Ο θάνατος ως φαινόμενο
Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που απασχολούν τον άνθρωπο είναι ο θάνατος. Περισσότερο από την ύπαρξη της ζωής, από την γέννηση και από τα άλλα υπαρξιακά προβλήματα ο θάνατος προκαλεί το ενδιαφέρον του ανθρώπου, ίσως επειδή αναφέρεται στο μέλλον και όχι στο παρόν ή στο παρελθόν.
Είναι καθολικό φαινόμενο για όλη την φύση, αλλά μόνον τον άνθρωπο απασχολεί και όχι τα άλογα όντα. Επειδή, όπως λένε οι πατέρες, από την στιγμή που γεννιόμαστε είμαστε μελλοθάνατοι και ο θάνατος προκαλεί και φόβο, πιστεύω ότι είναι φρονιμότερο να τον μελετήσουμε, ώστε να τον κατανοήσουμε.
Ο πρώτος που συνειδητοποίησε τον θάνατο, είναι αυτόν που τον προκάλεσε, δηλαδή ο Κάιν, ο οποίος σκότωσε τον αδελφό του Άβελ. Ο πρώτος θάνατος ήταν δολοφονία και μάλιστα αδελφοκτονία.
1. Αντιλήψεις των άλλων θρησκειών και της φιλοσοφίας
Οι αντιλήψεις των ανατολικών θρησκειών αλλά και της φιλοσοφίας, επειδή στερούνται της αλήθειας της Θείας Αποκαλύψεως είναι τελείως παράλογες και υποβαθμίζουν τον ίδιο τον άνθρωπο από την θέση που έχει στο Θείο σχέδιο: Ο ινδουισμός και ο βουδισμός πιστεύουν ότι ο θάνατος μας βυθίζει στο μηδέν.
Οι Βαβυλώνιοι πίστευαν ότι οι νεκροί καταδικάζονται σε ακινησία. Αλλά και οι Αιγύπτιοι με τους μάταιους ογκώδεις τάφους και τις ασαφείς αντιλήψεις τους δεν μπορούν να δώσουν απαντήσεις στο πρόβλημα του θανάτου.
Επίσης ένα πλήθος φιλοσόφων αρχαίων Ελλήνων κυρίως, αλλά και ξένων διατύπωσαν θεωρίες για το φαινόμενο του θανάτου, πράγμα το οποίο δείχνει πόσο ο θάνατος απασχολεί την ανήσυχη ανθρώπινη ψυχή. Οι θεωρίες βέβαια αυτές μόνο μελαγχολία, αγωνία και αβεβαιότητα προσθέτουν στον άνθρωπο.
2. Ο θάνατος κατά την Θεία Αποκάλυψη
Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο άνθρωπος πλάστηκε διφυής, ψυχή και σώμα. Ο Αδάμ ζούσε στον Παράδεισο της τρυφής, χωρίς πόνο, λύπη, μέριμνες, σε μια ατέλειωτη μακαριότητα.
Απαθής, έχοντας προφητικό χάρισμα, συνομιλώντας με τον Θεό, γνήσιο τέκνο του Δημιουργού του, απολάμβανε την ξεχωριστή εκείνη χαρά που ετοίμασε γι’ αυτόν η αγάπη του Θεού.
Εννοείται ότι ο θάνατος ήταν άγνωστος στον άνθρωπο, αφού ο Αδάμ είχε εξουσία όμοια με αυτήν των αγγέλων και όπως γράφει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος «οι άγγελοι έτρεμον και τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ ουδέ αντιβλέψαι ετόλμων, αυτός (ενν. ο Αδάμ) ωσανεί φίλος προς φίλον διελέγετο με τον Θεόν».
Βέβαια η αθανασία της ψυχής δεν είναι ιδιότητά της, αλλά δωρεά της Χάριτος του Θεού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εάν ο άνθρωπος είχε γνώρισμα την αθανασία, θα έπρεπε να είναι άπτωτος.
