Γέρων Μωϋσῆς (Μοναχὸς Ἁγιορείτης)
Ἐπικρατεῖ μιὰ συννεφιά στόν τόπο μας. Πρόσωπα σκυθρωπά, ἀγέλαστα, θλιμμένα. Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά μήν πέρασε θλίψη. Διάφορες εἶναι οἱ πηγές τῆς θλίψεως. Κουράζουν τό σῶμα καί τήν ψυχή.
Οἱ θλίψεις μποροῦν νά ἀρρωστήσουν τόν ἄνθρωπο, ἀλλά μποροῦν καί νά τόν ὡριμάσουν καί νά τόν καλλιεργήσουν. Νά τόν κάνουν νά δεῖ τόν συνάνθρωπό του μέ μεγαλύτερη ἐπιείκεια, κατανόηση καί συμπάθεια.
Ἡ ὑπομονή καί ἡ ἐλπίδα στίς θλίψεις ἀνακουφίζουν. Μπορεῖ οἱ θλίψεις νά ὁδηγήσουν σέ καλό, σέ μετάνοια. Δέν εἶναι κανείς πού νά μήν πέρασε θλίψεις, πόνους, πειρασμούς καί δοκιμασίες. Σάν σαράκι ἡ θλίψη κατατρώει τόν ἔσω ἄνθρωπο.
Ὁ σκοπός τῶν θλίψεων στή ζωή μας δέν εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἀρέσκεται νά τιμωρεῖ καί νά βασανίζει τούς ἀνθρώπους σάν ἕνας σαδιστής πατέρας, ἀλλά ἡ διόρθωσή μας, ἡ βελτίωσή μας, ἡ κατεύθυνσή μας στά ἄνω. Οἱ θλίψεις μποροῦν νά γίνουν ἕνας δρόμος πρός συνάντησή μας μέ τόν ζῶντα Θεό.
Οἱ ἄνθρωποι ἀγάπησαν τό σκοτάδι καί ὄχι τό φῶς, καί γι’ αὐτό θλίβονται. Μερικές φορές οἱ θλίψεις διώχνουν τήν ὀκνηρία, τή νωχέλεια καί τήν ἀδιαφορία. Μποροῦν νά συγκεντρώσουν τόν ἄνθρωπο στόν ἑαυτό του, νά γίνει ἀφορμή περισυλλογῆς, ἐνδοσκαφῆς, αὐτοανάκρισης, αὐτογνωσίας καί αὐτομεμψίας.
Οἱ πολλές καί διάφορες ἀνέσεις μποροῦν νά κάνουν τόν ἄνθρωπο πιό ράθυμο, χλιαρό καί χαλαρό. Μπορεῖ νά νομίζει ὅτι εἶναι εὐτυχισμένος, μέσα του ὅμως νά ἔχει μία ἀνεκπλήρωτη χαρά.
Ἡ γενναία ἀντιμετώπιση τῶν θλίψεων τῆς ζωῆς θά δώσει τή νίκη της ἀνδρείας. Μπορεῖ οἱ θλίψεις νά μᾶς φέρουν πιό κοντά στό Θεό. Ὁ Θεός ἀγαπᾶ νά δοκιμάζει παιδαγωγικά γιά νά βοηθήσει, νά φωτίσει, νά ἀνορθώσει. Οἱ θλιμμένοι μποροῦν νά γίνουν πιό συμπάσχοντες καί φιλάδελφοι.
Μή στή στενοχώρια προσθέτουμε στενοχώρια καί στή θλίψη ἄλλη θλίψη. Κατά τόν Μέγα Βασίλειο κακό δέν εἶναι ἡ ἀσθένεια, ἡ ἀπόρριψη, ἡ οἰκονομική ζημιά, ἡ φτώχεια καί ἡ στέρηση παρά μόνο ἡ ἁμαρτία.
Ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ ἀφαιρεῖ τόν πλοῦτο ἀπό αὐτούς πού τόν μεταχειρίζονται λαθεμένα, ἐσφαλμένα, πλεονεκτικά καί ἀπάνθρωπα. Ἐπιτρέπει τίς ἀσθένειες στό σῶμα γιά νά τό ταπεινώσει, νά δώσει ὑγεία στήν ψυχή, νά μήν ἀφηνιάσει στήν ἁμαρτία. Παίρνει, παρά τή θλίψη μας, ἐκείνους πού κρίνει πώς εἶναι ἡ καλύτερή τους ὥρα.
Μήν τά βάζουμε μέ τόν Θεό. Ξέρει καλά τί κάνει. Δέν γνωρίζουμε τό σωτήριο σχέδιο καί τόν λυτρωτικό Θεό. Ἀρκετές φορές τό φάρμακο εἶναι πικρό, δέν θέλουμε νά τό πάρουμε, ὅμως δίνει θεραπεία.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ κύρια καί ἡ μεγάλη πηγή τῶν θλίψεων. Ἡ ἁμαρτία τυραννᾶ, παρασύρει, δεσμεύει, φυλακίζει, ἐξαθλιώνει. Ὁ Θεός δέν θά κρίνει ὅσους ἁμάρτησαν, ἀλλά ὅσους δέν μετανόησαν.
Ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ προσευχή, ἡ ὑπομονή ἐλαφρύνει τό βάρος τῶν θλίψεων. Μή λοιπόν ἀφήσουμε ἐξαιτίας μας νά μεγαλώσουν οἱ θλίψεις. Μήν ἐπιτρέψουμε θλίψη ἐπί τῶν θλίψεων. Ἄς τίς δοῦμε καί μέ αὐτό τό ἄλλο μάτι πού ἀναφέρουμε. Μήν, παρακαλῶ, ὁδηγηθεῖ ποτέ κανείς στήν ἀπελπισία. Μετά τή συννεφιά συνήθως ἡ λιακάδα εἶναι πιό γλυκιά.