Άραγε ποιος σκέφθηκε ότι αυτή εδώ η ζωή είναι σαν ένας δραπέτης· και επίσης ότι είναι σαν ένας εξόριστος και άστατος, και σαν σκηνή που διαλύεται· και γι’ αυτό προφύλαξε από παντού την ψυχή του με σοφία, για να μην υποστεί την προσδοκώμενη φοβερή και μεγάλη απόφαση του Θεού στη μέλλουσα κρίση για τους πονηρούς ανθρώπους;
Ποιες πηγές δακρύων θα είναι αρκετές σ’ εμάς, για να σβήσουν τη φλόγα πριν να την δοκιμάσουμε; Άραγε ποιος θα παρακαλέσει τον Κριτή για μας, για να μην καταδικάσει εμάς τους αμαρτωλούς; Άραγε ποιος θα ζητήσει για μας την άφεση από τον φιλάνθρωπο Θεό· εννοώ ποιος από τους Αγίους;
Άραγε ποιος θα μεταβάλει την οργή του Θεού σε οίκτο, και επίσης τη δικαιοσύνη σε ευσπλαχνία, αν δεν παρακαλέσει τον Κριτή μόνος αυτός που έδεσε το φορτίο των αμαρτημάτων του, και το κρατά, και το λύνει, και το αποθέτει όταν θέλει;
Διότι δημιουργούμε φορτία με το να αμαρτάνουμε φοβερά, και επίσης τα αποθέτουμε μετανοώντας ανάλογα.
Στην εξουσία μας βρίσκεται το λύσιμο και το δέσιμο· και στην εξουσία του Θεού βρίσκεται αυτό: να συγχωρεί δηλαδή αυτούς που πέφτουν και τον παρακαλούν. Διότι έχουμε, αλήθεια, φιλάνθρωπο Δεσπότη που λύνει με τη μετάνοια τα φορτία των δούλων.
Αυτόν λοιπόν τον Κριτή ας παρακαλέσουμε με δύναμη, πριν από την αναχώρησή μας, εξομολογούμενοι, για να μας σώσει από την απειλή του.
Αν ο Νώε και ο Ιώβ και ο Δανιήλ, οι φίλοι και προφήτες του ίδιου του Θεού, που έχουν παρρησία, σταθούν παρακαλώντας τον Θεό για τα παιδιά τους, για να μην πραγματοποιηθεί η τιμωρία τους, τίποτε εντελώς δε θα κατορθώσουν, ούτε θα εισακουσθούν, ούτε θα γίνει δεκτή η προσευχή τους.
Τι θα κάνουμε εμείς που αμελούμε για τους εαυτούς μας; Και ποιος άλλος θα μας αρπάξει από την οργή του Θεού, παρά μόνο ο Θεός που καταδικάζει και που δικαιώνει;
Από το βιβλίο: ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΕΡΓΑ, τόμος Δ’. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 312.