Του Μόσχου Λαγκουβάρδου

«Οι φίλοι μου και οι πλησίον μακρόθεν έστησαν και ήγγισαν» (Ψαλμ 37)

Αν δεν ένιωσες εγκαταλειμμένος από όλους, ακόμα κι απ΄ τους δικούς σου, δεν θα καταλάβεις την ψυχή που πονάει γιατί νιώθει ότι εγκαταλείφθηκε από όλους, όπως ένιωσε ο Δαβίδ και συνέθεσε αυτούς τους υπέροχους ψαλμούς, που ο πολύς κόσμος τους αγνοεί κι έχει παραδοθεί στην κριτική σκέψη του.

Ένα παιδάκι καθόταν κοντά στις γραμμές του τραίνου και κάθε φορά χαιρετούσε τον κόσμο που ταξίδευε με το τραίνο, αλλά κανένας δεν του απαντούσε. Ώσπου παραπονέθηκε στον πατέρα του.

Ο πατέρας του που δεν είχε τον κριτικό νου που έχει ο πολύς κόσμος, ένιωσε το παράπονο του παιδιού του και πήγε στον μηχανοδηγό και του μίλησε. Από τότε κάθε μέρα ο μηχανοδηγός χαιρετούσε το μικρό παιδί , με σημαίες και σαλπίσματα!

Δείχνουμε συμπάθεια και θαυμασμό στο μικρό παιδί που έχουμε μέσα μας, και που λαχταράει τη συμπάθεια και το θαυμασμό, δηλαδή την αγάπη, κι ο κριτικός νους διαμαρτύρεται γιατί φοβάται την εξάρτηση.

Ποια εξάρτηση απ΄ την ανιδιοτελή αγάπη; Εξάρτηση είναι από την εγκατάλειψη. Όταν δεν νιώθουμε τον πόνο της ψυχής του παιδιού μας, και δεν του δείχνουμε την συμπάθεια και το θαυμασμό γι΄ αυτό που είναι, αυτό είναι εγκατάλειψη και εξάρτηση. Κι αυτό πρέπει να προσέξουμε να το εξαλείψουμε, να μην υπάρχει.

Κι ο μόνος τρόπος είναι ο θαυμασμός και η συμπάθεια. Γιατί η αγάπη θεραπεύει. Η αγάπη , η ανιδιοτελής αγάπη είναι το πιο λαμπρό πράγμα του κόσμου!

Ψαλμός 38 (Απόδοση)
«Ταλαιπωρήθηκα, κυρτώθηκα εντελώς. Θλιμμένος περπατώ όλη τη μέρα. Τα σπλάχνα μου είναι γεμάτα φλόγωση και δεν υπάρχει υγεία στο κορμί μου.

Φθάρθηκα και τσακίστηκα ολότελα. Κραυγάζω από τον πόνο της καρδιάς μου.
Κύριε, εσύ γνωρίζεις όλη τη λαχτάρα μου, κι ο στεναγμός μου δεν σου είναι κρυφός.
Χτυπάει η καρδιά μου ανάστατη, μ’ άφησε η δύναμή μου.ως και το φως ακόμα των οφθαλμών μου το ‘χασα κι αυτό. Φίλοι και γνώριμοι δεν μου συμπαραστάθηκαν στα βάσανά μου. Κι οι πιο δικοί μου με κρατάνε σε απόσταση. (…)

Αλλά εγώ κάνω τον κουφό, πως δεν ακούω. Και τον μουγγό που δεν μπορεί να μιλήσει.

Είμαι σαν ένας άνθρωπος που δεν ακούει τίποτα κι απόκριση στο στόμα του δεν έχει. Γιατί σ’ εσένα, Κύριε, έλπισα, εσύ θα μου αποκριθείς, Κύριέ μου και Θεέ μου. Είπα «ας μη χαρούν μ’ εμένα οι εχθροί μου». (…)

Μη μ’ εγκαταλείπεις, Κύριε. Θεέ μου, μη φεύγεις μακριά μου. Έλα γοργά και βοήθησέ με, Κύριε και σωτήρα μου.»
(Απόσπασμα)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