Τη Μεγάλη Πέμπτη τον καιρό του «Προσκυνήματος της Εθίρια», η κύρια τελετή ήταν «μια νυχτερινή αγρύπνια πάνω στο Όρος των Ελαιών. Πρώτα, καθοδηγούμενοι οι πιστοί από τον Επίσκοπο, συγκεντρώνονταν σε μια εκκλησία που περιείχε μια σπηλιά, την οποία κατά την παράδοση είχε επισκεφθεί ο Χριστός εκείνη την ημέρα με τους μαθητές του.
Από εκεί προχωρούσαν προς τον Τόπο της Ανάληψής Του. Με το πρώτο λάλημα του πετεινού κατέρχονταν στον Κήπο της Γεσθημανή όπου άναβαν 200 κεριά. Διαβαζόταν η αναφορά της σύλληψης του Χριστού, και προκαλείτο μεγάλος θρήνος.
Η πομπή τότε επέστρεφε στην Ιερουσαλήμ ακριβώς μόλις σκοτείνιαζε και όλοι ξεκουράζονταν».
Οι τελετές της Μεγάλης Πέμπτης αναπόφευκτα πήραν μια διαφορετική μορφή από εκείνες που ελάμβαναν χώρα στην Ιερουσαλήμ. Στη Δυτική Εκκλησία η έμφαση τοποθετήθηκε στο Μυστικό Δείπνο.
Στη Θεία Λειτουργία εκείνης της ημέρας χτυπούσαν τις καμπάνες στο «Δόξα εν Υψίστοις» και στη συνέχεια σιγούσαν μέχρι το Μεγάλο Σάββατο.
Επειδή δεν καθαγιαζόταν Θεία Μετάληψη τη Μεγάλη Παρασκευή, μια επιπλέον Θεία Μετάληψη καθαγιαζόταν τη Μεγάλη Πέμπτη και αυτή χρησιμοποιείτο τη Μεγάλη Παρασκευή για τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων, μια συντομότερη μορφή Θείας Λειτουργίας.
Αυτή μεταφερόταν με πομπή προς ένα Βωμό, μπροστά από τον οποίο οι πιστοί κρατούσαν αγρύπνια. Στους καθεδρικούς ναούς ευλογούνταν τα Άγια Έλαια. Ήταν σύνηθες επίσης να αδειάζουν τις κανάτες-αγιασματάρια του Αγιασμού και οι βωμοί πλένονταν τελετουργικά, αν και αυτό πολλές φορές γινόταν τη Μεγάλη Παρασκευή.
Το Φιλί ή το Σημάδι της Ειρήνης, το τελετουργικό αγκάλιασμα μετά τον Αμνό του Θεού, παραλείφθηκε στη Θεία Λειτουργία επειδή θύμιζε το φιλί του Ιούδα.
Η τελετή κατέληγε με τον νιπτήρα. Ετελείτο από επισκόπους ή ηγούμενους σε ανθρώπους κατώτερου βαθμού, σε ανάμνηση που ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών του στο Μυστικό Δείπνο.
Ακόμη και σήμερα στην Πάτμο δώδεκα μοναχοί αναπαριστούν τους αποστόλους, και ο ηγούμενος πλένει τα πόδια τους στην κεντρική πλατεία της χώρας.
Τη Μεγάλη Πέμπτη, οι νοικοκυρές κατά παράδοση ετοιμάζουν τα τσουρέκια και βάφουν τα κόκκινα αβγά. Το αβγό συμβολίζει από την αρχαιότητα την ανανέωση της ζωής ενώ το κόκκινο χρώμα, το αίμα του Χριστού.
Παλιότερα συνήθιζαν να τοποθετούν το πρώτο κόκκινο αβγό στο εικονοστάσι του σπιτιού για να ξορκίζουν το κακό.
Σε κάποια χωριά, πάλι, σημάδευαν το κεφάλι και την πλάτη των μικρών αρνιών με την κόκκινη μπογιά που είχε χρησιμοποιηθεί για το βάψιμο των αβγών.
Συνήθιζαν επίσης να φυλάσσουν μία από τις κουλούρες της Μεγάλης Πέμπτης στο εικονοστάσι για να προστατεύονται τα μέλη της οικογένειας από τα μάγια.