Καθώς προχωρούμε όλο και βαθύτερα στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, μπορούμε, με ολοένα αυξανόμενη ευγνωμοσύνη και χαρά (μια χαρά ειρηνική και θριαμβική μαζί) να επαναλάβουμε τα λόγια του Ψαλμωδού: «Ζήσεται ἡ ψυχή μου καὶ αἰνέσει σε» (Ψαλμ. 118, 175).
Την πρώτη εβδομάδα είδαμε να εκπληρώνονται όλες οι υποσχέσεις περί σωτηρίας που δίδονται στην Παλαιά Διαθήκη: ο Θεός έγινε άνθρωπος, η σωτηρία ήρθε, έχουμε κάθε δυνατότητα να ελπίζουμε. Κατόπιν, τη δεύτερη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, είχαμε την περίλαμπρη διακήρυξη όλων των Αγίων της Χριστιανοσύνης, ότι όχι μόνον ήρθε και κατοίκησε ανάμεσά μας ο Θεός, αλλά και εξέχυσε πάνω μας, πάνω στην Εκκλησία και σε κάθε ανθρώπινη ψυχή που είναι έτοιμη να Τον δεχθεί, την παρουσία, το μεταμορφωτικό δώρο του Αγίου Πνεύματος, το οποίο μας κάνει σταδιακά να μετέχουμε όλο και βαθύτερα στον Ζώντα Υιό, μέχρις ότου μια μέρα γίνουμε κοινωνοί της θείας Αυτού φύσεως.
Και τη τρίτη Κυριακή, καθώς θα αναρωτιόμαστε πώς μπορούμε να συγχωρηθούμε, πώς είναι δυνατόν να ακυρωθεί το κακό, το επόμενο βήμα μας, ατενίζοντας τον Τίμιο Σταυρό, θα μας φέρει βαθύτερα στην ευγνωμοσύνη, βαθύτερα στη χαρά, βαθύτερα στη βεβαιότητα.
Υπάρχει μια περικοπή του Ευαγγελίου στην οποία διαβάζουμε ότι, όταν ο Κύριος μίλησε για τη σωτηρία και τις προϋποθέσεις της , ο Πέτρος Του είπε: «Καί τίς ἄρα δύναται σωθῆναι;». Και ο Χριστός απάντησε: «Τὰ ἀδύνατα παρ᾿ ἀνθρώποις δυνατά ἐστι παρὰ τῷ Θεῷ». Ήρθε ο Ίδιος, κατοίκησε στο ανθρώπινο πρόσωπό Του το πλήρωμα της θεότητας, και έχει τη δύναμη να συγχωρήσει, διότι μόνο το θύμα μπορεί να συγχωρήσει αυτούς που έφεραν το κακό, τον πόνο, τη δυστυχία και τον θάνατο στη ζωή του· κι Αυτός υπήρξε το θύμα όλων των δυνάμεων του κακού, όλης της σκληρότητας και της καταστροφικότητας της ανθρώπινης ιστορίας.
Και ο Χριστός όχι μόνο συγχωρεί τους φονείς Του, αλλά λέει «Πατέρα μου, συγχώρησέ τους, διότι δεν γνωρίζουν τι κάνουν». Προχωρεί ακόμη πιο πέρα, διότι είχε πει πως «Ό,τι κάνετε στους ελάχιστους αδελφούς και αδελφές μου, το έχετε κάνει σ’ εμένα τον ίδιον» – όχι μόνο το καλό αλλά και το κακό. Μέσα στη συμπάθειά Του και την αλληλεγγύη Του προς εμάς, ταυτίζεται με καθέναν που υποφέρει: ο θάνατος, ο πόνος, η αγωνία καθενός από μας είναι και δικά Του. Όταν λοιπόν προσεύχεται με τα λόγια αυτά, η προσευχή Του δεν αναφέρεται μόνο στο δικό Του όνομα, αλλά στο όνομα όλων εκείνων που γνώρισαν το κακό εξαιτίας της ανθρώπινης αμαρτίας.
Δεν συγχωρεί όμως μόνον ο Χριστός· καθένας που υπέφερε, σωματικά, ψυχικά, ή πνευματικά, καλείται να χαρίσει την ελευθερία σ’ εκείνους που τον έκαναν να πονέσει.
Τώρα λοιπόν καταλαβαίνουμε γιατί ο Κύριος είπε: «Να συγχωρείτε για να συγχωρηθείτε». Επειδή το θύμα και ο θύτης είναι δεμένοι με τα δεσμά της αλληλεγγύης και της αμοιβαίας ευθύνης. Μόνο το θύμα μπορεί να πει, «Κύριε, συγχώρησέ τον, συγχώρησέ την», και μόνο τότε Εκείνος μπορεί να πει «τον συγχωρώ».
Καταλαβαίνετε όμως τι ευθύνη εναποθέτει στους ώμους του καθενός μας έναντι όλων των άλλων; Αλλά και το βάθος, το μεγαλειώδες βάθος της ελπίδας που ανοίγεται για μας, όταν σηκώνουμε το βλέμμα στον Σταυρό και βλέπουμε ότι σε αλληλεγγύη με το ανθρώπινο γένος, ο Χριστός παίρνει επάνω Του όλο τον πόνο του κόσμου, και αποδεχόμενος να πεθάνει έναν απίστευτα σκληρό θάνατο, λέει στο όνομα όλων όσοι υποφέρουν, «Ναι, εμείς τους συγχωρούμε»!
Αυτό είναι άλλο ένα βήμα προς την ελευθερία, άλλο ένα βήμα προς τη στιγμή που θα έρθουμε πρόσωπο προς πρόσωπο με την ανάσταση του Χριστού που αγκαλιάζει και εμάς, διότι ο Χριστός αναστήθηκε και προσφέρει σε όλους την πληρότητα της αιώνιας ζωής.
Επιβεβαιώνεται λοιπόν για άλλη μια φορά, ότι η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι μια άνοιξη νέας ζωής, νέα εποχή, εποχή ανανέωσης, όχι μόνο γιατί μετανοούμε, αλλά και γιατί ο Χριστός μας προσλαμβάνει , όπως ο ποιμένας φορτώνεται το απολωλός πρόβατο, όπως ο Ίδιος φορτώθηκε τον Σταυρό Του, τον μετέφερε στον τόπο του θανάτου και ακύρωσε τον θάνατο, ακύρωσε με τη συγνώμη του και με την προσφορά της Ζωής Του το κακό.
Να ’μαστε λοιπόν πάλι μπροστά σε ένα καινούριο βήμα ελευθερίας και καινότητας. Ας προχωρήσουμε βαθύτερα σ’ αυτό το μυστήριο, σ’ αυτό το θαύμα της σωτηρίας, ας ευφρανθούμε εν Κυρίω και, ευφραινόμενοι, βήμα προς βήμα, όλο και περισσότερο, ας αναπέμπεται η ευγνωμοσύνη μας μέσα από την καινότητα της ζωής μας.