Διότι, αν θα έπιπτε στην αμαρτία, το κακό θα διαρκούσε αιώνια, θα γινόταν κι αυτό αθάνατο. Αν πάλι δημιουργούσε τον άνθρωπο αθάνατο και άπτωτο, θα περιόριζε την ελευθερία του.
Δηλαδή η αθανασία δόθηκε ως δυνατότητα. Οι πρωτόπλαστοι κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας, γνωρίζοντας την εντολή «θανάτω αποθανείσθε» έγιναν η αιτία της εισόδου του θανάτου στον κόσμο.
3. Ψυχικός και σωματικός θάνατος
Είδαμε ότι ο ψυχικός θάνατος είναι η απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Θεό, διά της αμαρτίας-παρακοής. Ο δε ψυχικός θάνατος είναι η αιτία του σωματικού θανάτου, του αποχωρισμού της ψυχής από το σώμα.
Γενικά αιτία της εισόδου του θανάτου στον κόσμο είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Αλλά τι είναι ο θάνατος; Είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, κατά τον οποίο η ψυχή συνεχίζει να υπάρχει το δε σώμα διαλύεται και φθείρεται.
Έτσι, δεν πρέπει να μιλάμε για θάνατο, αλλά για κοίμηση. Έτσι όμως ο θάνατος αποτέλεσε για τον άνθρωπο αφορμή σωτηρίας, δρώντας ως φάρμακο για την εξάλειψη των παθών και του εγωισμού.
Κυρίως όμως αφορμή σωτηρίας υπήρξε ο εκούσιος θάνατος του Σωτήρος Χριστού. Ήταν καίριο πλήγμα κατά της αμαρτίας και του θανάτου διά του σταυρικού θανάτου και της καθόδου στον Άδη και φυσικά διά της Αναστάσεως του Χριστού.
4. Ο χρόνος του θανάτου
Είναι άγνωστη η ώρα του θανάτου μας. Μόνο ο Θεός γνωρίζει πότε θα πεθάνουμε και το καθορίζει φυσικά ο Ίδιος σύμφωνα με τις ψυχικές ανάγκες του καθενός. Δεν μάς αποκαλύπτει τον χρόνο πάλι χάριν του συμφέροντός μας.
Γι’ αυτό πρέπει να ζούμε την κάθε μέρα σαν να είναι η τελευταία, με άσκηση και αρετή, χωρίς να φοβόμαστε τον θάνατο, παρά να φοβόμαστε τον θάνατο της ψυχής. Δεν πρέπει να φοβόμαστε τον θάνατο, διότι έχουμε την ελπίδα της αναστάσεως και της σωτηρίας.
Πρέπει να σημειώσουμε τα λόγια του Αγίου Μακαρίου του Αιγυπτίου: «Ει δε θρηνείν, του διαβόλου δει θρηνείν. Εκείνος κοπτέσθω, εκείνος οδυρέσθω, ότι προς τα μείζονα οδεύομεν αγαθά».
Πάνω από όλα ο άνθρωπος πρέπει να ζήσει μία ζωή προσευχής, νηστείας με κύριο στόχο την κατάκτηση της αρετής σύμφωνα με την διδασκαλία τού Ευαγγελίου και να έχει ζωηρή την μνήμη του θανάτου.
5. Η στιγμή του θανάτου
Είναι αλήθεια ότι την ώρα του θανάτου η ψυχή εκτός από την αγωνία και τον φόβο που αισθάνεται βλέπει και νιώθει φαινόμενα που εμείς δεν τα βλέπουμε. Η μάχη μεταξύ αγγέλων και δαιμόνων για την ψυχή του ψυχοραγούντος αρχίζει από εκείνην την ώρα. Πράγματι ο τελωνισμός των ψυχών ακολουθεί τον θάνατο του χριστιανού.
