Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η μέρα του απόλυτου πένθους. Οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα, η νηστεία κορυφώνεται αφού δεν τρώμε ούτε λάδι. Απ’ τα ξημερώματα τις ίδιας μέρας ετοιμάζεται ο επιτάφιος και τελείται ολονυχτία στις περισσότερες εκκλησίες της Ελλάδας.
Το μεσημέρι της ίδιας μέρας τελείται ο Εσπερινός του Μεγάλου Σαββάτου, όπου ο Χριστός αποκαθηλώνεται και τοποθετείται στον Επιτάφιο όπου το βράδυ θα ψαλεί ο επιτάφιος θρήνος, δηλαδή ο Όρθρος του Μεγάλου Σαββάτου και θα γίνει η περιφορά του.
Ο Ιησούς εκείνη την μέρα επάνω στο σταυρό, συγχωρεί όλους όσους ευθύνονται για την σταύρωση Του. Κοντά στο σταυρό του Ιησού στέκονταν η μητέρα του, η αδερφή της η Μαρία, γυναίκα του Κλωπά, ο αγαπημένος του μαθητής Ιωάννης και η Μαρία η Μαγδαληνή.
Ο Ιησούς, όταν είδε τη μητέρα του και το μαθητή που αγαπούσε, να στέκεται πλάι της, λέει στη μητέρα του: «Αυτός τώρα είναι ο γιος σου». Ύστερα λέει στο μαθητή: «Αυτή τώρα είναι η μητέρα σου». Από κείνη την ώρα ο μαθητής την πήρε στο σπίτι του.
Μετά απ’ αυτό, ο Ιησούς γνωρίζοντας πως όλα είχαν φτάσει πια στο καθορισμένο τέλος, για να εκπληρωθεί η προφητεία της Γραφής, λέει: «Διψώ». Εκεί κοντά, βρισκόταν ένα σκεύος γεμάτο ξίδι.
Οι στρατιώτες βούτηξαν ένα σφουγγάρι στο ξίδι, το στήριξαν στην άκρη ενός κλαδιού από ύσσωπο και το έφεραν στο στόμα του Ιησού.
Εκείνος όταν γεύτηκε το ξίδι είπε:
«Τετέλεσται».
Έγειρε το κεφάλι και παρέδωσε το πνεύμα.
Έτσι τα Πάθη του Χριστού φτάνουν στο τέλος τους.