Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπάρχουν συγκεκριμένες τακτὲς μορφὲς πρωινῶν καὶ ἑσπερινῶν προσευχῶν, ποὺ ὁ καθένας μπορεῖ νὰ χρησιμοποιήσει. Οἱ περισσότερες ἀπὸ αὐτὲς εἶναι ἀρχαίας προελεύσεως.

Εἶναι συγκεντρωμένες στὸ βιβλίο ποὺ λέγεται «Ὡρολόγιον». Εἶναι ἕνας κανόνας προσευχῆς, ἕνα βιβλίο κανόνων μὴ ἐξαντλητικό, ἀλλὰ ἕνας στοιχειώδης ὁδηγός, ποὺ μπορεῖ νὰ συμπληρωθεῖ μὲ αὐθόρμητη ἐπέκταση.

Ἡ κυρία ἔμφαση ὅμως δὲν εἶναι στὴν ἐπανάληψη διαταγμένων τυπικοτήτων, ἀλλὰ στὴν πνευματικὴ συγκέντρωση. «Ὅταν ξυπνήσεις, προτοῦ ξεκινήσεις τὴ μέρα, στάσου μὲ σεβασμὸ μπροστὰ στὸν παντεπόπτη Θεό.

Κάνε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ πές: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.» Ἔχοντας ἐπικαλεσθεῖ τὴν Ἅγια Τριάδα, μεῖνε γιὰ λίγο σιωπηλός, ὥστε οἱ σκέψεις καὶ τὰ συναισθήματά σου νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ κοσμικὲς μέριμνες.

Ἀκολούθως ἀπάγγειλε τὶς πιὸ κάτω προσευχὲς χωρὶς βία καὶ μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά.» Αὐτὴ εἶναι ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν πρωινὴ προσευχή.

Οἱ προσευχές, ποὺ ἀκολουθοῦν, ἔχουν ἐπιλεγεῖ μᾶλλον (ἀντὶ νὰ μποῦν μὲ σειρὰ) μὲ σκοπὸ νὰ ὑπενθυμίσουν ἐκεῖνα τὰ θέματα, ποὺ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ παραλειφθοῦν ἢ παραγνωριστοῦν ἀπὸ τὴν καθημερινὴ προσευχὴ καὶ λατρεία.

Ὁ κανόνας στὴν ἀνάγκη μπορεῖ νὰ συντμηθεῖ. Στὸ τέλος τῆς πρωινῆς προσευχῆς διαβάζουμε τὰ ἑξῆς: «Εἶναι προτιμότερο νὰ πεῖς μόνο λίγες ἀπὸ τὶς προτεινόμενες προσευχὲς μὲ προσοχὴ καὶ ζῆλο, παρὰ νὰ τὶς ἀπαγγείλεις ὅλες μὲ βία καὶ χωρὶς πραγματικὴ αὐτοσυγκέντρωση.»

Αὐτά. ὅπως καὶ ἄλλα ἀποσπάσματα, παρατίθενται ἀπὸ τὸ «Ἐγχειρίδιο τῶν Ἀνατολικῶν Ὀρθοδόξων Προσευχῶν», (ποὺ ἐκδόθηκε ἀπὸ τὴν Ἀδελφότητα τῶν Ἁγίων Σεργίου καὶ Ἀλβανοῦ, Λονδίνο. 1945).

Ἡ προσευχὴ δὲν εἶναι ἁπλῶς μία ἀπαγγελία καθορισμένων τύπων, ἀλλὰ πρῶτα ἀπ’ ὅλα μία ἐπικοινωνία ἢ συνομιλία μὲ τὸ ζῶντα Θεό, καὶ κάθε χριστιανὸς πρέπει καὶ μπορεῖ νὰ τὴν ἐξασκεῖ. Ἀσφαλῶς ὑπάρχουν στάδια στὴν ἄσκηση τῆς προσευχῆς, μία «κλίμακα» ἀνόδου, ποὺ κάποιος πρέπει νὰ ἀνεβαίνει σταδιακά.

Παρατίθενται ἐδῶ μερικὲς συμβουλὲς γιὰ τὴν προσευχή, ποὺ δόθηκαν σὲ γυναῖκες τοῦ λαοῦ ἀπὸ ἕνα μεγάλο διδάσκαλο τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ περασμένου αἰῶνα, τὸν Ἐπίσκοπο Θεοφάνη τὸν Ἔγκλειστο (1815-1894).

Ὅλως ἀπροσδόκητα ἀπὸ τὴν ἀρχὴ εἰσηγεῖται ὅτι, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ κάποιος στὸ Θεὸ ἐν ἀλήθειᾳ, πρέπει νὰ ἐπαναλαμβάνει τὶς προσευχὲς προοδευτικά. Πρέπει νὰ διαβάσει τὸ κείμενο καὶ νὰ προσπαθήσει νὰ «ἐννοήσει» καὶ νὰ «νιώσει» κάθε λέξη, νὰ διαλογιστεῖ πάνω σὲ κάθε λέξη, γιὰ νὰ συλλάβει ὅλο τὸ νόημά της.

Ὅμως αὐτὸ δὲν εἶναι ἀκόμη προσευχή, ἀλλὰ ἁπλῶς ἐπανάληψη. Ἐπίσης κάποιος πρέπει νὰ ἔχει ἕνα σταθερὸ κανόνα γιὰ τὴν κατ’ οἶκον προσευχή, καὶ νὰ τὸν τηρεῖ αὐστηρὰ καὶ σταθερά, χωρὶς νὰ τὸν ἀλλάζει ποτέ.

Εἶναι ἕνα θέμα πειθαρχίας καὶ ὑπακοῆς. Κάποιος μπορεῖ νὰ διαλέξει ἕνα κανόνα κατάλληλο γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀκόμη καὶ ἕνα πολὺ σύντομο, μετὰ ὅμως πρέπει νὰ τὸν τηρεῖ σταθερά.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