Όταν αποφεύγει ο άνθρωπος τις πολλές κουβέντες, τις διαμάχες, την ταραχή και την σύγχυση, έλεγε ο Αββάς Ποιμήν, το Άγιο Πνεύμα επισκιάζει την ψυχή του και τότε, όσο στείρα κι αν είναι, θα βλαστήσει καρπούς πνευματικούς.

Του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού: Ο Θεός, καθώς λέγει η Γραφή, είναι ήλιος δικαιοσύνης, που με τις ακτίνες της καλοσύνης Του ομορφαίνει το σύμπαν. Η ψυχή πάλι, ανάλογα με την προαίρεσή της, γίνεται ή κερί, σαν φιλόθεη, ή πηλός, σαν φιλόυλη.

Όπως λοιπόν ο πηλός, όταν εκτεθεί στον ήλιο, ξεραίνεται και το κερί μαλακώνει, το ίδιο κι η ψυχή. Εκείνη που είναι δοσμένη στα εγκόσμια και υλικά, όταν έλθει σ’ επαφή με τον Θεό, σκληραίνεται, σαν το Φαραώ, και χάνει κάθε ελπίδα σωτηρίας.

Η φιλόθεη ψυχή όμως, όταν εκτεθεί στις φλογερές ακτίνες της θείας αγάπης, απαλύνεται, αποτυπώνει τους χαρακτήρες των Αγίων και γίνεται κατοικία Θεού. Έτσι, στη φυσική «κατ’ εικόνα» ομορφιά προσθέτει και την «καθ’ ομοίωσιν».

***

Ένας αρχάριος μοναχός εξομολογήθηκε στον Αββά Σισώη, πως επιθυμούσε μεν να διατηρεί καθαρή την καρδιά του, αλλά δεν το κατόρθωνε πάντοτε. “Όσο αφήνουμε, παιδί μου, ανοιχτή την πόρτα με την γλώσσα μας, δεν καταλαβαίνεις πως είναι αδύνατο να κρατήσουμε καθαρή την καρδιά μας; Του είπε ο σοφός Αββάς.”

***

Ένας ευλαβής χριστιανός άφησε τον κόσμο, πήρε το μικρό του γιο κι επήγε στην έρημο. Πέρασαν χρόνια. Ο πατέρας, που είχε προοδεύσει πολύ στην αρετή, έφερε με την προσευχή του στα λογικά του κάποιο δαιμονισμένο. Τότε ο γιος πήγε σ’ ένα μεγάλο Γέροντα και του παραπονέθηκε:

Ο πατέρας μου, Αββά, πρόκοψε πιο πολύ από μένα και διώχνει δαιμόνια. “Δεν είναι μόνο αυτό σημάδι προκοπής, αποκρίθηκε ο Γέροντας. Δεν είναι του ανθρώπου, αλλά του Θεού η δύναμη που κάνει θαύματα, καθώς κι η πίστη του αρρώστου ή των συγγενών του.

Πολλοί που δεν κατάλαβαν αυτό, έπεσαν σε υπερηφάνεια και ζημιώθηκε η ψυχή τους. Η πιο μεγάλη προκοπή για τον άνθρωπο είναι η ταπεινοσύνη της καρδιάς. Όποιος αξιωθεί να την αποκτήσει, δεν έχει φόβο να παρασυρθεί ποτέ από το κακό και την αμαρτία.”

***

Σαν πλησίαζε η ενάτη ώρα, θύμιζε πάντοτε στον Όσιο Σισώη ο μαθητής του να σηκωθεί να φάγει το λίγο ψωμάκι του. “Δε φάγαμε τέκνον; Ρωτούσε ο Γέροντας.” “Όχι ακόμη, Αββά.” “Ε, τότε ας φάμε.” Δεν αισθανόταν την ανάγκη της υλικής τροφής, γιατί τρεφόταν με πνευματική η καθαρή ψυχή του.

