Ὅποιος ἐξοικειώνεται μέ τή στέρηση εἶναι ὁ πιό εὐτυχισμένος καί χαρούμενος ἄνθρωπος τοῦ κόσμου. Καί αὐτό γιατί πάντοτε ἡ ζωή ἐπιφυλάσσει στερήσεις.
Ὄταν κάποιος ἀρρωστήσει, στερεῖται ὁρισμένα φαγητά ἤ ἄλλες ἀπολαύσεις.
Ὅταν χάσει κάποιο ἀγαπημένο του πρόσωπο, στερεῖται τήν παρέα του.
Ὅταν δουλεύει, στερεῖται τήν ἐλευθερία του, ἀφοῦ πρέπει νά εἶναι σέ ὅλα προσεκτικός καί μετρημένος (στά λόγια, στίς κινήσεις, στή διάθεση).
Ὅταν παντρεύεται στερεῖται τούς γονεῖς του, οἱ ὁποῖοι πολύ εὔκολα συγχωροῦσαν τό παιδί τους.
Ὅταν κάνει παιδιά, στερεῖται καί αὐτοῦ τοῦ ὕπνου του ἀπό ἀγάπη θυσιαστική γι’ αὐτά.
Ἡ ἀγάπη εἶναι αὐτή πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά μήν αἰσθάνεται κούραση ἤ πλήξη ὅταν ζεῖ μέ ἀρρώστους ἤ ζήλια ὅταν ἄλλος εὐτυχεῖ.
Ὅταν γίνεται κάτι μέ ἀγάπη, ὄχι μόνο καρποφορεῖ, ἀλλά γίνεται καί εὐχάριστα.
Ὅπως ὁ ἐρωτευμένος πού μπορεῖ νά περπατᾶ ὧρες γιά νά βρεῖ τήν ἀγαπημένη του, χωρίς νά κουράζεται.
Ἡ ὁρμή καί ἡ φωτιά τῆς ἀγάπης τόν κάνει νά μήν ἔχει τόν νοῦ του στόν ἑαυτό του, ἀλλά στό ἀγαπημένο πρόσωπο πού θά συναντήσει.
Ὄταν ἀγαπᾶς ξεχνᾶς καί νά φᾶς. Καί τοῦτο διότι ὁ νοῦς βρίσκεται ἐκεῖ πού ἀγαπᾶς καί ὄχι στήν κοιλιά σου.
Ὅταν ὅμως στραφεῖ ὁ νοῦς σου στήν πείνα, τότε θά σπεύσεις πρός ἀναζήτηση τροφῆς.
Ὁ πραγματικός χριστιανός ἐξοικειώνεται μέ τή στέρηση. Οἱ νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀποφυγή τῶν παράλογων ἐπιθυμιῶν καί σκέψεων, ἡ ἐπίτευξη τῶν ἀρετῶν, προϋποθέτουν στερήσεις καί θυσίες.
Ὅμως μέσα ἀπό αὐτές μαθαίνεις νά εἶσαι αὐτάρκης, καλόβουλος καί ἥσυχος-εἰρηνικός. Ἔτσι, δέν γκρινιάζεις μέ τό παραμικρό, οὔτε εἶσαι εὐέξαπτος ὅταν χάσεις κάτι.
Μαθαίνεις νά προσαρμόζεσαι στό περιβάλλον, νά μή γίνεσαι ἰδιότροπος καί νευρικός.
Δέν αἰφνιδιάζεσαι ἀπό τήν πρώτη δυσκολία οὔτε καί ἀπελπίζεσαι…
Ἀρχιμ. Ἀρσενίου Κωτσόπουλου, “Ἐκπλήξεις Χάριτος”, Ἀθήνα 2010, σελ. 422-423