Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού - π. Συμεών Κραγιόπουλος (†)

Mία μητέρα διηγείται:

Ξύπνησα το πρωί, όπως έχω συνηθίσει, παρόλο που δεν είχα εκεινη την ημέρα δουλειά.

Το μικρό κοριτσάκι μου ξύπνησε και αυτό.

Καθόμουν απασχολημένη και έγραφα πάνω στο γραφείο.

Η μικρή μου Μαρία με ξάφνιασε, ρωτώντας με:

– Μαμά τί γράφεις;

Της λέω:

– Γράφω ένα μικρό γράμμα στον Χριστό.

– Θα μου επιτρέψεις να το διαβάσω;

– Όχι, αγαπητή μου, αυτές είναι προσωπικές επιστολές και δεν θα ήθελα να τις διαβάσει κανείς.

Μόλις άκουσε την απάντησή μου η Μαρία, βγήκε από το δωμάτιό μου λυπημένη.

Πέρασαν μερικές βδομάδες· μία μέρα, μόλις μπήκα στο δωμάτιο της Μαρίας, παρατήρησα ότι αγχώθηκε. Τη ρωτώ: τι γράφεις Μαρία;

Με άγχος απάντησε:

– Τίποτα μαμά, είναι προσωπικά μου γραπτά.

Σκέφτηκα μέσα μου: τί αραγε μπορεί να γράφει ένα κορίτσι εννιά χρονών και φοβάται να το δω;

Όμως η φωνούλα της Μαρίας διέκοψε την σκέψη μου, λέγοντας:

– Γράφω γράμματα στον Χριστό, όπως κάνετε και εσείς. Να σε ρωτήσω, μαμά· όσα γράφουμε και ζητάμε από τον Χριστό πραγματοποιούνται;

– Βέβαια, ο Χριστός γνωρίζει τα πάντα.

Δεν με άφησε να διαβάσω τα γραπτά της.

Την άλλη μέρα, όταν η Μαρία επέστρεψε απο το σχολείο, βρήκε τον γιατρό στο σπίτι να εξετάζει τον πατέρα της.

Τότε κατάλαβε οτι η καρδιά του πατέρα της, που την αγαπά τόσο πολύ, δεν πρόκειται να ζήσει πάνω από 3 μήνες.

Ήταν μεγάλο σοκ για την μικρή, που άρχισε να κλαίει απαρηγόρητα:

– Γιατί συμβαίνει αυτό στον πατέρα μου;

Της είπα, μέσα στην ταραχή που με κατείχε, προσπαθωντας να την καθυσυχάσω:

– Να εύχεσαι, Μαρία και να ζητήσεις από τον Θεό να τον κάνει καλά, μην ξεχνάς το έλεος του Θεού, που είναι ικανός για τα πάντα.

Η μικρή πήρε μεγάλο θάρρος και μου είπε:

– Δεν θα πεθάνει ο πατέρας μου.

Κάθε πρωί φιλούσε τον πατέρα της, πριν πάει στο σχολείο.
Όμως, σήμερα του είπε:

– Μακάρι να γίνεις καλά να με πηγαίνεις στο σχολείο, όπως οι πατεράδες πηγαίνουν τις φίλες μου.

Ο πατέρας απάντησε, προσπαθώντας να κρύψει τον πόνο του:

– Πρώτα ο Θεός, σύντομα θά ’ρθει αυτή η μέρα.

Η μητέρα συνεχίζει:

«-Πήρα την μικρή μου στο σχολείο.

Είχα μεγάλη περιέργεια να δω τα γράμματα που γράφει η Μαρία στον Χριστό!

Έψαξα στο γραφείο της, όμως δεν βρήκα τίποτα.

Και σκέφτηκα μήπως τα είχε σκίσει!

Τέλος, βλέπω ένα κουτάκι που τής αρέσει πολύ και το άνοιξα.

Νά, μέσα βρήκα όλα τα γράμματά της και όλα απευθύνονται στον Χριστό:

-Χριστέ μου, να πάρει ο ξάδερφός μου το πτυχίο του, να γεννήσει η γάτα μας πολλά γατάκια, να πεθάνει ο σκύλος του γείτονα που με φοβίζει πολύ, να μεγαλώσουν τα λουλούδια στο κήπο μας για να τα πάω δώρα στην δασκάλα, να δώσεις περισσότερο μυαλό στην υπηρέτριά μας για μην κουράζει την μαμά.

Και άλλα πολλά αθώα γράμματα.

Μου έκανε εντύπωση πως όλα τα αιτήματά της είχαν πραγματοποιηθεί: ο ανηψιός μου πήρε το πτυχίο, η γάτα μας γέννησε πολλά γατάκια, ο σκύλος του γείτονά μας ψόφησε πριν δέκα μέρες, ο κήπος μας είναι γεμάτος με λουλουδια, από τα οποία μαζεύει η Μαρία και παίρνει στην δασκάλα.

Όμως μου έκανε πολλή εντύπωση ότι δεν βρήκα γράμμα για την θεραπεία του πατέρα της.

Εκείνη την στιγμή χτυπά το τηλέφωνο.

Η υπηρέτρια μου λέει:

– Κυρία, είναι από το σχολείο της Μαρίας.

Μου είπαν πως η Μαρία έπεσε από τον τέταρτο όροφο.

Το γεγονός ήταν τόσο απότομο, που ο άνδρας μου βουβάθηκε.

Γιατί πέθανε η Μαρία;

Δεν μπορούσα να το πιστέψω, ούτε να καταλάβω τί συνέβη.

Ξεγελούσα τον εαυτό μου και πήγαινα κάθε μέρα στο σχολείο, στο δρόμο όπου περπατούσαμε μαζί.

Πέρασε ένας χρόνος και κάποια μέρα άκουσα θορυβο στο δωμάτιο της Μαρίας.

Ήταν κλειστό από τότε που πέθανε, μπήκα και έριξα τον εαυτό μου στο κρεβάτι της κλαίγοντας.

Κοιτώ γύρω μου και βλέπω την μεγάλη εικόνα του Χριστού, μπροστά στήν οποία προσευχόταν.

Μόλις σήκωσα την εικόνα, βλέπω ότι υπήρχε ένα γράμμα πίσω από την εικόνα. Μου έκανε εντύπωση που το είχε βάλει εκεί. Όμως μέσα έγραφε:

– Χριστέ μου, Χριστέ μου, σε παρακαλώ, να πεθάνω εγώ και να ζήσει ο πατέρας μου».

Όντως, μας έχει πει ο Κύριος ότι ό,τι ζητάτε, θα το πάρετε, αρκεί να πιστεύετε ότι ο Θεός είναι ικανός να μας δώσει αυτό που ζητάμε.

Όταν δεν μας δίνει ο Θεός αυτό που ζητάμε, σημαίνει είτε ότι δεν έχουμε πίστη ότι ο Θεός μπορεί να μας το δώσει, είτε ότι αυτό που ζητάμε δεν μας συμφέρει να το έχουμε.

Και κάτι άλλο πολύ σημαντικό: η προσευχή που κάνουμε για τον άλλο που έχει ανάγκη έχει μεγάλη παρρησία στον Κύριο, και κάνει ακόμα και θαύματα, παρά τις ατέλειές μας, αρκεί να γίνεται με πόνο, ειλικρινή αγάπη και συναίσθηση της ελαχιστότητός μας μπροστά στο άπειρο έλεος του Κυρίου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