μέ ἀφορμή τῆς ἀχαριστίας τῶν λεπρῶν στό πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας θά σχολιάσουμε δι’ ὁλίγων ὅτι ἡ εὐχαριστία μας στό Θεό γιά τίς δωρεές πού ἀπολαμβάνουμε νομίμως στή ζωή μας εἶναι καθῆκον μας πνευματικό.
Ὅλη ἡ Ἁγία Γραφή ἐκθέτει τήν πλούσια δωρεά τοῦ Θεοῦ στό ἀνθρώπινο γένος γενικῶς, ἀλλά καί στόν καθένα ξεχωριστά. Ἀναφέρει τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ, τίς ἐνέργειες ἐκεῖνες στίς ὁποῖες προῆλθε ὁ Τριαδικός Θεός ἀπό ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία πρός τόν δοκιμαζόμενο ἄνθρωπο. Ὅλες αὐτές εἶναι χάρισμα χωρίς δηλαδή ὁ Θεός νά ἀναμένει ἀνταπόδοση γι’ αὐτές ἀπό ἐμᾶς.
Ἡ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό δέν τόν θέτει ἁπλῶς μπροστά στό Ἀπόλυτο. Ἀλλά τό τελειοποεῖ, τόν μεταμορφώνει στήν ζωή του. Δεῖγμα αὐτῆς τῆς τελειοποιήσεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι καί ἡ ἐκδήλωση εὐχαριστίας σ’ Αὐτόν ἐκ τοῦ ὁποίου προέρχεται «πᾶσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον».
Τό «εὐχαριστῶ» μας ἐμφανίζεται στήν ἀνταπόκριση, σ’ αὐτή τήν προοδευτική καί συνεχή χάρη πού μία μέρα θά φθάσει στήν πληρότητα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Ἡ πράξη εὐχαριστίας σημαίνει συνειδητοποίηση τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ, σημαίνει τήν πιό ἁγνή μορφή μιᾶς ψυχῆς πού μένει ἐκστατική μπροστά σ’ αὐτή τήν μεγαλοδωρία, σημαίνει ἀκόμα χαρούμενη εὐγνωμοσύνη μπροστά στό θεῖο μεγαλεῖο.
Ἡ πράξη εὐχαριστίας, τό νά εὐχαριστοῦμε δηλαδή τόν Θεό γιά τίς δωρεές Του, εἶναι οὐσιώδες γνώρισμα τῶν πιστῶν ἀνθρώπων. Ἀποτελεῖ θεμελιώδη θρησκευτική ἀνταπόκριση τοῦ πλάσματος πού ἀνακαλύπτει μέσα σ’ ἕνα ρῖγος χαρᾶς καί δέους κάτι ἀπό τόν Θεό, κάτι ἀπό τό μεγαλεῖο, κάτι ἀπό τήν δόξα Του.
Τό κύριο ἁμάρτημα τῶν εἰδωλολατρῶν ἦταν κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὅτι τόν Θεόν «οὐχ ὡς Θεόν ἐδόξασαν ἤ εὐχαρίστησαν» (Ρωμ. α΄21).
1) Ἡ πράξη εὐχαριστίας τοῦ Κυρίου.
Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἤδη στούς πρώτους στίχους τοῦ Εὐαγγελίου του μᾶς φανερώνει ὅτι ὁ Χριστός ὡς τέλειος θεάνθρωπος πρῶτος Αὐτός καί ἐξ ὀνόματος ὅλων τῶν ἀνθρώπων ὡς ἀντιπρόσωπός τους δηλαδή, προσέφερε στόν Θεό Πατέρα τήν τέλεια εὐχαριστήρια πράξη μέ ὁλόκληρη τήν ζωή Του.
Εἶπε δηλαδή ἕνα μεγάλο «εὐχαριστῶ» στό Θεό Πατέρα ἐξ ὀνόματος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τόν ἐδόξασε καί ἐξομολογήθηκε τήν εὐγνωμοσύνη μας σ’ Αὐτόν.
