«Ολιγόπιστε. εις τί εδίστασας;»
Πολλές φορές, ως άνθρωποι. ολιγοπιστούμε. Πνεύμα φόβου διαταράσσει την εσωτερική ειρήνη της ψυχής μας. όπως στο Ευαγγέλιο της Κυριακής Θ΄ Ματθαίου τον Απόστολο Πέτρο. Κάποιες φορές που ο Θεός επιτρέπει να δοκιμασθούμε, ίσως να έχουμε λογισμούς αμφιβολίας και ολιγοπιστίας. Οι δοκιμασίες και οι δυσκολίες που μας συμβαίνουν μας κάνουν να αισθανόμαστε ότι είμαστε στο χείλος της αβύσσου, από το οποίο είναι αδύνατο να επιστρέψουμε. Η άβυσσος αυτή είναι το σκοτάδι της άγνοιας και ο φόβος της αιχμαλωσίας του θανάτου.
Η ζωή της προσευχής
Μόνο η ενέργεια της «αγιασμένης απελπισίας», η προσευχή, η επίκληση του ονόματος του Κυρίου, αυτή η εσωτερική κραυγή της καρδιάς μας, θα μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε αυτή τη ζοφώδη κατάσταση.
Η προσευχή μάς εφοδιάζει με μια πείρα πνευματικής ελευθερίας. Η πνευματική ελευθερία είναι η ύψιστη χάρη. Και είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι ο άνθρωπος με τη δική του ελεύθερη βούληση καθορίζει τον εαυτό του σε όλη την αιωνιότητα. Ο Χριστός δε βιάζει την ανθρώπινη ελευθερία. Δεν καταργεί το αυτεξούσιο του ανθρώπου. Τα αφήνει όλα στη δική μας θέληση.
Η είσοδος μας στη ζωή του Θεού
Με την προσευχή εισερχόμαστε στη θεία ζωή. Γι’ αυτό και η προσευχή δεν είναι αίτηση για παροχές, δεν είναι τρόπος με τον οποίο μετατρέπουμε τον Θεό σε υπηρέτη και Του ζητάμε να σπεύσει να ικανοποιήσει τα θελήματά μας. Είναι τραγικό να λέμε στον Θεό τί να μας δώσει, γιατί, όταν το κάνουμε αυτό, υπαινισσόμαστε ότι ξέρουμε εμείς κάτι που Εκείνος δεν γνωρίζει και ότι επομένως είμαστε σοφότεροι από Εκείνον.
Πραγματική προσευχή είναι να μη ζητά ο άνθρωπος τίποτε άλλο παρά μόνο Αυτόν τον ίδιο τον Θεό, τη Βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη Αυτού. και όλα τα άλλα που έχουμε πραγματικά ανάγκη θα μας δοθούν χωρίς να τα ζητήσουμε. «Πάτερ…πλην μη το θέλημά μου, αλλά το σον γινέσθω» (Λουκ. 22,43). Αυτός ας είναι ο τελευταίος λόγος σε κάθε μας προσευχή.
Στην προσευχή μας δεν χρειάζονται πολλά λόγια. αλλά λίγα και απλά. Ο Χριστός έδειξε ότι η ποιότητα της προσευχής δεν εξαρτάται από το πλήθος των λόγων, αλλά από την προσευχή της ψυχής. Και επειδή μπορεί εύκολα να ψυχρανθεί η θερμότητα της προσευχής, θα πρέπει να προσευχόμαστε συχνά κατά τη διάρκεια της ημέρας, για να διατηρούμε έτσι τη θερμότητα της προσευχής.
Μπορούμε να προσευχόμαστε νοερά και να επικαλούμεθα τον Θεό κάνοντας οποιαδήποτε ενασχόληση στον χώρο της οικίας μας ή της εργασίας μας. Έτσι, με τη ζωή της προσευχής, παρά τις δοκιμασίες και τις οδυνηρές καταστάσεις, η παρουσία του Κυρίου θα παραμένει στην καρδιά μας ως ήσυχη ειρήνη και πλημμύρα φωτοφόρων σκέψεων. Όταν ο Θεός είναι μαζί μας, όλα τα παθήματα της ζωής δεν φαίνονται φοβερά, διότι μετά του Ιησού Χριστού «μεταβεβήκαμεν εκ του θανάτου εις τήν ζωήν» (Α΄ Ιω. 3,14).
(Αγαθαγγέλου, Επισκ. Φαναρίου, «Η ζύμη του Ευαγγελίου», εκδ. Αποατ. Διακονία, σ. 177-179)