Το μεν μικρό σήμαντρο που χρησιμοποιείται στον Όρθρο συμβολίζει όσα διδάσκει η Παλαιά Διαθήκη, ενώ το μεγάλο σήμαντρο τονίζει το κήρυγμα του Ευαγγελίου.
Η κρούση του σιδηρού σημάντρου θυμίζει τη σάλπιγγα του αγγέλου, την οποία θα ακούσουν με αγαλλίαση οι εκλεκτοί κατά την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου.
Παράλληλα, η κρούση του ξυλίνου σημάντρου ή ταλάντου θυμίζει την κρούση του ξύλου από το Νώε πριν από τον κατακλυσμό και έτσι κατά τις ιερές
Ακολουθίες στα μοναστήρια, το σήμαντρο συμβολίζει τον ερχομό των πιστών εντός της Νέας Κιβωτού που είναι η Εκκλησία του Χριστού, ώστε να σωθούν από τον κατακλυσμό της αμαρτίας.
Η καμπάνα, βεβαίως και κυριάρχησε στις πολυπληθείς πλέον πόλεις ως το δυνατότερο σε εμβέλεια μέσο κλήσεως κυρίως των πιστών στους ιερούς ναούς.
Το σήμαντρο επανήλθε στους ενοριακούς ναούς κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας, κυρίως λόγω της ανάγκης των πιστών να συγκεντρώνονται και να εκκλησιάζονται κρυφά, χωρίς κωδωνοκρουσίες.
Γνωρίζοντας μάλιστα ότι πολλά μοναστήρια λειτούργησαν και ως «κρυφά σχολειά» την εποχή εκείνη, γίνεται σαφές ότι η κρούση του σημάντρου εξυπηρετούσε και εκπαιδευτικούς σκοπούς, χωρίς να γίνονται αντιληπτοί οι συμμετέχοντες από τους Τούρκους κατακτητές.
Σήμερα, τα ξύλινα και τα σιδηρά σήμαντρα παραμένουν εν χρήσει μαζί με τους κώδωνες μόνο στις ιερές μονές, ενώ καθένα από αυτά κρούεται σε ορισμένο χρόνο που ορίζει η τάξη του μοναστηριού.
Μπορεί μάλιστα να ειπωθεί ότι ο τρόπος με τον οποίο κρούεται το σήμαντρο σε κάθε μονή υποδηλώνει και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα αυτής, τον χαρμόσυνο ή πένθιμο, είτε πρόκειται για ανδρικό είτε για γυναικείο μοναστήρι.
Πάντως είναι γεγονός το εύρος των συναισθημάτων που προκαλεί ο ήχος της καμπάνας και των σημάντρων που κοσμούν τις εκκλησίες και τα μοναστήρια της πατρίδας μας: από το κάλεσμα στις ιερές ακολουθίες και την επισήμανση των ιερών στιγμών της λατρείας έως την ειδοποίηση για χαρμόσυνα ή δυσάρεστα γεγονότα.
Στην Ανατολή κάποιος Βυζαντινός χρονογράφος αναφέρει ότι τον Θ΄ αι. ο δούκας της Ενετίας Ούρσος χάρισε στον αυτοκράτορα Μιχαήλ δώδεκα μεγάλες καμπάνες, τις οποίες κρέμασε σε ιδιαίτερο πύργο στην αυλή της Αγίας Σοφίας.
Πρώτη φορά τις έβλεπαν οι Βυζαντινοί, όμως τους άρεσαν τόσο, ώστε γενικεύτηκε η χρήση τους.
Οι Τούρκοι απαγόρευσαν τη χρήση τους κατά τη δουλεία, με εξαίρεση το Άγιον Όρος, τα Ιωάννινα και μερικά νησιά, για να μη ταράσσεται ο ύπνος των νεκρών Μουσουλμάνων, γιατί «ο κώδων είναι το μυστικόν όργανον του διαβόλου».
Αντίθετα, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός γράφει: «το σήμαντρο αινίττεται (υμνεί και δοξάζει) τας των αγγέλων σάλπιγγας· διεγείρει δε και τους αγωνιστάς προς τον των αοράτων εχθρών πόλεμον».!