Ο τελωνισμός γίνεται αντιληπτός από όσα αποκαλύπτουν συνήθως οι μελλοθάνατοι του επιθανάτιου ρόγχου. Στον τελωνισμό αναφέρεται η ευχή του Αποδείπνου στο σημείο «και εν τω καιρώ της εξόδου μου την αθλίαν μου ψυχήν περιέπουσα και τας σκοτεινάς όψεις των πονηρών δαιμόνων πόρρω αυτής απελαύνουσα».
6. Μετά θάνατον
Μετά τον θάνατο οι ψυχές καταλήγουν σ’ ένα τόπο με πνευματική έννοια και όχι υλική. Σ’ έναν νοητό τόπο θα λέγαμε. Εκεί περιμένουν να έρθει το πλήρωμα του χρόνου για την τελική κρίση.
Αυτή την κατάσταση οι πατέρες την ονομάζουν μέση κατάσταση, επειδή ακριβώς δεν είναι τίποτε άλλο παρά κατάσταση αναμονής. Βέβαια σ’ αυτήν την κατάσταση οι ψυχές, θα λέγαμε ότι, προγεύονται των αγαθών που θα απολαύσουν ή των τιμωριών που θα υποστούν, ανάλογα με τον βαθμό της μετάνοιας που έχουν δείξει όσο ζούσαν και σωματικώς.
Βέβαια οι ψυχές των ενάρετων της θριαμβεύουσας Εκκλησίας όπως λέγονται, προσεύχονται για μας που είμαστε ακόμη στρατευμένοι. Αυτό αποκαλύπτεται και στην Παλαιά Διαθήκη αλλά και από τους Πατέρες της Εκκλησίας.
Πρεσβεύουν κι αυτές στον Ένα Μεσίτη υπέρ ημών. Κατά αυτόν τον τρόπο πρέπει να δεόμεθα κι εμείς υπέρ των κεκοιμημένων. Γι’ αυτό και η Εκκλησία καθιέρωσε ειδικές ευχές γι’ αυτές τις ψυχές και ώρισε ημέρες ως μνημόσυνα υπέρ αυτών.
7. Τα μνημόσυνα
Έτσι έχουμε σύμφωνα με τους Πατέρες τα «τρίατα» (τριήμερα) εις ανάμνησιν της εις τριήμερον ανάστασιν του Κυρίου ή της Αγίας Τριάδος, «τα ένατα» εις ανάμνησιν των 9 ταγμάτων, τα «τεσσαρακοστά» διά την Ανάληψιν του Σωτήρος.
Τέλος ακολουθούν τα «τρίμηνα», τα «εξάμηνα», «εννεάμηνα» εις δόξαν του Τριαδικού Θεού, και τα «ετήσια». Επίσης, η Εκκλησία καθιέρωσε κοινά μνημόσυνα το Σάββατο προ της Απόκρεω και το Σάββατο προ της εορτής της Πεντηκοστής.
Τα μνημόσυνα ωφελούν πάρα πολύ τους κεκοιμημένους, οι οποίοι βρίσκουν μεγάλη παρηγοριά απ’ αυτά. Φυσικά όσοι πέθαναν σε κατάσταση μετανοίας ή με πόθο μετανοίας. Άλλωστε «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια».
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα μνημόσυνα σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν πρέπει να γίνονται. Πάντοτε πρέπει να γίνονται, όπως ακριβώς καθιερώθηκαν. Ανάλογα με τα μνημόσυνα είναι και οι ελεημοσύνες υπέρ των κεκοιμημένων.
8. Το σώμα μετά την ανάσταση
Σύμφωνα με τους θεοφόρους Πατέρες, το σώμα θα είναι όπως ήταν πριν την πτώση. Δηλαδή θα είναι όπως το σώμα που είχε ως άνθρωπος, αλλά με νέες ιδιότητες. Θα ενδυθεί την αφθαρσία και την αθανασία, λυτρωμένο από τις αδυναμίες του φθαρτού. Θα επέλθει η ανάσταση, για άλλους ζωής και για άλλους ανάσταση κρίσεως.