***

Διηγούνται οι συνασκητές του για τον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, πως ο νους του πολύ συχνά σταματούσε σε πνευματική θεωρία και την ώρα ακόμη που ήταν απασχολημένος με το εργόχειρο του.

Μια μέρα έπλεξε ψαθί για δυο ζεμπίλια και το έραψε σε ένα. Το κατάλαβε πια, όταν πήγε να το κρεμάσει στη θέση του. Άλλοτε πάλι πέρασε από το κελί του ένας Αδελφός να πάρει στην αγορά τα ζεμπίλια του Γέροντος.

Εκείνος πήγε μέσα να τα φέρει, αλλά, απορροφημένος στις σκέψεις του καθώς ήταν, λησμόνησε και κάθισε στο πλέξιμο του. Βλέποντας πως αργούσε, ο Αδελφός χτύπησε πάλι την πόρτα. Σαν βγήκε ο Γέροντας, του θύμισε τα ζεμπίλια. Μπήκε εκείνος να τα φέρει, μα πάλι τα ξέχασε.

Για τρίτη φορά λοιπόν αναγκάστηκε να χτυπήσει ο Αδελφός. “Τι ζητάς, παιδί μου; Ρώτησε προβάλλοντας πάλι στην πόρτα ο Όσιος.” “Τα ζεμπίλια, Αββά.” Ο Γέροντας τότε τον πήρε από το χέρι και τον έφερε μέσα στο κελί. “Αν ήλθες για ζεμπίλια, του είπε, να εδώ είναι. Πάρε όσα σου χρειάζονται, γιατί εγώ δεν ευκαιρώ.”

***

Αν αξιώθηκες να λάβεις κάποιο χάρισμα πνευματικό, συμβουλεύει κάποιος Πατήρ, μην υψηλοφρονείς γι’ αυτό. Τίποτε καλό δεν έχεις, που να μην προέρχεται από τον Θεό. Αν λοιπόν δεν πολιτεύεσαι σύμφωνα με το θέλημά Του, θ’ αφαιρέσει από σένα το δικό Του χάρισμα και θα το δώσει σ’ άλλον πιο ταπεινό και αγαθό.

***

Λένε για κάποιο Γέροντα πως επτά ολόκληρα χρόνια προσευχόταν να του δώσει ο Θεός κάποιο πνευματικό χάρισμα. Όταν επί τέλους το έλαβε, πήγε να το πει σ’ ένα γείτονά του διακριτικό Πατέρα. “Μεγάλος κόπος, έκανε εκείνος, κουνώντας το κεφάλι του.

Πήγαινε να κάνεις άλλα επτά χρόνια προσευχή να σου το αφαιρέσει ο Θεός, γιατί δε σε συμφέρει.” Ο Γέροντας υπάκουσε και προσευχήθηκε, ώσπου του πήρε πάλι ο Θεός το χάρισμα που τόσο επίμονα ζητούσε.

Ένας Ερημίτης δέχτηκε μια μέρα την επίσκεψη κάποιου συνασκητού του. Σαν έφτασε η ώρα του φαγητού, είπε στον υποτακτικό του να ετοιμάσει λίγη φακή και να βρέξει τα παξιμάδια για να φιλοξενήσουν τον επισκέπτη. Ο νέος έκανε όπως του είπαν.

Οι Γέροντες όμως απορροφημένοι από την πνευματική συζήτηση, που είχαν αρχίσει, έμειναν στη θέση τους ως την άλλη μέρα το μεσημέρι, χωρίς να νοιώσουν πείνα ή νύστα ή κάποια κούραση.

Τότε είπε πάλι ο Ερημίτης στον υποτακτικό του: “Μαγείρεψε, τέκνον, λίγη φακή, να φάγει ο ξένος μας.” “Από χτες, Αββά, είναι όλα έτοιμα στην τράπεζα, αποκρίθηκε ο νέος.” Έτσι καθήσανε πια όλοι μαζί να φάνε.

