Ο μέγας Ευθύμιος έλεγε στους μαθητές του: «Αυτοί που απαρνούνται τον κόσμο και τα του κόσμου πρέπει πάντοτε να φροντίζουν για την υπακοή και την ταπεινοφροσύνη και για να μην ακολουθούν το θέλημά τους.
Επίσης, όλη την ώρα, να υπομένουν κάθε κόπο, και του εργοχείρου και της οποιασδήποτε εργασίας, και μάλιστα όταν είναι κανείς νέος και έχει ορμές λόγω της ηλικίας.
Τότε δηλαδή έχει ανάγκη, πέρα από τη συνολική φρούρηση του εαυτού του, να καταπονεί και το σώμα με πολλή κακοπάθεια, ώστε να γίνει αυτό υπάκουο στο λογικό και να μετριάζεται η φλόγα της νεότητας.
» Έτσι θα γίνουμε μιμητές του Παύλου και τηρητές των νόμων του, και όχι μόνο δεν θα κατηγορηθούμε για αργία, η οποία κάνει ανάξιο ακόμα και της τροφής αυτόν που είναι έτσι νωθρός και αμελής –”όποιος δεν εργάζεται”, λέει, “αυτός να μην τρώει κιόλας” (Β’ Θεσ. 3:10)–, αλλά και τα χέρια μας θα είναι σαν του Παύλου.
Γιατί, όπως λέει, “αυτά εδώ τα χέρια δούλεψαν για τις ανάγκες τις δικές μου και των συνοδών μου” (Πραξ. 20:34).
» Επιπλέον, δεν είναι σωστό, οι κοσμικοί άνθρωποι να τρέφουν γυναίκα, παιδιά και ολόκληρο σπίτι με την εργασία τους, να πληρώνουν και τον ετήσιο φόρο, αλλά και στον Θεό να δίνουν απαρχές, προσφορές δηλαδή από τους κόπους τους, και όσο μπορούν να κάνουν και αγαθοεργίες, ενώ εμείς να μη δίνουμε και σε άλλους από τον καρπό της εργασίας μας».
Ο μέγας Ευθύμιος θεωρούσε εντελώς παράλογο και βλαβερό το να κάνουν μερικοί από τους αδελφούς, και μάλιστα νέοι, φανερά και επιδεικτικά περισσότερη νηστεία από τους άλλους στο κοινόβιο και έτσι να καταργούν τον κοινό κανόνα της αδελφότητας και να ακολουθούν δικό τους θέλημα και νόμο.
Προτιμούσε δηλαδή το καλό να μη διατυμπανίζεται, ούτε να είναι φανερό και περιλάλητο, αλλά, θα λέγαμε, απαρατήρητο. Γι’ αυτό και έλεγε ότι η άριστη εγκράτεια είναι εκείνη που δεν μας αφήνει να φτάσουμε στον κορεσμό, αλλά μας σταματά από την τροφή ενώ θέλουμε ακόμη, πράγμα που θα πει, να τρώμε κάπως λιγότερο από όσο έχουμε ανάγκη.
Επίσης, ο πόλεμός μας προς τα πάθη της σάρκας να είναι κρυφός, και να είμαστε με ασφάλεια οχυρωμένοι από παντού με τα όπλα των αρετών, τα οποία είναι: η ταπείνωση, η σωφροσύνη, η μελέτη, η διάκριση και η σύμφωνη με το θέλημα του Θεού υπακοή, με την οποία πραγματικά μιμούμαστε τον Θεό. (*)
(*) Αυτό το λέει επειδή ο Χριστός έγινε υπόδειγμα υπακοής· πρβ. Ιω. 6:38 και Φιλιπ. 2:5-8.
Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Β’, Υπόθεση Γ’, σελ. 58, και τόμος Γ’, Υπόθεση ΚΗ’ (28), σελ. 206. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη.