Η ιστορία ενός αξιωματικού….

Ο μοναχός με συμβουλεύει
Άκουσε τι μου συνέβαινε και μου είπε: «Το ίδιο έπαθε κάποτε και ο αδελφός μου. Και τί νομίζεις ότι τον βοήθησε; Πήγε σε πνευματικό γέροντα και εκείνος του έδωσε ένα ευαγγέλιο με κανόνα να διαβάζει ένα κεφάλαιο χωρίς αναβολή, κάθε φορά πού αισθανόταν το πάθος τού ποτού να τον τσιγκλάει.

Εάν δε, έβλεπε ότι η επιθυμία “άντεχε” έπρεπε να διαβάζει και άλλο κομμάτι. Ώσπου να φύγει ο “Διάβολος αυτός”».

Ο αδελφός μου υπάκουσε στη συμβουλή του πνευματικού και κατάφερε να απαλλαγή απ’ το πάθος. Μεγάλο θαύμα! Έχει τώρα δέκα πέντε χρόνια από τότε να βάλει ποτό στο στόμα του. Κάνε κι εσύ αυτό αν θέλεις, την ίδια δηλαδή προσπάθεια για να σωθείς.

– Πώς θα μπορέσουν να με σώσουν τα Ευαγγέλια όταν τόσοι και τόσοι γιατροί δεν μπόρεσαν να πετύχουν την αποτοξίνωση μου; ρώτησα.

Και μίλησα μ’ αυτόν τον τρόπο, γιατί εγώ δεν ήξερα καλά-καλά ούτε τί σημαίνει Ευαγγέλιο. Τόση άγνοια είχα.

– Μη το λες αυτό, μού είπε ο καλόγερος. Προσπάθησε. Δοκίμασε και θα δεις πώς θα τα καταφέρεις. Μόνο δοκίμασε.

Η αρχή της σωτηρίας μου
Αγόρασα πράγματι ένα τετραβάγγελο και το έβαλα μέσα στο μπαούλο μου. Το ξέχασα, όμως, εκεί μέσα. Σε λίγο ήρθε και με κυρίεψε το πάθος μου. “Ήθελα να πιώ. Μια ακατανίκητη επιθυμία με γαργαλούσε τον λάρυγγα.

Άνοιξα το μπαούλο να πάρω λίγα χρήματα να πάω να πιω! Αλλά ανοίγοντας το μπαούλο έπεσε το μάτι μου πάνω στο τετραβάγγελο που είχα αγοράσει.

Σαν σινεμάς τότε πέρασαν μέσα απ’ το μυαλό μου όλα όσα μου είχε συμβουλεύσει ο μοναχός. Ήταν η τελευταία μου ελπίδα. Πήρα το Ευαγγέλιο στα χέρια μου κι άρχισα να το διαβάζω, χωρίς να καταλαβαίνω ούτε λέξη.

Θυμήθηκα, όμως, τί μού είχε συμβουλεύσει “μη στεναχωριέσαι αν δεν καταλαβαίνεις εσύ διάβαζε με επιμέλεια και προσοχή”.

– Εμπρός, είπα μέσα μου, διάβασε ακόμα ένα κεφάλαιο κι ας μην καταλαβαίνεις. Συνέχισα έτσι κι ένα τρίτο κεφάλαιο. Κι ενώ ήμουν έτοιμος να πάρω τα λεφτά για να πάω να πιω βοήθησε ο Θεός και χτύπησε εκείνη τη στιγμή σιωπητήριο. Ησυχία.

Τώρα δεν μπορούσε πια κάνεις να βγει απ’ το στρατόπεδο. Απαγορευόταν. Κοιμήθηκα, αναγκαστικά μέσα. Το πρωί πού ξύπνησα, ξύπνησε μέσα μου και η επιθυμία να πάω να πιώ άλλα ξαναδιάβασα ένα ακόμη κεφάλαιο. Μού έκανε καλό.

Χωρίς να καταλαβαίνω αισθάνθηκα ανακούφιση. Κάτι έγινε επάνω μου. Μια αρχή. Πήρα θάρρος κι όταν εμφανιζόταν το πάθος μου το έριχνα στη μελέτη της Αγίας Γραφής. Κι ας μην καταλάβαινα, Αυτό ήταν. Σε λίγο καιρό ούτε ήθελα να το ακουμπήσω το καταραμένο. Πάνε έτσι είκοσι χρόνια πού δεν το ξανάβαλα στο στόμα μου.

