Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσερχομένου τοῦ ᾿Ιησοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· ᾿Ιησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. ᾿Αποκριθεὶς δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; Καὶ εἶπεν αὐτῷ· ᾿Αναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.
Απόδοση σε απλή γλώσσα
Εκεῖνο τὸν καιρό, καθὼς ἔμπαινε ὁ ᾿Ιησοῦς σ’ ἕνα χωριό, τὸν συνάντησαν δέκα λεπροί· στάθηκαν λοιπὸν ἀπὸ μακριὰ καὶ τοῦ φώναζαν δυνατά· «᾿Ιησοῦ, ἀφέντη, ἐλέησέ μας!» Βλέποντάς τους ἐκεῖνος τοὺς εἶπε· «Πηγαίνετε νὰ σᾶς ἐξετάσουν οἱ ἱερεῖς».
Καὶ καθὼς πήγαιναν, καθαρίστηκαν ἀπὸ τὴ λέπρα. ῞Ενας ἀπ’ αὐτούς, ὅταν εἶδε ὅτι θεραπεύτηκε, γύρισε δοξάζοντας μὲ δυνατὴ φωνὴ τὸν Θεό, ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπο στὰ πόδια τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ τὸν εὐχαριστοῦσε.
Κι αὐτὸς ἦταν Σαμαρείτης. Τότε ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπε· «Δὲν θεραπεύτηκαν καὶ οἱ δέκα; Οἱ ἄλλοι ἐννιὰ ποῦ εἶναι; Κανένας τους δὲν βρέθηκε νὰ γυρίσει νὰ δοξάσει τὸν Θεὸ παρὰ μόνο τοῦτος ἐδῶ ὁ ἀλλοεθνής;» Καὶ σ’ αὐτὸν εἶπε· «Σήκω καὶ πήγαινε στὸ καλό· ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε».
Ξένος αλλά ευγνώμων!
«Ἔπεσεν ἐπί πρόσωπον παρά τούς πόδας αὐτοῦ (του Ιησού) εὐχαριστῶν αυτῷ»!
Κραυγή πόνου! Κραυγή σπαρακτική από δέκα φωνές βραχνές δυστυχισμένων ανθρώπων, καταπληγιασμένων, παραμορφωμένων, φτάνει στην ακοή του Ιησού.
Γυρίζει. Τους βλέπει με συμπάθεια θεϊκή. Δείχνει στοργή να τους ακούσει.
Τι του ζητάνε;
«Ἰησού ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς»
— Κύριε Ιησού, κάνε το έλεός σου σε μας.
Αλλά τι έλεος;
Τι άλλο! Ζητάνε να τους χαρίσει την υγεία τους, που την έχουν χάσει από την τρομερή αρρώστια, τη λέπρα! Αυτή τους έχει παραμορφώσει με πρηξίματα και πληγές. Εξαιτίας της τους έχουν απομονώσει.
Γι’ αυτό και στον Κύριο φωνάζουν από μακριά και δεν πλησιάζουν. Άνεργοι πλανιούνται στις ερημιές μακριά από τους ανθρώπους. Έχουν στερηθεί και τα πιο αγαπητά τους πρόσωπα, γονείς, συζύγους, αδέλφια κι αυτά τα πολυαγαπημένα τους παιδιά!
Ο Κύριος τους βλέπει όλους με απέραντη στοργή.
— Πηγαίνετε, είπε, στους ιερείς να δείξετε το σώμα σας, για να βεβαιώσουν εκείνοι — σύμφωνα με τη διάταξη του νόμου — αν έχετε γίνει καλά.
Πείστηκαν όλοι και ξεκίνησαν. Καθώς πήγαιναν, ένιωσαν την επίδραση του λόγου του Ιησού. Το σώμα τους θεραπεύτηκε. Το δέρμα τους καθάρισε τέλεια από τη λέπρα.
Ένιωσαν γεροί, δυνατοί!
