«Οἱ δίκαιοι ἄνθρωποι βλέπουν τοὺς ἑαυτούς τους ὡς ἁμαρτωλούς, ἐνῶ οἱ ἁμαρτωλοὶ βλέπουν τοὺς ἑαυτούς τους ὡς δικαίους.
Στὴν ψυχὴ ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ ἀφώτιστου ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν σκέπτεται γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή, ὁ ὁποῖος δὲν σκέπτεται γιὰ τὴν διόρθωσή του, ὁ ὁποῖος δὲν σκέπτεται πῶς θὰ λογοδοτήσει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅλα συγχωνεύονται καὶ ὁ ἴδιος δὲν δύναται νὰ κάνη κάτι ἐπαὐτοῦ· μόνον ὁ Παντεπόπτης Θεὸς βλέπει τὴν οἰκτρὰ κατάσταση τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου τούτου.
Ἕνας ασκητὴς θρηνοῦσε συνεχῶς· ὁ υποτακτικός του τὸν ἐρώτησε:
«Πάτερ, γιὰ ποιὸ λόγο θρηνεῖς;».
«Γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου, τέκνον μου», ἀπήντησε.
«Ὅμως, τί ἁμαρτίες ἔχεις; Καὶ γιατί θρηνεῖς γι αὐτὲς τόσο πολύ;».
«Τέκνον μου», ἀπήντησε ὁ Ἀσκητής, «ἄν ἔβλεπα τὶς ἁμαρτίες μου ὅπως εἶναι, σὲ ὅλη τους τὴν ἀσχήμια, θὰ σοῦ ζητοῦσα νὰ θρηνῆς καὶ σὺ γι αὐτὲς μαζί μου»!
Ἔτσι ἀκριβῶς εἶναι ποὺ αὐτοὶ οἱ ἐξαιρετικοὶ ἄνθρωποι ὁμιλοῦσαν περὶ τοῦ ἑαυτοῦ τους!”
Άγιος Φιλάρετος τῆς Ρωσικῆς διασπορᾶς Ἀσκητής καί Ὁμολογητής.