Η προσευχή μας είθε να γίνει ένα γλυκό σήμαντρο για τη μάζωξη του νου. Τα πράγματα του κόσμου ολοένα και πιο πολύ σκορπούν και συγχέουν την καρδιά μας. Με τη σύγχυση έρχεται η αποδυνάμωση. Και με την αποδυνάμωση ο σβησμός μας. Το παν είναι να αισθανόμαστε την Προσευχή σαν την πιο ζωογόνα και ζωντανή σχέση μας με τον Θεό. Αυτόν που αγαπάς δεν θέλεις όλο να του μιλάς;
Να του μιλάς δίχως να βαριέσαι, δίχως να κοιτάς το ρολόι σου, δίχως να σε νοιάζει η κούραση του σώματος, να του μιλάς με οικειότητα, με εμπιστοσύνη, με ελευθερία, με καρδιακή ευτολμία, μακριά από φόρμες συμπεριφοράς και ηθικιστικές συνταγές. Πόσο Τον πικραίνουμε και πόσο Τον δυσαρεστούμε, όταν Του στέλνουμε λόγια άνευρα, άτονα, ψυχρά, τυπικά, μηχανικά, δίχως τη συμμετοχή της καρδιάς και του πνεύματός μας. Ο εαυτός μας νεκροποιείται όταν δεν ζωντανεύει με την Προσευχή.
Κι αν η Προσευχή νοηθεί σαν αγγαρεία ή ακόμη και σαν ένα «θρησκευτικό καθήκον», τότε προβλέπεται πιο πολύ να την αρνούμαστε παρά να την αποδεχόμαστε στην πράξη την Προσευχή. Ο πνευματικός θάνατος κοιτάζει πώς να κυριεύει με κάθε τρόπο τη ψυχή μας. Ενώ η εν Χριστώ ανάσταση του είναι μας είναι τόσο πολύ πλάι μας! Η Προσευχή που γίνεται με συναίσθηση καρδιάς είναι άλλο πράγμα. Ανοίγουν διάπλατα οι ουρανοί, κι εμείς σαν τα γυφτάκια από τις αλάνες του κόσμου ακούμε στο περίπου το θείο κέλευσμα: «Πέρασε! Η Αγάπη σε καλεί, γιατί με αγάπη μίλησες!».
Μια Προσευχή που την αισθάνεται η καρδιά είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία για την κατάθλιψη και τη μοναξιά που μας δέρνει αλύπητα σήμερα. Να κερδίσουμε το Ους του ευήκοου Θεού στο ταμείο της καρδιάς μας. «Φώναξα προς τον Θεό και να που Αυτός με πρόσεξε!», λέει ένας Ψαλμός. Κατάσταση προσευχητικής αριστείας.
Πώς θα κάνουμε τον Θεό να προσέξει την πονεμένη και σπαρακτική φωνή της καρδιάς μας; Με την προσοχή και τη συναίσθηση όλου του εαυτού μας την ώρα της Προσευχής. Στα λόγια της Προσευχής κρύβεται το Άγιο Πνεύμα, ο Παράκλητός μας, Αυτός που μας παρηγορεί και μας ενισχύει, Αυτός που «εντυχάνει υπέρ ημών».
Και να που Αυτός με πρόσεξε!
Πολύ δυνατό. Το ανέλυσε πολύ αυτό και πολλές φορές ο Άγιος Πορφύριος, ο Άγιος Παΐσιος και άλλοι Πατέρες. Τα λόγια της Προσευχής κερδίζουν την προσοχή και τη συναίσθησή μας; Εδώ είναι το θέμα και το κλειδί. Η Προσευχή είναι μια πυρπόληση και ταυτόχρονα μια δροσοβόλα βροχή. Μη κοιτάτε τους γιόγκιδες που πάνε να κάνουν στο περίπου το ίδιο.
Αυτοί επικαλούνται δαιμονιωδώς, αχριστοκεντρικώς, αδογματικώς και εγωπαθώς. Εμείς επικαλούμαστε εν αληθεία και αγάπη τον Θεό της καρδιάς μας. Η αγνή και ανένοχη θέα των αμαρτημάτων μας φέρνει μια πολύτιμη κατάσταση εσωτερικής συντριβής, αλλά η θεία Αγάπη δεν μας αφήνει εκεί. Μας μεταρσιώνει προς τον Εαυτό Της, όπου όλα τα δωρήματα: η χαρά, η ειρήνη, ο φωτισμός, η διάκριση, η αποκατάσταση, ο θείος έρωτας.
«Κύριε Ελέησον!» λέμε, και έρχεται προς εμάς το έλεος. «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ!» αναφωνούμε, και καταφθάνει ο ιλασμός. «Κύριε, συγχώρησόν μοι!» κράζουμε με ιερή απελπισία, και η θεία άφεση καταλαμβάνει το είναι μας. «Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι!» κραυγάζουμε με θεία έξαρση, και όλη η ύπαρξή μας γίνεται ενδιαίτημα δοξολογίας και χαράς.
Η Προσευχή που γίνεται με συναίσθηση, με μέθεξη και προσοχή, φανερώνει το πόσο ζούμε τον Θεό ως πρόσωπο και ως σχέση, ως ζωή της ζωής μας, ως πασχάλιο πέρασμα της ψυχής μας από την οδύνη του φθαρτού κόσμου στην άληκτη χαρά του γλυκού και άφθαρτου Παραδείσου.
π. Δαμιανός