Εὐχαρίστησε ὁ Κύριος μας τόν Τριαδικό Θεό καί Πατέρα ὅλων τῶν πιστῶν δηλώνοντας τήν ἀνταπόκριση μας στήν χάρη, στό δῶρο πού ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε γιά νά τοῦ τό προσφέρουμε. Ὁ Κύριος μας, ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἡ δωρεά τοῦ Θεοῦ «πλήρης χάριτος» σέ μᾶς. Συγχρόνως ὁ Χριστός εἶναι καί τό δικο μας «εὐχαριστῶ» στό Θεό Πατέρα.
Ἡ πιο γενναία χειρονομία τοῦ Κυρίου μέ τήν ὁποία ἐκδηλώθηκε ἡ εὐχαριστία μας πρός τόν Θεό Πατέρα ἦταν ἡ θυσία του στόν Τριαδικό Θεό γιά νά ἁγιάσει ὅσους πιστεύουν καί εἶναι οἱ μαθητές του.
Στό Μυστικό Δεῖπνο καί στό Σταυρό, ὁ Κύριός μας ἀποκαλύπτει τό κίνητρο ὅλης του τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου Του. Ὅλα τά ἐνεργεῖ σάν μία πράξη εὐχαριστίας τῆς υἱϊκῆς του καρδιᾶς. Χρειάζεται τό πάθος του καί ὁ θάνατός του γιά νά δοξάσει καί νά εὐχαριστήσει πλήρως ὁ Ἰησοῦς Χριστός τόν Θεό Πατέρα (Ἰωάν. ιζ΄ 1).
Ἀλλά καί ὅλη του ἡ ζωή εἶναι μία ἀδιάκοπη πράξη εὐχαριστίας, πού ἐκδηλώνεται μερικές φορές καθαρά καί ἐπίσημα γιά νά ἑλκύσει τούς ἀνθρώπους νά πιστέψουν καί νά εὐχαριστήσουν μαζί του τόν Θεό (Ἰωάν. ια΄ 42).
2) Ἡ πράξη εὐχαριστίας τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἐμεῖς οἱ Χριαστιανοί πιστεύουμε ὅτι: Μόνο ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἡ εὐχαριστία μας -ἡ μόνη ἀντάξια τοῦ Θεοῦ Πατέρα μας. Αὐτός καί μόνο εἶναι ἡ δοξολογία μας. Πρῶτος αὐτός εὐχαριστεῖ τόν Θεό – Πατέρα, καί οἱ χριστιανοί μετά ἀπ’ Αὐτόν καί δι’ Αὐτοῦ.
«Δι’ Αὐτοῦ, μετ’ Αὐτοῦ καί ἐν Αὐτῷ».
Ἐπειδή ἔχουμε συνείδηση ὅλων τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ σέ μᾶς, τίς μνημονεύουμε, τίς θυμόμαστε δηλαδή κάθε φορά πού τελοῦμε τήν θεία Λειτουργία : «Μεμνημένοι …καί πάντων τῶν ὑπέρ ἡμῶν γεγενημένων» ἐνθυμούμενοι δηλαδή ὅλα ὅσα ἔγιναν γιά μᾶς, «τοῦ Σταυροῦ, τοῦ Τάφου, τῆς Τριημέρου Ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανούς Ἀναβάσεως, τῆς ἐκ δεξιῶν καθέδρας, τῆς δευτέρας καί ἐνδόξου πάλι παρουσίας. Τά σά ἐκ τῶν σῶν σοί προσφέρομεν κατά πάντα καί διά πάντα».
Μέ τήν θεία Λειτουργία εὐχαριστοῦμεν τόν Τριαδικό Θεό «ὑπέρ τούτων ἁπάντων εὐχαριστοῦμεν σοί καί τῷ Μονογενῇ Σου Υἱῷ καί τῷ Πνεύματί σου τῷ Ἁγίῳ, ὑπερ πάντων, ὧν ἴσμεν (γνωρίζομεν δηλαδή) καί ὧν οὐκ ἴσμεν (δηλαδή δέν γνωρίζομεν), τῶν φανερῶν καί ἀφανῶν εὐεργεσιῶν τῶν εἰς ἡμᾶς γεγενημένων (πού ἔγιναν διά μᾶς δηλαδή)». Γι’ αὐτό καί ἡ θεία Λειτουργία ὀνομάζεται καί θεία Εὐχαριστία.
