« Η ΕΥΧΗ» στην αρχή είναι άρτος που στηρίζει τον αθλητή, έπειτα γίνεται έλαιον που γλυκαίνει την καρδιά και τέλος γίνεται οίνος που τον «τρελαίνει» δηλ. που δημιουργεί την έκσταση και την ένωση με τον Θεό. Πιο συγκεκριμένα.

Το πρώτο δώρο που δίνει στον προσευχόμενο άνθρωπο ο Χριστός, είναι η επίγνωση της αμαρτωλότητος.

Παύει να πιστεύει ότι είναι «καλός» και θεωρεί τον εαυτό του « βδέλυγμα της ερημώσεως εστώτα εν τόπω αγίω».

Το γεωτρύπανο της χάριτος κτυπά και διασχίζει το βάθος της ψυχής. Πόσες ακαθαρσίες δεν έχουμε μέσα μας!

Βρωμάει η ψυχή μας. Τώρα από τα προηγουμένως άγνωστα με την ευχή ανακαλύπτονται και ως αποτέλεσμα είναι να θεωρεί τον εαυτό του κάτω απ’ όλους και ότι η κόλαση είναι η παντοτινή κατοικία του και αρχίζει να κλαίει.

Κλαίει για το νεκρό εαυτό του. Είναι δυνατόν να κλαίει τον νεκρό που υπάρχει στο σπίτι του διπλανού του και να μην κλαίει το νεκρό που υπάρχει στο δικό του σπίτι;

Έτσι και ο αθλητής της « ευχής» δεν βλέπει την αμαρτία των άλλων, αλλά τη δική του νέκρωση. Τα μάτια του γίνονται πηγές δακρύων που βγαίνουν από την πονεμένη καρδιά.

Κλαίει τον καταδικασμένο και συγχρόνως φωνάζει « Ελέησον με», « Ελέησον με», « Ελέησον με». Από τα δάκρυα αυτά αρχίζει ο καθαρισμός της ψυχής και του νου.

Όπως το νερό καθαρίζει τα λερωμένα αντικείμενα και η βροχή που πέφτει καθαρίζει τον ουρανό από τα σύννεφα και τη γη από την ακαθαρσία, έτσι και τα δάκρυα καθαρίζουν και λευκαίνουν την ψυχή.

Είναι το ύδωρ του δευτέρου βαπτίσματος. Η « ευχή» φέρνει τον γλυκύτατο καρπό του καθαρισμού.»

Μια βραδιά στην έρημο του Αγίου Όρους

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