“Η αληθινή πράξη της ανακάλυψης δεν έγκειται στο να βρεις μια καινούρια γη, αλλά στο να δεις με καινούρια μάτια (Μαρσέλ Προυστ)”.
Όταν ήμουν νεαρή κοινωνική λειτουργός στην ψυχιατρική κλινική του κέντρου της Νέας Υόρκης, μου ζητήθηκε να μιλήσω με την Ροζ, μια εικοσάχρονη κοπέλα που είχε μεταφερθεί σ’ εμάς από κάποια άλλη κλινική.
Ήταν μια ασυνήθιστη εισαγωγή, μια και δεν είχαμε καμιά πληροφορία για την περίπτωσή της πριν από την πρώτη μου συνάντηση μαζί της. Γι’ αυτό μου είπαν να “αυτοσχεδιάσω” και να προσπαθήσω να καταλάβω ποιο ήταν το πρόβλημά της και τι χρειαζόταν.
Χωρίς να έχω καμία διάγνωση, για να βασιστώ, αντιμετώπισα την Ροζ ως μία δυστυχισμένη, παρεξηγημένη νεαρή γυναίκα που κανείς από τους προηγούμενους θεραπευτές της δεν την είχε ακούσει πραγματικά.
Η οικογενειακή της κατάσταση ήταν δυσάρεστη. Δεν την αντιμετώπισα ως ψυχικά διαταραγμένο άτομο, αλλά ως κάποια παρεξηγημένη και μοναχική ύπαρξη. Καθόμουν και την άκουγα και εκείνη ανταποκρινόταν πολύ θετικά.
Τη βοήθησα να αρχίσει μια νέα, αξιόλογη ζωή – να βρει δουλειά, ένα καλό μέρος να μείνει και καινούργιους φίλους. Τα πήγαμε καλά και άρχισε αμέσως να κάνει σημαντικές αλλαγές στη ζωή της.
Ο φάκελος από την προηγούμενη ψυχιατρική κλινική έφτασε ένα μήνα, αφότου η Ροζ και εγώ είχαμε αρχίσει την επιτυχημένη μας συνεργασία. Προς μεγάλη μου έκπληξη, ο φάκελός της ήταν αρκετά μεγάλος και περιέκλειε μια εκτενή περιγραφή από νοσηλείες και ιδρύματα.
Η διάγνωση ήταν “παρανοϊκή σχιζοφρένεια” και συνοδευόταν από το σχόλιο ότι “δεν υπήρχαν περιθώρια βελτίωσης”.
Η δική μου εντύπωση για την Ροζ ήταν εντελώς διαφορετική. Αποφάσισα να μη λάβω υπόψη μου εκείνα τα έγγραφα. Ποτέ δεν της φέρθηκα σαν να ήταν κάποια “χωρίς περιθώρια βελτίωσης”. (Αυτό ήταν ένα μάθημα που με δίδαξε να αμφισβητώ την αξία και τη βεβαιότητα των διαγνώσεων).
Από την ίδια έμαθα για τη φρίκη εκείνων των νοσηλειών, τη νάρκωση, την απομόνωση και τη σκληρή μεταχείριση. Έμαθα επίσης πολλά για το πώς επιβιώνει κανείς ύστερα από τέτοιες τραυματικές εμπειρίες.
Στην αρχή η Ροζ βρήκε δουλειά και στη συνέχεια ένα σπίτι για να μείνει, μακριά από την προβληματική της οικογένεια. Έπειτα από μερικούς μήνες συνεργασίας μας, μου σύστησε το μέλλοντα σύζυγό της, έναν επιτυχημένο επιχειρηματία που τη λάτρευε.
Όταν ολοκληρώσαμε τη θεραπεία, η Ροζ μου έκανε δώρο έναν ασημένιο σελιδοδείκτη, μαζί με ένα σημείωμα που έλεγε, “Σ’ ευχαριστώ που μου έδειξες εμπιστοσύνη”.
Έχω πάντα αυτό το σημείωμα μαζί μου και θα το κρατήσω για όλη μου τη ζωή, για να μου θυμίζει τα “πιστεύω” μου και τους αγώνες μου για τους ανθρώπους. Όλα αυτά χάρη στο θρίαμβο μιας γενναίας γυναίκας απέναντι σε μια διάγνωση “χωρίς περιθώρια βελτίωσης”.
Τ. Τζούντι Τέπελμπαουμ
(Βάλσαμο για την ψυχή στο χώρο της δουλειάς, εκδ. Διόπτρα, σελ.54-55)