Βρε τι πάθαμε…
Κάποια άλλη φορά συζητούσαμε για το μαγνητόφωνό του, από το οποίο άκουγε, πότε πότε, βυζαντινή μουσική και είχε χαλάσει και γι’ αυτό χρειάσθηκε να το πάω στην αντιπροσωπεία για επισκευή.
Μου έλεγε: «Καλό είναι το μαγνητόφωνο, όταν ακούμε απ’ αυτό καλά πράγματα. Μια μέρα μου τηλεφώνησε μια κυρία και με ρωτούσε για προβλήματά της κι εγώ της απαντούσα. Και, χωρίς να μου πει τίποτε, έγραψε τη συνομιλία στο τηλέφωνό της, αντιγράψανε την κασέτα κι άλλες κυρίες στη γειτονιά της και τώρα την ακούνε και κουτσομπολεύουν
. Βρε τι πάθαμε!» Ήταν κάτι απροσδόκητο, που στενοχώρησε πολύ το Γέροντα.
Φαίνεται πώς ο Θεός δεν επέτρεψε, για λόγους που εκείνος γνωρίζει, να το «δει» εγκαίρως ο Γέροντας και να το προλάβει.
Βέβαια, ο εμφανής λόγος της δυσαρέσκειας του Γέροντα, ήταν η φυγή σκανδαλισμού. Υπήρχε όμως και ο αφανής, γενικότερος λόγος, της ταπεινοφροσύνης του.
Ο Γέροντας, σαν γνήσιος ορθόδοξος αναχωρητής, έστω μέσα στον κόσμο, αγαπούσε πάντα το «λάθε βιώσας» και τον ενοχλούσε πολύ η προβολή και η διαφήμισή του, με οποιοδήποτε οπτικοακουστικό ή άλλο μέσο… [Γ 318]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.249)