Πλεονέκτης, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε μόνο ὁ πλούσιος· εἶνε κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει λίγα καὶ ὡς μόνο στόχο του ἔχει θέσει νὰ τὰ αὐξήσῃ μὲ κάθε τρόπο. Τὸ μικρόβιο τῆς πλεονεξίας ὑπάρχει, ἐνδημεῖ, καὶ εἶνε πηγὴ κακῶν.
Ἡ πλεονεξία ἀφαιρεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τὴ χαρά, τὴν εἰρήνη, τὴν ἡσυχία, τὴν ἀνάπαυσι. Χαλάει φιλίες, χωρίζει ἑταιρεῖες μεγάλες καὶ μικρές.
Τί λέω; – ἡ πλεονεξία χωρίζει ἀδέρφια, ποὺ μπορεῖ νὰ φτάσουν μέχρι τὸν Ἄρειο Πάγο γιὰ ἕνα κομμάτι γῆς.
Ἡ πλεονεξία σπρώχνει σὲ ἐγκλήματα μεγάλα. Ποιός δημιούργησε τὰ πενήντα ἑκατομμύρια νεκροὺς τοῦ πρώτου καὶ τοῦ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου; ρωτῆστε τὶς χῆρες, τὰ ὀρφανά, τοὺς τάφους τῶν νεκρῶν.
Ρωτῆστε ὅλους· γιατί ἔγιναν οἱ πόλεμοι αὐτοὶ καὶ γιατί θὰ γίνῃ ὁ τρίτος παγκόσμιος πόλεμος; Γιὰ τὰ ἰδανικά; Ψέμα, μεγάλο ψέμα.
Γιὰ τὰ κάρβουνα καὶ τὰ πετρέλαια. Κράτη πλεονεκτικά, μὲ ἐκτάσεις ἀπέραντες καὶ ἀγαθὰ ἀμύθητα, δὲν ἀρκοῦνται σ᾽ αὐτά, ἀλλὰ ζητοῦν νὰ κατακτήσουν ὁλόκληρη τὴ σφαῖρα.
Ἡ πλεονεξία θεραπεύεται ἆραγε; Οἱ ψυχολόγοι λένε ὅτι εἶνε ἀνίατη ἀσθένεια.
Ἀνοίγω ὅμως τὸ Εὐαγγέλιο κ᾽ ἐκεῖ βλέπω ὅτι εἶνε δυσίατη ἀλλ᾽ ὄχι ἀνίατη. Ὑπάρχει φάρμακο. Πῶς ὀνομάζεται; Ὅσοι μέσα μας αἰσθανόμεθα τὸ πάθος αὐτό, τρέξτε στὸ φαρμακεῖο ν᾽ ἀγοράσουμε τὸ φάρμακο τὸ σωτήριο· παρέχεται δωρεάν. Ποιό εἶνε; Μία λέξις· ἐλεημοσύνη!
Ἡ πλεονεξία λέει· Ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς. Ἡ ἐλεημοσύνη τί λέει· Δῶσε, ἄνοιξε τὸ χέρι, τὸ πορτοφόλι, τὴν καρδιά σου καὶ σκόρπισε. Ὁ ἐλεήμων «ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν· ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα» (Ψαλμ. 111,9· Β΄ Κορ. 9,9). Ποιός ὅμως δίνει;
Τὸ τέλος τῶν πλεονεκτῶν δὲν εἶνε μόνο ἐμφύλιοι σπαραγμοί, κοινωνικὲς ἐπαναστάσεις ποὺ ἀνατρέπουν καθεστῶτα πλεονεξίας· εἶνε πρὸ παντὸς ἡ τιμωρία του Θεοῦ. Διότι ὅσο ἀγαπητὸς εἶνε ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος, τόσο μισητὸς εἶνε ὁ πλεονέκτης.
Τὸν ἄσπλαχνο μὲ τοὺς ἀθέους θὰ κατατάξῃ ὁ Χριστός.
Εἴθε ὁ Κύριος, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, νὰ μᾶς φωτίσῃ νὰ ἐρευνήσουμε τὸν ψυχικό μας κόσμο καὶ νὰ γίνουμε ὅλοι ἐλεήμονες. Καὶ ὄχι ἁπλῶς ἀπὸ τὸ πλεόνασμα ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ ὑστέρημά μας νὰ δίνουμε.
Τὸ δίδειν εἶνε τοῦ Χριστοῦ, ἐνῷ τὸ ἁρπάζειν καὶ κλέπτειν καὶ πλεονεκτεῖν εἶνε τοῦ διαβόλου.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος