Κυριακή Β’ Ματθαίου
«Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων»
Πού να το φαντασθούν οι απλοϊκοί εκείνοι ψαράδες! Η ζωή τους ήταν ως τη στιγμή που τους εκάλεσε ο Κύριος ήσυχη, ομαλή, περιορισμένη.
Ζούσαν, τον πιο πολύ καιρό, στις ψαρόβαρκές τους τραγουδώντας αμέριμνα τα τραγούδια του τόπου τους ή ψάλλοντας ψαλμούς. Το μέλλον τους ήταν προδιαγεγραμμένο. Θα περνούσαν τα χρόνια τους σε μια αδιάκοπη προσπάθεια για το ψωμί τους.
Το μονότονο ρυθμό της ζωής τους θα τον έσπαζαν μόνο κάποιες τρικυμίες και μερικές αναποδιές από τις συνηθισμένες στη ζωή των ψαράδων. Και θα ‘σβηναν από τον κόσμο αυτό κάποτε απαλά, χωρίς κανείς σχεδόν να το μάθη.
Και θα γινόταν αυτό, αν ο Κύριος με τη σημερινή του πρόσκλησι δεν τους επεστράτευε με μια μεγάλη διπλή πρόσκλησι, που θα άλλαζε την πορεία όχι μόνο της δικής τους ζωής, αλλά και του κόσμου ολοκλήρου. Η μια πλευρά της απέβλεπε στην ατομική τους πνευματική ζωή.
Ήταν η πρόσκλησις να ακολουθήσουν τον Ιησούν «Δεύτε οπίσω μου …».
Η πρόσκλησις αυτή να ακολουθήσουν τον Κύριο οι Απόστολοι, εσήμαινε την πιο μεγάλη περιπέτεια στην ιστορία της πνευματικής ζωής των ανθρώπων.
Από την ησυχία και την αμεριμνησία μιας γαλήνιας ζωής χωρίς βαθειές σκέψεις και ανησυχίες μεταπηδούσαν οι άνθρωποι αυτοί σε μια ζωή εντελώς διαφορετική.
Θα έμπαιναν τώρα σε μια ζωή πνευματική, που δεν θα γνώριζε τι θα πη ησυχία και ανάπαυσις, σταματημός και ανάπαυλα.
Πρώτα – πρώτα ξερρίζωσαν τον εαυτό τους από μια νοοτροπία και ένα πνευματικό περιβάλλον, όπου ζούσαν ως τότε, για να μπουν σ΄ένα καινούργιο τρόπο ζωής, σ΄ένα καινούργιο τρόπο σκέψεως.
Θα είχαν τώρα να παλέψουν με την ίδια τους τη λογική, που, σαν καθαρά ανθρώπινη λογική, θα επαναστατούσε κάθε στιγμή, καθώς θα άκουγε τα παράδοξα της πίστεως, τις μυστηριώδεις δηλαδή και πρωτάκουστες αλήθειες που θα απεκάλυπτε ο Κύριος.
Θα είχαν να αγωνισθούν εναντίον του εαυτού τους, καθώς σε κάθε βήμα με τον Ιησούν θα άκουγαν κάποια «απαρνησάσθω».
Θα είχαν να πορευθούν στο άγνωστο μαζί με τον Ιησούν, νομάδες του Χριστού αυτοί, «τόπον εκ τόπου συνεχώς διαμείβοντες», χωρίς κανένα υλικό όφελος, χωρίς καμμία αναγνώρισι, χωρίς τίποτε από εκείνα που ικανοποιούν την ανθρώπινη ματαιοδοξία και τον ανθρώπινο εγωϊσμό.
Θα βάδιζαν και στον πνευματικό τους δρόμο θα συναντούσαν τη λυσσαλέα αντίστασι του άρχοντος του σκότους.
Θα αγωνίζονταν εναντίον των «πνευματικών της πονηρίας», τα οποία με κάθε μέσον θα ήθελαν να τους εκμηδενίσουν και να τους αναχαιτίσουν στην προσπάθειά τους να γίνουν όμοιοι με τον Χριστό μιμητἐς της ζωής Του και ποιητές των έργων Του.
Αυτή ήταν η μια πλευρά της περιπέτειας στην οποία εκαλούντο. Είχε όμως και μια άλλη πλευρά. Ο Κύριος καλούσε τους Αποστόλους για μια ιερή και δύσκολη αποστολή.
«… ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Αυτή ήταν η κλήσι τους. Να γίνουν φορείς ενός νέου μηνύματος προς τους ανθρώπους οι Απόστολοι. Και όχι μόνο φορείς μηνύματος, αλλά και αλιείς ψυχών για την βασιλεία του Χριστού. Μια αποστολή μοναδική σε περιπέτειες και κινδύνους.
Σκεφθήτε, για μια στιγμή πώς ξεκίνησαν οι άνθρωποι αυτοί. Ξεκίνησαν χωρίς καμμιά υλική προϋπόθεσι για την προσπάθεια που θα άλλαζε ριζικά την όψι του κόσμου.
Ξεκίνησαν χωρίς χρήματα, χωρίς επιχορηγήσεις, χωρίς νομοσχέδια, χωρίς κρατική υποστήριξη, χωρίς κοσμικά μέσα.
Ξεκίνησαν για μια υπόθεση πρωτοφανή και πρωτάκουστη. Έπρεπε να μεταφέρουν ένα παράδοξο μήνυμα στους ανθρώπους.
Έπρεπε να κηρύξουν τη σωτηρία των ανθρώπων διά του Χριστού, πράγμα αληθινό καθ΄εαυτό, τόσο όμως δυσάρεστο για τον εγωϊσμό των ανθρώπων, για τις κακές συνήθειες των ανθρώπων, για τα πάθη των αμαρτωλών ανθρώπων.
Κανένα φρούριο, κανένα οχυρό δεν είναι τόσο απόρθητο, όσο οι ανθρώπινες καρδιές. Και αυτές τις καρδιές ήταν υποχρεωμένοι να κατακτήσουν οι Απόστολοι.
Πόσους κόπους, πόσες στερήσεις, πόσες αγρυπνίες, πόσους κινδύνους, πόσα κονταροχτυπήματα με τον ίδιο το θάνατο δεν θα στοίχιζαν όλα αυτά! Και ακριβώς όλα αυτά αποτελούν τα επί μέρους στοιχεία της περιπετειώδους ζωής των αγίων Αποστόλων, που δεν εδίστασανκαι με την ίδια την ζωή τους να επισφραγίσουν την μεγαλειώδη περιπέτεια της κλήσεώς τους.
Ο Κύριος, δεν ήλθε να καλέση μονάχα τους Αποστόλους. Ήλθε να καλέση κι εμάς. Μας απευθύνει την ίδια πρόσκληση. «Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Δεν μας καλεί σε μια ζωή ανέσεων και «βολέματος».
Δεν μας προσκαλεί για μια ζωή, που θα εξασφαλίσωμε την απόλυτη ησυχία και το χουζούρι μας.
Σε αγώνα και προσπάθεια μας προσκαλεί. Να τον ακολουθήσωμε. Να γίνωμε φορείς του μηνύματός Του σε ψυχές χαμένες στο πέλαγος του κόσμου.
Ας το σκεφθούμε σοβαρώτερα. Ας αναλογισθούμε την τιμή της προσκλήσεώς Του και ας τον ακολουθήσωμε και σήμερα και αύριο και πάντοτε. Ως τη στερνή μας πνοή.
Αρχιμανδρίτου Σπυρίδωνος Πετεινάτου