Ένας άπιστος, που καμώνονταν τον πολύ έξυπνο, συνάντησε κάποτε στο δρόμο του έναν απλοϊκό χριστιανό συγχωριανό του που πήγαινε στην εκκλησία.
-Για που με το καλό; τον ρώτησε.
-Πάω στην εκκλησία, του απάντησε εκείνος.
-Και δε μου λες, του λέει ειρωνικά ο άπιστος. Μήπως ξέρεις να μου πεις, ο Θεός σου είναι μεγάλος ή μικρός;
-Κι από τα δύο.
-Δε γίνεται να είναι και τα δύο!
-Γίνεται, κύριε. Να, είναι τόσο μεγάλος ο Θεός, που δεν τον χωρούν ούτε οι ουρανοί, αλλά και τόσο μικρός, που μπορεί να κατοικεί μέσα στην καρδιά μου!
Κι ο δήθεν έξυπνος τα ᾿χασε με τη σοφή απάντηση του απλοϊκού, μα πιστού συγχωριανού του.