Αλλά για δες τώρα τι περίεργα που φέρονται!
Ενώ πριν όλοι τους, και οι δέκα, συντροφεμένοι στον πόνο τους φώναζαν παρακαλώντας τον Ιησού να τους θεραπεύσει, τώρα στη χαρά τους σκορπίζουν. Ένας μονάχα ξεχωρίζει και παίρνει το δρόμο του γυρισμού δοξολογώντας τον Θεό, που τον έκανε καλά.
Έρχεται τρέχοντας να βρει τον Ιησού. Τα πόδια του, τα πριν πληγιασμένα, που δεν τά ‘νιωθε, γιατί ήταν μουδιασμένα σαν ξερά, τρέχουν δυνατά και γρήγορα. Τρέχει κι όλο φωνάζει: “Δόξα σοι, Κύριε! Δόξα σε σένα Παντοδύναμε Θεέ!”.
Σαν έφτασε στον Κύριο — πηγαίνει κοντά Του — πέφτει στα πόδια Του με το πρόσωπο κάτω, μπρούμυτα, και δεν παύει να λέει ολόθερμο το «ευχαριστώ» του.
Είναι ο Μέγας Ευεργέτης του κι από τα βάθη της ψυχής του προσφέρει σαν ευωδιαστό λουλούδι, την ευγνωμοσύνη του: «Σε ευχαριστώ, Κύριε, που με γιάτρεψες, ας είναι τρισδοξασμένο το όνομά Σου!…»
Κι αυτός ήταν Σαμαρείτης! Λιγότερο φωτισμένος από τους Ιουδαίους.
— Δεν καθαρίστηκαν και οι δέκα; ρώτησε ο Κύριος με απορία δηλωτική της αγνωμοσύνης τους. Οι άλλοι εννέα που είναι; Χάθηκαν να γυρίσουν πίσω να δώσουν δόξα στο Θεό, εκτός από τούτον τον ξένο;…
— Σήκω και πήγαινε, λέει ο Κύριος στον ευγνώμονα Σαμαρείτη. Η πίστη σου δε θεράπευσε μόνο το σώμα σου. Έκανες καλή αρχή, που θα σε οδηγήσει και στην πνευματική σωτηρία.
Αλήθεια πού είναι οι άλλοι εννέα; Γιατί δε θυμήθηκαν να γυρίσουν να δοξολογήσουν τον Θεό και να ευχαριστήσουν τον παντοδύναμο Ευεργέτη τους;
Τους συνεπήρε η χαρά της θεραπείας τους! Έτσι είμαστε εμείς οι άνθρωποι. Στον πόνο μας, στις δυσκολίες μας καταφεύγουμε στο Σωτήρα Κύριο. Μα στη χαρά ξεχνάμε ότι τον είχαμε παρακαλέσει να μας βοηθήσει. Και δεν πηγαίνουμε να σταθούμε ευλαβικά μπροστά Του και να Του εκφράσουμε την ευγνωμοσύνη μας για τη θεϊκή Του αγάπη.
Και οι ευεργεσίες, που δεχόμαστε από το Θεό, είναι πλήθος αμέτρητο! Πολλές μας είναι γνωστές. Μα είναι άπειρες αυτές που μας μένουν άγνωστες. Τις ξέρει μόνο Εκείνος. Όμως κι εμείς κάποτε στεκόμαστε απορημένοι και λέμε:
— Αλήθεια, πώς σωθήκαμε τότε; Ποιος μας έδωσε την έμπνευση να φύγουμε νωρίτερα ή και αργότερα; Ή να αλλάξουμε θέση και έτσι ν’ αποφύγουμε τον κίνδυνο;
Πόσοι δεν έχουμε σωθεί με του Πανάγαθου Κυρίου την παντοδύναμη επέμβαση από πλήθους κινδύνους, που μας περικυκλώνουν! Άλλοτε σε ώρα ταξιδιού ή τολμηρού παιχνιδιού κι άλλοτε σε ώρα επικίνδυνης δουλειάς ή και σε απρόσμενες θεομηνίες: ανεμοθύελλες, σεισμούς, πλημμύρες…
Και δεν είναι μόνο οι κίνδυνοι οι σωματικοί από αρρώστιες και δυστυχήματα και ξεγλιστρήματα θανάσιμα, που μας έσωσε ο Κύριος. Είναι προπάντων τα ανεπανόρθωτα πεσίματα τα ηθικά από τα οποία μας πρόλαβε αμέτρητες φορές και μας έσωσε από βέβαιο ψυχικό θάνατο.
