Η ΄Αννα Γκουτζιαμάνη-Στυλιανάκη γεννήθηκε στη Σιάτιστα. Αποφοίτησε από το Τραμπάντζειο Γυμνάσιο και σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης. Έζησε και δίδαξε τα περισσότερα χρόνια στα Δημοτικά σχολεία Σιάτιστας .
Τώρα μοιράζει το χρόνο της ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και τη Σιάτιστα που αγαπάει. Στη στήλη αυτή, με ιδιαίτερη ευαισθησία και γνώση, μας ταξιδεύει στην παλιά Σιάτιστα, τη Σιάτιστα των αναμνήσεών της.
Σεπτέμβρης μήνας ή Σταυρός, όπως τον έλεγαν στον τόπο μας. Μεγαλύτερη γιορτή η ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, στις 14 του μήνα.
Οι ενοριακοί ναοί σε Χώρα και Γεράνεια γέμιζαν από κόσμο. Όλοι πηγαίναμε μ’ ένα ματσάκι βασιλικό, για να στολίσουμε το Σταυρό του Χριστού.
Το αφήναμε σ’ ένα πανέρι δίπλα στο προσκυνητάρι, προσκυνούσαμε ευλαβικά το Σταυρό, παίρναμε «διαβασμένο»-αγιασμένο βασιλικό από το χέρι του παπά και παρακολουθούσαμε την ιδιαίτερα κατανυκτική θεία Λειτουργία.
Κρατώντας το χέρι της γιαγιάς μου γυρίζαμε στο σπίτι για να «κάνουμε το έθιμο της μέρας»:
Το προζύμι του Σταυρού.
Η γιαγιά μου βουτούσε «το βασιλικό του Σταυρού» σε χλιαρό νερό. Σ’ ένα πήλινο δοχείο μ’ ένα κουτάλι ανακάτευε μια χούφτα αλεύρι, λίγο αλάτι και το ευωδιαστό νερό.
Το χυλό που δημιουργούνταν τον σταύρωνε με το βασιλικό τρεις φορές, στη συνέχεια σχημάτιζε το σημείο του σταυρού πάνω του με τα κλωνάρια του βασιλικού, και τον σκέπαζε με υφαντή πετσέτα (ψωμόταβλα).
Όση ώρα έκανε αυτήν την προετοιμασία έψελνε το απολυτίκιο της ημέρας κι εγώ προσπαθούσα να το μάθω.
Την επόμενη μέρα ξεσκέπαζε το χυλό κι έβλεπε φουσκάλες γύρω από τα φύλλα και τα άνθη του βασιλικού.
Την τρίτη μέρα φούσκωνε και ο χυλός και γέμιζε το δοχείο. Αφαιρούσε τότε από τη ζύμη το βασιλικό και τον ξέπλυνε πάλι με χλιαρό νερό.
Σε μικρή ξύλινη σκάφη είχε έτοιμο κοσκινισμένο αλεύρι, άνοιγε στο κέντρο του μια λακουβίτσα, έριχνε το φουσκωμένο χυλό, το χλιαρό νερό από το ξέπλυμα του βασιλικού και ζύμωνε ψέλνοντας πάλι τους ύμνους της γιορτής.
Τη ζύμη αυτή τη σταύρωνε, τη σκέπαζε και γινόταν το νέο προζύμι. Το βασιλικό τον έκαιγε στη φωτιά, ή τον σκέπαζε με χώμα στον κήπο.
Μετά έκανε μικρές μπαλίτσες με το «αγιασμένο προζύμι», τις έβαζε μία-μία σ’ ένα φύλλο από την κληματαριά της αυλής μας και με έστελνε να τις δώσω στις γειτόνισσες και να τους ευχηθώ:
Να ΄χετε καλοζυμωμένα τα ψωμιά σας όλο το χειμώνα.
Αυτό το «προζύμι του Σταυρού» το έκαναν μόνο οι ηλικιωμένες γυναίκες κι έτσι «ανανέωναν» όλες το προζύμι τους, που από τις ζέστες του καλοκαιριού ξύνιζε και χαλούσε.