Και όμως εξακολουθούν να επιμένουν. «Δεν ευκαιρούμε. Δεν μας αφήνουν οι δουλειές. Έχουμε οικογένεια, έχομε κοινωνικές υποχρεώσεις. Αγωνιζόμαστε μέρα και νύκτα για τον επιούσιο. Η ζωή είναι δύσκολη. Έως ότου έλθει ο θάνατος έχουμε καιρο».
Να αρχίσουμε από την τελευταία πρόταση της δικαιολογίας.
Αν επρόκειτο αυτοί που διατυπώνουν αυτή τη δικαιολογία να ζήσουν χιλιάδες χρόνια στον κόσμο αυτό και αν η κρίση γινόταν στο πολύ απώτερο μέλλον, και πάλι δεν θα είχαν δίκαιο να σκέπτονται και να μιλούν κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Διότι για την ημέρα εκείνη, η οποία θα θέσει τέρμα στην παρούσα ζωή και θα ανοίξει μπροστά μας την αιωνιότητα, και αιώνες ολόκληρους εάν ετοιμαζόταν ο άνθρωπος, δεν θα ήταν αρκετό.
Αλλά εφόσον η ζωή μας είναι τόσο σύντομη και τα τεχνικά μέσα τη διακόπτουν συχνά τόσο απρόοπτα, πως μπορεί να σταθεί ένας τέτοιος λογισμός;
«Εως ότου έλθει ο θάνατος έχουμε καιρό»!
Το σκέφθηκαν καλά, αυτοί που διατυπώνουν αυτή τη δικαιολογία; Εδώ κρίνεται όχι μια περίοδος της ζωής τους, ούτε επιτέλους η παρούσα ζωή.
Εδώ κρίνεται η αιωνιότητα, το μέλλον τους το ουράνιο, αυτή η σωτηρία τους. Και για τα αγαθά αυτά τα πνευματικά, τα τόσο ανεκτίμητα, αξίζει ετοιμασία πολυχρόνια, επιμελής, προσεκτική.
Είναι το μόνο που έχει να κάνει ο λογικός άνθρωπος, για να μη χάσει το παν. Διότι ο Θεός όρισε ημέρα, μεγάλη και φοβερή, κατά την οποία όλοι οι άνθρωποι θα λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους.
Πηγή: «Ο Νόμος του Θεού και ο Άνθρωπος», Αρχιμ. Καλλιστράτου Ν. Λυράκη, Αθήνα 2000