Γίνομαι άλλος άνθρωπος
Όλοι έμειναν έκπληκτοι από την μεταβολή μου. Έγινα καινούργιος άνθρωπος. Δεν με ανεγνώριζαν. Δεν το πίστευαν.

Στα τρία χρόνια πάνω επανήλθα στο βαθμό μου και ξαναμπήκα στη σειρά προαγωγής. Σήμερα είμαι ταγματάρχης όπως βλέπεις. Αφού αποτοξινώθηκα ύστερα παντρεύτηκα και σήμερα ως αντρόγυνο τα έχουμε στο σπίτι όλα άφθονα.

Όσο μπορούμε, το κατά δύναμη δηλαδή, βοηθούμε και τούς φτωχούς άλλα και όποιον άλλο νομίζουμε ότι έχει ανάγκη. Έχω και ένα γιό αξιωματικό, παιδί πρώτης τάξεως από πλευράς διαγωγής.

Σημείωσε, όμως, και το εξής:
Αφ’ όταν αποθεραπεύτηκα από το καταραμένο εκείνο πάθος τού αλκοόλ, έκανα τάμα. Μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες να διαβάζω ένα απ’ τα τέσσερα ευαγγέλια. Χωρίς αναβολή. Χωρίς πρόφαση καμία.

Καμιά φορά, όμως, όταν είμαι πολύ κουρασμένος γυρίζοντας από κάποια αποστολή παρακαλώ τη γυναίκα μου να μου το διαβάσει εκείνη, για να μη χαλάσω τον κανόνα μου.

Μια παρόμοια περίπτωση
Άκουσα από τον κύριο αξιωματικό με πολλή χαρά την ιστορία αυτή και τού είπα ότι κι εγώ ήξερα μια παρόμοια περίπτωση: “Στο χωριό μας”, τού είπα, “ζούσε ένας πολύ καλός και ευγενικός άνθρωπος.

Ήταν τεχνίτης σ’ ένα εργοστάσιο. Δυστυχώς όμως, όταν έπινε, μεθούσε πολύ άσχημα. Χαλνιόταν. Μια μέρα, λοιπόν, ένας ενάρετος άνθρωπος τον συμβούλευσε το έξης:

Όταν νομίζεις ότι σου έρχεται αυτή η καταραμένη επιθυμία για να πιεις, τότε να επαναλαμβάνεις τριάντα τρείς φορές το: “Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με”. Εις ανάμνηση των τριάντα τριών χρόνων του Χριστού που εσταυρώθη σ’ αυτή την ηλικία.

Άκουσε την συμβουλή αύτη και το θαύμα συνετελέσθη. Αποθεραπεύτηκε πλήρως ο άνθρωπος! Προς μεγάλη ευγνωμοσύνη προς το Θεό τρία χρόνια αργότερα κλείσθηκε σε μοναστήρι κι έγινε μοναχός!”.

Και τί είναι καλύτερο, με ρώτησε ο αξιωματικός. Η ευχή ή το ευαγγέλιο; “Το ίδιο πράγμα είναι”, του απάντησα. “Οι πατέρες λέγουν ότι στην προσευχή αυτή είναι συγκεντρωμένο όλο το νόημα του Ευαγγελίου”.

Ύστερα ο αξιωματικός έκανε τον κανόνα του διαβάζοντας το Ευαγγέλιο κι εγώ έλεγα από μέσα μου την προσευχούλα μου. Πιάσαμε δύο μετά τα μεσάνυχτα και μετά κοιμηθήκαμε αμέσως. Το πρωί σηκώθηκα πρώτος και διάβασα λίγη ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ.

Έγραφε το έξης κατά περίπτωση:
“Ότι το ίδιο πρόσωπο μπορεί να κάνει ταυτόχρονα τρία διαφορετικά πράγματα:
Πρώτον να τρώει.

Δεύτερον ν’ ακούει την ανάγνωση και Τρίτον από μέσα να προσεύχεται. Μυαλό
και καρδιά είναι διαφορετικά πράγματα”,
έγραφε ή ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ.

“Βιβλίο : «ΨΩΜΙ ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ» Του διδασκάλου Ι. Στόγια. σελ.36-41”

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