Μας άναψε το σήμα του κινδύνου και μας γλίτωσε από ανθρώπους που μας κάνουν δήθεν το φίλο, για να μας παρασύρουν χωρίς να το καταλάβουμε μακριά από το Σωτήρα Χριστό, μακριά από την οικογένεια.
Να μας σπρώξουν έτσι εύκολα στον κατήφορο της αμαρτίας με θολωμένο το μάτι της ψυχής με αλυσοδεμένη τη θέληση από τα ναρκωτικά, από τα οινοπνευματώδη ποτά, από την κατάπικρη γεύση της αμαρτίας…
Μας χαρίζει ακόμη ο Θεός το θείο φωτισμό Του. Με αυτόν κάθε παιδί, κάθε νέος προοδεύει ανάλογα με την ηλικία του στα μαθήματα και αποκτά διανοητική και πνευματική μόρφωση. Προοδεύει στα γράμματα και στην αρετή…
Ένας μονάχα βρέθηκε να γυρίσει και να ευχαριστήσει τον Κύριο; Οι άλλοι εννέα που είναι;
Τους τράβηξε ο κόσμος. Οι άνθρωποι! Οι συγγενείς! Οι φίλοι…
Αυτό συμβαίνει συχνά και σε μας. Δίνουμε πολλή προσοχή στη συμμετοχή των ανθρώπων στη χαρά μας. Και δε σκεπτόμαστε τον πρωταίτιο της χαράς και της ευτυχίας μας. Ξεχνάμε να δοξολογήσουμε το Θεό. Να ευχαριστήσουμε το Σωτήρα Κύριο.
Και να! Βρισκόμαστε στην αρχή του καινούργιου χρόνου. Πόσοι από εμάς άραγε διαθέσαμε λίγο χρόνο, για να σκεφτούμε τις πάμπολλες ευεργεσίες που μας χάρισε ο Θεός μέσα στο χρόνο που πέρασε και σε μας και σε ολόκληρη την οικογένειά μας, τους γονείς μας, τα αδέλφια μας;…
Σταθήκαμε να Τον ευχαριστήσουμε ολόθερμα για όλες αυτές;
Μια ανασκόπηση στα γεγονότα του περασμένου χρόνου θα είναι χρήσιμη, έστω κι αν είναι αργοπορημένη. Τα πλούσια θεϊκά δώρα που λάβαμε, θα μας παρακινήσουν να προσπέσουμε στον Κύριο. Να Τον δοξολογήσουμε και να Τον ευχαριστήσουμε με όλη μας την ψυχή και την καρδιά.
Η ευγνωμοσύνη μας θ’ ανοίξει το δρόμο, για να δεχθούμε από τον Κύριο νέες ευεργεσίες, πολλές και πολυποίκιλες, υλικές και πνευματικές.
Εκείνος και τη ζωή μας θα προστατεύει και την ψυχή μας θα σώζει από θανάσιμα ξεγλιστρήματα στους δρόμους της αμαρτίας.
Με τις ουράνιες δυνάμεις Του, τους Αγίους Αγγέλους Του, θα μας οδηγεί και το νέο χρόνο, κι όλα τα χρόνια της ζωής μας σε δρόμους φωτεινούς της αληθινής ζωής, της πραγματικής χαράς και ευτυχίας.