Πολλές ψυχές έχουν προτερήματα, άλλες ευφυΐα του μυαλού, και άλλες ασκητικές ικανότητες.

Αλλά όταν ούτε η πράξη ούτε η ευφυΐα σκοπεύουν τό καλό, καί αυτοί πού έχουν προτερήματα δέν τά αποδίδουν στό Θεό, τό δοτήρα τών αγαθών, αυτοί, αφού εγκαταλειφθούν καί πέσουν σέ πράξεις ή πάθη αισχρά, ακίνδυνα αποβάλλουν τήν οίηση γιά τή νομιζόμενη αρετή τους, μέ τήν ταπείνωση καί τή ντροπή πού επακολουθεί.

Γιατί όταν ο φουσκωμένος γιά ευφυΐα λόγων, υπερηφανεύεται καί δέν αποδίδει στό Θεό τήν ευφυΐα ούτε τό χάρισμα τής γνώσης, απομακρύνει ο Θεός τόν Άγγελο της προνοίας Του απ’ αυτόν, καί όταν φύγει ο Άγγελος, ο υπερηφανευόμενος γιά τήν ευφυΐα του, αφού κυριευθεί από τόν εχθρό, πέφτει στήν ακολασία από τήν υπερηφάνειά του, ώστε, αφού έχει χάσει πιά τό τεκμήριο τής σωφροσύνης, τά λεγόμενά του γίνονται αναξιόπιστα, καί οι ευλαβείς αποστρέφονται τή διδασκαλία από τέτοιο στόμα, σάν μιά πηγή γεμάτη βδέλλες, ώστε νά εφαρμόζεται τό γεγραμμένο «Τω δέ αμαρτωλώ είπεν ο Θεός, ίνα τί σύ εκδιηγή τά δικαιώματά μου καί αναλαμβάνεις τήν διαθήκην μου διά στόματός σου;» (Ψαλμ. 49, 16.).

Γιατί πράγματι οι ψυχές τών εμπαθών μοιάζουν μέ διάφορες πηγές, οί γαστρίμαργοι καί οινοπότες μέ πηγές βορβορώδεις, οι φιλάργυροι καί πλεονέκτες μέ πηγές γεμάτες βατράχους, οι δέ φθονεροί καί υπερήφανοι, πού έχουν όμως ικανότητες καί γνώσεις, μέ πηγές πού τρέφουν φίδια, όπου πάντα επιπλέει η γνώση, αλλά κανείς δέν πίνει από κεί ευχαρίστως γιά τήν πικρότητα της γεύσης.

Γι’ αυτό ο Δαβίδ παρακαλούσε ζητώντας τρία πράγματα, «χρηστότητα καί παιδείαν καί γνώσιν» (Ψαλμ. 118, 66.).

Γιατί χωρίς τη χρηστότητα η γνώση είναι άχρηστη, καί αν μέν διορθωθεί ο άνθρωπος, απομακρύνοντας την αιτία της εγκατάλειψης, δηλαδή τήν οίηση, καί έρθει σέ επίγνωση της κατάστασής του μέ τήν ταπεινοφροσύνη, μή επαιρόμενος απέναντι τών άλλων καί ευχαριστώντας τό Θεό, ξαναγυρίζει πάλι σ’ αυτόν η θεμελιωμένη γνώση.

Γιατί οι πνευματικοί λόγοι, όταν δέν συνοδεύονται από σεμνό καί σώφρονα βίο, μοιάζουν μέ στάχυα πού τά σαρώνει ό άνεμος, πού κρατούν μέν τό σχήμα, έχουν χάσει όμως τή ζωή τους.

Κάθε πτώση λοιπόν, είτε μέ τή γλώσσα είτε μέ τήν αίσθηση είτε μέ τήν πράξη, ή καί μέ όλο τό σώμα, γίνεται κατά εγκατάλειψη, ανάλογα μέ τήν υπερηφάνεια, επειδή ό Θεός λυπάται τούς εγκαταλειπομένους. Γιατί αν ο Κύριος μαζί μέ τήν ακολασία φανερώσει καί τήν ευφυΐα τους μέ τό χάρισμα τού λόγου, η υπερηφάνεια τούς κάνει δαίμονες, αφού κομπάζουν ενώ είναι ακάθαρτοι.

Όταν δείς κάποιον πού έχει κακή ζωή αλλά λόγια πειστικά, θυμήσου τό δαίμονα πού μιλούσε στό Χριστό από τήν Αγία Γραφή.

Από το βιβλίο: «Παλλαδίου, Λαυσαϊκή Ιστορία»,
Έκδοση Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα, Αγίου Όρους

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