***

Ένας αρχάριος Μοναχός ρώτησε κάποιο Γέροντα πως σε μερικούς ανθρώπους έχει δοθεί το χάρισμα να βλέπουν αποκαλύψεις και να μαθαίνουν ουράνια μυστήρια. “Μη μακαρίζεις μόνο αυτούς, παιδί μου, αποκρίθηκε ο σοφός Γέροντας, μα πιο πολύ εκείνους που βλέπουν διαρκώς τις αμαρτίες τους, ανακαλύπτουν τις αδυναμίες τους και γνωρίζουν καλά τον εαυτό τους.”

“Πριν λίγες ημέρες, Αββά, είπε πάλι ο Αδελφός, είδα ένα Μοναχό να βγάζει δαιμόνιο από κάποιον άρρωστο και τον θαύμασα.”

“Εγώ δεν επιθύμησα ποτέ, αποκρίθηκε ο Γέροντας, να διώχνω δαιμόνια και να γιατρεύω αρρώστιες. Παρακαλώ μόνο τον Θεό να μη γίνω ο ίδιος περίγελος του Σατανά κι αγωνίζομαι να καθαρίσω το μυαλό μου από πονηρές σκέψεις.

Αν το κατορθώσω, τότε θα είμαι άξιος θαυμασμού. Όποιος πετύχει να καθαρίσει την ψυχή του από αμαρτίες κι αγαπά τον Θεό και τον πλησίον του, θα κληρονομήσει την αιώνιο ζωή μαζί με τους θαυματουργούς Πατέρες.”

***

Κάποιος αδελφός ρώτησε με μέρα ένα έμπειρο Γέροντα, με τι τρόπο πρέπει να καλλιεργεί ο άνθρωπος τον εσωτερικό του κόσμο, για να έχει πνευματική καρποφορία. “Τρία πράγματα είναι απαραίτητα για την καλλιέργεια της ψυχής: Πρώτον, η ησυχία, δεύτερον, η προσευχή και, τρίτον η αυτογνωσία.

Αυτή η τελευταία επιτυγχάνεται, όταν μάθει ο άνθρωπος να μη προσέχει τα σφάλματα του άλλου, παρά μόνο τα δικά του. Αν επιμείνει σ’ αυτά, δε θ’ αργήσει να καρποφορήσει η ψυχή σ’ όλες τις άλλες αρετές.”

***

Ένας ερημίτης έζησε τριάντα ολόκληρα χρόνια στην έρημο, τρώγοντας μόνο τους καρπούς μιας φοινικιάς που είχε φυτρώσει έξω από την καλύβα του. Ύστερα όμως του έσπειρε ζιζάνια στο νου ο διάβολος κι άρχισε να συλλογίζεται πως άδικα σπατάλησε εκεί τόσα χρόνια.

Τι κέρδισα τάχα; Έλεγε στον εαυτό του. Ούτε αποκαλύψεις είδα ούτε κανένα θαύμα έκανα, όπως οι παλιοί Ασκητές. Ας γυρίσω στον κόσμο, ίσως εκεί προκόψω περισσότερο.

Το είχε σχεδόν αποφασίσει κι ετοιμαζόταν, όταν ο Θεός, που τον λυπήθηκε για τους τόσους κόπους του, έστειλε τον Άγγελό του να τον εμποδίσει. “Τι μεγαλύτερο θαύμα θέλεις, του είπε ο Άγγελος, από την υπομονή και τη μεγαλοψυχία που σου έδωσε ο Θεός, να μείνεις τόσα χρόνια ολομόναχος σ’ αυτό τον άγριο τόπο, τρώγοντας μόνο τους καρπούς τούτου του δέντρου;

Κάνε λίγο ακόμη υπομονή και ζήτησε από τον Θεό περισσότερη ταπείνωση.” Έτσι έμεινε στον τόπο του ο Ερημίτης, ευχαριστώντας τον Θεό που τον στήριξε με τον Άγγελο Του.

Από το Γεροντικό

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