Στα παλιά χρόνια ένα μονάκριβο βασιλόπουλο το πήραν κάποτε μαζί τους στο κυνήγι τους οι έμπιστοι του Βασιλέως.
Μέχρι τότε όμως δεν είχε ξαναβγεί από τα ανάκτορα. Πρώτη φορά έβγαινε. Εκεί που πήγαν στο δάσος, δίψασαν. Έσκυψαν λοιπόν οι άλλοι να πιούνε, έδωσαν και στο Βασιλόπουλο τη χούφτα τους για να πιει, από την πηγή.
Πρώτη φορά έπινε νερό.
-Αυτό είναι το πιο ωραίο πράγμα στο κόσμο! είπε ένας παλιός κυνηγός. Δροσιστικά!
Όταν γύρισε στο παλάτι ο διάδοχος, έκανε παράπονα στον πατέρα του τον Βασιλιά.
-Γιατί πατέρα μου δεν μου έδωσες να γευθώ ως τώρα το καλύτερο πράγμα του κόσμου!
Απόρησε ο Βασιλείας: Και ποιό είναι αυτό; ρώτησε απορώντας. Εμείς σου δώσαμε τους πιο πανάκριβους χυμούς. Τι είναι αυτό που σου στερήσαμε, πρόσθεσε.
Όταν έμαθε ότι εννοούσε το πόσιμο πηγαίο νερό, ο Βασιλιάς τότε σάστισε και χαμογέλασε.
Από το βιβλίο: Τι έμαθα απ΄ τον Παπά – Στέφανο το Σέρβο
Iωάννου Β. Στόγια Διδασκάλου.