Ο παπα- Ηλίας στο θεραπευτήριο «Ευαγγελισμός» είχε ζεστό κονάκι για τον αποκαρδιωμένο. Κάθε μέρα από τις 4 το απόγευμα μέχρι τις δέκα το βράδυ παρείχε πλούσια νοσηλεία με πολλή υπομονή στους περιπεσόντας εις τους ληστάς και καυτηρίαζε και βαλσάμωνε ψυχές.
Σε κανένα δεν αρνείτο να τον ακούση , όσο κουρασμένος και να ήταν. Πάντοτε με το επιτραχήλιο καθισμένος στην «ηλεκτρική καρέκλα», όπως συνήθιζε να την χαρακτηρίζη, άκουγε με πρόσωπο εκστατικό τον μετανοούντα.
Έδειχνε ότι σε πρόσμενε στο εξομολογητήριο. Πόσα δεν άκουσε εκείνο το «περίπτερο» που είχε στήσει στην γωνιά της εκκλησιάς του Ευαγγελισμού. Για να διευκολύνη τους προσερχομένους στην εξομολόγηση, έγραψε μικρό βιβλίο, επιγράφοντας το «Γιατί δεν του ανοίγεις;», με εικόνα στο εξώφυλλο τον Κύριο που κτυπά την χωρίς μάνταλο πόρτα .
Τις πρωινές ώρες περιεφέρετο στους θαλάμους των ασθενών κάθε μέρα. Παρηγορούσε, εξωμολογούσε και βοηθούσε τους εγκαταλελειμμένους. Πολλές φορές θεάθηκε μ’ ένα χαρτί στα χέρια να πηγαίνη από γραφείο σε γραφείο, για να βγάλει πιστοποιητικό απορίας για εγκαταλελειμμένους, μέχρι και αγιορείτες κελλιώτες και σκητιώτες.
Παρακινούσε τους ασθενείς στην εξομολόγηση , χωρίς να γίνεται φορτικός και ανεπιθύμητος. Την γνώριζε καλά την τέχνη των τεχνών, την διαποίμανση των ψυχών. Στην εμμονή της αμαρτίας ήταν άτεγκτος, και μάλιστα στους ρασοφόρους. Είχε την εκτίμηση και τον σεβασμό όλου του προσωπικού.
Αργότερα τον έκαναν εκόντα-άκοντα επίσκοπο και σβήστηκε η εστία του Ευαγγελισμού. Πολλοί νοστάλγησαν τις θείες Λειτουργίες και τα απλά του και συγκροτημένα κηρύγματα∙ ιδιαιτέρως της εξομολόγησης την Χάρη. Τότε άκουσα να λέγη ένας Χριστιανός: «Χάσαμε τις εφεδρείες μας».
Ως επίσκοπο τον απέσυρε η Εκκλησία , γιατί δεν άντεχε καλόγερο στην υψηλή της αυλή…
Πετράδια της μίτρας του ήταν η απλότητα, το ευπροσήγορο και προσηνές, το φιλακόλουθο και, το πιο πολύτιμο, η πατρότητα. Δεν σε άφηνε στο στόμα του λύκου∙ σου σφύριζε κυριολεκτικά να σε γλυτώση.
Τον είπαν σκληρό και τραχύ, γιατί δεν έφευγε από τις αρχές του με τίποτε. Ο πατήρ Ηλίας θα μείνη στην ιστορία των αρχιερέων γνωστός για την ταπεινοφορία του, την ευτέλεια των αμφίων και των ενδυμάτων του.
Τα άμφιά του ήταν από τα φθηνότερα υφάσματα της εκκλησιαστικής αγοράς. Είχε και άλλα κοσμήματα, που δεν πρέπει να παραλείψω. Την ελεημοσύνη, την οποία προτιμούσε υπέρ παν άλλο.
Πολλές φορές πλήρωσε χρέη, να μη χάσουν την κατοικία τους. Και οικοτροφείο διατηρούσε με τον πατέρα Ευσέβιο για άστεγους φοιτητές. Ένα ακόμη κόσμημα: το πνεύμα της μαθητείας, το οποίο δεν εγκατέλειψε μέχρι τα βαθειά του γεράματα.
Για να λειτουργήση το μοναστήρι του επί τη βάσει του ορθοδόξου μοναχισμού και όχι με δικά του πρότυπα, ρωτούσε πάντα σαν μικρό παιδί.
Μετά τον διωγμό του δεν έμεινε ανενέργητος και αδρανής. Επέστρεψε στο εξομολογητάριο και ίδρυσε με πολλούς κόπους γυναικεία Μονή. Επισυνήγαγε πνευματικές κόρες του, που μαρτυρούν μέχρι σήμερα απροσποίητα και ανεπίδευτα τον Χριστό.
Δεν προχώρησαν σε καινοφανή πράγματα, αλλ’ έμειναν στις παραδόσεις του πατρός Ηλία, όπως ακριβώς τις παρέλαβε από τον γέροντα Αμφιλόχιο Μακρή.
Έπειτα από μακροχρόνια ασθένεια ανεπαύθη εις την Μονήν. Υπάρχει τόμος αφιερωμένος στην μνήμη του.
Από το βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Ιερά Μονή Δοχειαρίου , Άγιον Όρος
Γραφικές Τέχνες – Εκδόσεις: «Το Παλίμψηστον»