Ὕστερα ἀπ’ ὅλα αὐτά προκύπτουν μερικά συμπεράσματα, τά ὁποῖα ὑπαγορεύουν μερικά καθηκοντά μας ὅπως:
α) Ἡ συμμετοχή στήν θεία Λειτουργία εἶναι πρώτιστο καθῆκον. Μέσα σ’ αὐτήν εὐχαριστοῦμε ὁ καθένας μας χωριστά καί ὅλη ἡ Ἐκκλησία συνολικά τόν Τριαδικό Θεό καί Πατέρα μας γιά ὅ, τι ἔκανε, κάνει καί θά κάνει γιά μᾶς τά παιδιά του.
Ἡ συμμετοχή μας στήν θεία Λειτουργία δέν εἶναι πάρεργον ἀλλά οὐσιαστική πράξη εὐχαριστίας. Ἀκόμα θά πρέπει νά γνωρίζουμε, ὅτι ὁ Κύριός μας αὐτή τήν ἐντολή μᾶς ἔδωσε , ὅτι δηλαδή ὅταν θέλουμε νά εὐχαριστήσουμε τόν Θεό Πατέρα ΜΟΝΟ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΟΥΜΕ. Ἑπομένως ΜΟΝΟ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ Ο ΘΕΟΣ ΔΕΧΕΤΑΙ ΩΣ ΤΗΝ ΚΑΤ ΕΞΟΧΗΝ ΠΡΑΞΗ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ ΜΑΣ Σ ΑΥΤΟΝ.
Ἀντιλαμβάνεσθε λοιπόν ποιό μεγάλο καθῆκον του δέν ἐκπληρώνουν ὅσοι δέν ἐκκλησιάζονται τακτικῶς, ποιά ὑποχρέωσή τους δέν τηροῦν ὅσοι βιαστικά καί τυπικά ἔρχονται στήν θεία Λειτουργία.
Ἀδελφοί μου
Ὅσες φορές κι ἄν τελέσουμε τήν θεία Λειτουργία λίγες πάντα θά εἶναι γιά νά τόν εὐχαριστήσουμε τόν Θεό γιά ὅλες του τίς δωρεές. Οἱ Ἅγιοι μας εἶχαν φθάσει σέ τέτοια κατάσταση πνευματική, ὥστε ὅλη τους ἡ ζωή νά εἶναι μία θεία εὐχαριστία. Στήν ψυχή τους αἰσθάνονταν τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ καί ἡ καρδιά τους ἀλλοιωνόνταν ἀπό τήν χαρά τῆς δοξολογίας καί εὐχαριστίας τους πρός τόν Θεό.
β) Εὐχαριστοῦμε ἐπίσης τόν Θεό, ὅταν πιστεύουμε σ’ αὐτόν καί δεχόμαστε ὅσα ἔκαμε γιά μᾶς.
γ) Καί τέλος εὐχαριστοῦμε τόν Θεό μέ τήν ἁγία ζωή μας. Ὅταν τηροῦμε τίς ἐντολές του. Ὅταν ζοῦμε σύμφωνα μέ τό θέλημά του. Ὅταν ἀγωνιζόμαστε νά ἀνταποκριθοῦμε στήν ἀγάπη του καί τήν εὔνοιά του.
Στήν Ἀποκάλυψη ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ αἰώνια ζωή θά εἶναι μιά πράξη εὐχαριστίας τῶν δημιουργημάτων πρός τόν Δημιουργό τους, τῶν παιδιῶν πρός τόν Πατέρα τους.
Στήν οὐράνια Ἰερουσαλήμ ἀφοῦ τό λυτρωτικό ἔργο τοῦ Κυρίου θά ἔχει τελειώσει, ἡ πράξη εὐχαριστίας θά μεταβληθεῖ σέ καθαρή δοξολογία τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Θά ζοῦμε μέσα στό ἐκθαμβωτικό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ καί τῶν αἰωνίων θαυμάτων Του.
Γι’ αὐτό δέ πού θά ἀξιωνόμαστε νά βιώνουμε συνεχῶς θά δοξάζουμε καί θά εὐχαριστοῦμε τό Θεό Πατέρα μας. Κατάσταση τήν ὁποία εὔχομαι οἱ πάντες νά ἀπολαύσουν.
Αρχιμ. Καλλίνικος Νικολάου – Ι. Μητρόπολη Καισαριανής