Ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς συνιστᾶ νὰ σκοτώνουμε ἀνθρώπους μὲ βάρβαρη συμπεριφορὰ καὶ νὰ στέλνουμε ψυχὲς στὸν Παράδεισο, ἀλλὰ νὰ βοηθᾶμε τοὺς συνανθρώπους μας, γιὰ νὰ πᾶμε μαζὶ ὅλοι στὸν Παράδεισο.
Ἐκεῖνοι φυσικὰ ποὺ ὑπομένουν μαρτύριο ἀπὸ Χριστιανούς, ἔχουν μεγαλύτερο μισθὸ καὶ ἀπὸ τοὺς Μάρτυρες, ἐὰν ὑπομένουν μὲ χαρὰ καὶ δὲν κατακρίνουν αὐτοὺς ποὺ τοὺς βασανίζουν, ἀλλὰ τοὺς εὐγνωμονοῦν γιὰ τὴν ἐξόφληση τῶν ἁμαρτιῶν τους καὶ γιὰ τὸν μισθὸ ὅταν δὲν ἔφταιξαν στὴν ζωή τους καὶ γιὰ τὸ στεφάνι ποὺ θὰ λάβουν ἀπὸ τὸν Χριστὸ ἐξαιτίας τους.
Ὅποιος φέρεται μὲ βάρβαρο τρόπο, δῆθεν γιὰ νὰ ὠφελήσει τὶς ψυχὲς πνευματικά, εἶναι χειρότερος ἀπὸ τὸν Διοκλητιανό, γιατί ἐκεῖνος ἦταν εἰδωλολάτρης καὶ ὄχι Χριστιανός.
Ὅπως ὁ Καλὸς Θεὸς μᾶς φέρεται ὅλο μὲ ἀγάπη καὶ καλοσύνη καὶ μᾶς καλεῖ στὸν Παράδεισο, ἔτσι κι ἐμεῖς δὲν θὰ πρέπει νὰ φερόμαστε βάρβαρα στοὺς συνανθρώπους μας καὶ νὰ ἀναπαύουμε καὶ τὸν λογισμό μας ὅτι δῆθεν στέλνουμε ψυχὲς στὸν Παράδεισο μὲ τὸν σκληρό μας τρόπο.
Ὁ ἐμπαθὴς ἄνθρωπος, ἐὰν ἐλέγξει ἐγωιστή, τότε εἶναι ποὺ χτυπάει ὁ πυριόβολος στὴν στουρναρόπετρα, καὶ πετιοῦνται φωτιές! Ἐὰν ὅμως ἐλέγξει ὁ ἀδιάκριτος αὐτὸς κάποιον εὐαίσθητο, πολὺ τὸν πληγώνει. Σὰν νὰ παίρνει ἕνας ἄγριος ἄνθρωπος μία χοντρὴ συρματόβουρτσα, γιὰ νὰ καθαρίσει μία μικρὴ τσίμπλα ἀπὸ τὸ μάτι τοῦ μωροῦ παιδιοῦ.
Ὅπως ἐπίσης ἐκεῖνος ποὺ κηρύττει ἐγωιστικὰ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ ταραχὴ (ἀπὸ τὰ πάθη του), μοιάζει μὲ τὸν σκαντζόχοιρο ποὺ μεταφέρει τὶς ρῶγες τῶν σταφυλιῶν ἐπάνω στὰ ἀγκάθια του, γιὰ νὰ ταΐσει τὰ παιδιά του, ἀλλά, κινούμενος νευρικά, περισσότερο τὰ ματώνει τὰ παιδιὰ του -ὅταν ἰδίως εἶναι εὐαίσθητα- παρὰ τὰ τρέφει.
Ἡ ἀδιάκριτη συμπεριφορὰ τὶς περισσότερες φορὲς κάνει μεγαλύτερο κακὸ καὶ ἀπὸ τὴν συμπεριφορὰ τῶν πολὺ τρελῶν, ποὺ σπᾶνε κεφάλια, διότι οἱ ἀδιάκριτοι μὲ τὰ κοφτερά τους λόγια πληγώνουν εὐαίσθητες καρδιὲς καὶ πολλὲς φορὲς τὶς τραυματίζουν θανάσιμα (φέρνουν ψυχὲς σὲ ἀπόγνωση).
Ὅπως πάλι πολὺ κακὸ κάνει καὶ ἡ κοσμικὴ εὐγένεια ποὺ ὑποκρίνεται, γιατί ξεγελιέται κανείς, ἀνοίγει τὴν καρδιά του καὶ χαραμίζει τελικὰ τὴν εὐλάβειά του στὸν κοσμικὸ ἄνθρωπο, ποὺ δὲν ξέρει τί θὰ πεῖ εὐλάβεια. (Σὰν νὰ δίνει κανεὶς χρυσὲς λίρες σὲ ἀνθρώπους ποὺ ξέρουν μόνον τὶς μπρούντζινες δραχμές).
Τὸν πολὺ ταπεινὸ καὶ εὐαίσθητο δὲν πρέπει νὰ τὸν ἐλέγχουμε σκληρά, διότι μπορεῖ νὰ φορτωθεῖ περισσότερο βάρος ἀπὸ ὅτι ἔσφαλε, καὶ φόβος εἶναι νὰ καμφθεῖ. Τὸν ἐγωιστὴ καὶ πεισματάρη δὲν θὰ πρέπει νὰ ἐπιμένουμε νὰ τὸν ταπεινώσουμε μὲ λόγια ἀλλὰ μὲ προσευχὴ καὶ ταπείνωση, γιατί, ἐὰν ἐπιμένουμε, καὶ αὐτὸς θὰ ἀφρίζει, καὶ ὁ ἄλλος θὰ κουράζεται, θὰ ἱδρώνει καὶ θὰ στενοχωρεῖται.
Ὅσοι ἔχουν πολλὴ διάκριση, ἔχουν Ἀρχοντικὴ ἀγάπη καὶ ταπείνωση, καὶ τὴν πικρὴ ἀκόμη ἀλήθεια τὴν γλυκαίνουν μὲ τὴν καλοσύνη τους καὶ τὴν λένε μὲ πολλὴ ἁπλότητα καὶ ὠφελοῦν πιὸ θετικὰ ἀπὸ τὰ γλυκὰ λόγια, ὅπως τὰ πικρὰ φάρμακα ὠφελοῦν περισσότερο ἀπὸ τὰ γλυκὰ σιρόπια.
Ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης