Το ωμοφόριο του πατριάρχη.
Ο πατριάρχης Αντιοχείας Εφραίμιος (527-546) είχε θερμό ζήλο για την ορθόδοξη πίστη.
Όταν λοιπόν άκουσε ότι στην περιοχή της Ιεραπόλεως ασκήτευε κάποιος αιρετικός στυλίτης, πήγε κοντά του για να τον επαναφέρη στην Ορθοδοξία.
Αφού συζήτησαν αρκετά, ο στυλίτης επέμενε και ζήτησε έμπρακτες αποδείξεις.
– Δηλαδή τι θέλεις; Με τι τρόπο να σου αποδείξω την ορθότητα των δογμάτων μας;
– Να, κύριε πατριάρχη, αποκρίθηκε ο στυλίτης. Ν’ ανάψουμε μια φωτιά και να μπούμε και οι δύο μέσα! Όποιος δεν καή, αυτός θα είναι πραγματικά ορθόδοξος.
Τότε ο θειος Εφραίμιος του λέει:
– Έπρεπε, παιδί μου, να μ’ ακούσης σαν πατέρα και τίποτε περισσότερο να μη ζητήσης.
Επειδή όμως ζήτησες απόδειξη που ξεπερνά τις δικές μου δυνάμεις, θα εμπιστευθώ στον
Κύριό μου και θα το κάνω αυτό για τη σωτηρία της ψυχής σου!
Γυρίζει μετά στους ακολούθους του και τους παραγγέλλει:
– Ευλογητός ο Θεός. Φέρτε εδώ μερικά ξύλα.
Και αφού τα έφεραν, ανάβει φωτιά ο πατριάρχης μπροστά στον στύλο και απευθύνεται στον στυλίτη.
– Κατέβα λοιπόν να μπούμε και οι δύο στη φωτιά αυτή, όπως ζήτησες.
Κατάπληκτος εκείνος για την πίστη του πατριάρχη, αρνείται να κατεβή.
– Εσύ δεν το πρότεινες αυτό; Του λέει ο πατριάρχης. Πώς τώρα αρνείσαι να κατέβης;
Τότε ο θείος Εφραίμιος έβγαλε το ωμοφόριο του, πλησίασε τη φωτιά και προσευχήθηκε:
– Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός μας, ο οποίος σαρκώθηκες για τη σωτηρία μας από τη Δέσποινά μας, Αειπάρθενη Θεοτόκο, φανέρωσέ μας την αληθινή πίστη.
Μόλις τελείωσε την προσευχή αυτή, πέταξε το ωμοφόριο στη μέση της φωτιάς. Η φωτιά άναβε πολλή ώρα και αποτέφρωσε όλα τα ξύλα. Μόλις έσβησε, πλησίασαν και πήραν το ωμοφόριο σώο και άβλαβές, χωρίς ίχνος καψίματος.
Ο στυλίτης, συγκλονισμένος, αναθεμάτισε την αίρεση στην οποία πίστευε, προσήλθε στην Ορθοδοξία και σύντομα κοινώνησε από τα χέρια του πατριάρχη.
(Λειμωνάριον, στο Χαρίσματα και χαρισματούχοι,τόμος Γ , εκδ. Ι Μ Παρακλήτου, σελ191-192)