9. Κόλαση
Κριτής θα είναι ο Χριστός ο οποίος θα απαγγείλει το «δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός…». Το ερώτημα βέβαια είναι αν υπάρχει κόλαση. Πολλοί σήμερα δεν δέχονται αυτές τις απόψεις, ως προκαταλήψεις.
Αυτό συμφέρει τον εχθρό του ανθρώπου τον διάβολο. Η μεγαλύτερη ίσως πλάνη, όπως διατυπώνουν οι Πατέρες, είναι αυτή: να κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι δεν υπάρχει ο ίδιος, ούτε και η κόλαση. Έτσι ο πατέρας του ψεύδους δρα ανενόχλητος.
Η κόλαση φυσικά είναι αιώνια, πνευματική και ψυχική κατάσταση και όποια άλλη ερμηνεία υπάρχει δίδεται ανθρωποπαθώς, ώστε να μπορεί να καταλάβει και ο πιο απλός άνθρωπος περί τίνος πρόκειται.
Έτσι όπως δίδαξε ο ίδιος ο Κύριος: «απελεύσονται εις κόλασιν αιώνιον», «εις το πυρ το αιώνιον», «και το πυρ ου σβέννυται». Η κόλαση «όλεθρος», «θλίψις μεγάλη», «ζόφος σκότους» κλπ.
Πρέπει να δούμε λοιπόν τον θάνατο με το πρίσμα της διδασκαλίας του Κυρίου και των Πατέρων της Εκκλησίας, διότι όπως λέει ο ιερός Χρυσόστομος «Μη φοβόμεθα θάνατον, αλλά φοβόμεθα αμαρτίαν μόνον και δι’ εκείνην αλγώμεν», και ο Μέγας Βασίλειος «Πρόσταγμα Θεού εστί το μη λυπείσθαι επί τοις κεκοιμημένοις, τους εις Χριστόν πεπιστευκότας διά την ελπίδα της Αναστάσεως».
Έτσι, λοιπόν, θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε όλες αυτές τις πληροφορίες περί θανάτου που έκανε γνωστές ο Θεός στον άνθρωπο, κινούμενος από αγάπη προς το πλάσμα Του και αναλογιζόμενοι τον στόχο μας σ’ αυτήν την ζωή (ζητείτε πρώτον την βασιλεία του Θεού), να αγωνιστούμε κατά των παθών και των αμαρτιών, ώστε να κερδίσουμε την ετοιμασμένη βασιλεία των ουρανών, όχι με αγωνιώδη, αλλά με την ευλογημένη καλή ανησυχία.
***
Ο Δημήτριος Τσιρόγλου γεννήθηκε το 1964 στην Νεράιδα Κοζάνης και είναι κάτοικος Θεσσαλονίκης. Διδάχτηκε βυζαντινή αγιογραφία και ψηφιδογραφία από τον αγιογράφο Χρήστο Μπακόλα.
Εκπαιδεύτηκε στην συντήρηση παλαιών εικόνων στο εργαστήριο Γ. Ψαράκη. Εργάστηκε ως καθηγητής αγιογραφίας στο τμήμα αγιογραφίας σε δημόσιο Ι.Ε.Κ. του Ο.Α.Ε.Δ. Υπήρξε διευθυντής σύνταξης του περιοδικού «Επτάριθμοι» του Κυρίλλειου Πνευματικού κέντρου και γενικός γραμματέας του Σωματείου Υπαλλήλων Βιβλίου-Χάρτου Ν. Θεσσαλονίκης.
Συνέγραψε το «Λεξικό Αρχαϊστικών Φράσεων της νέας ελληνικής γλώσσας» (α’ έκδ.: Σαββάλας, γ’ έκδ. Κέδρος) την ιστορική μονογραφία «Ο Λευκός Πύργος» (α’ έκδ.: Σαββάλας) και μία ιστορική μονογραφία με ψευδώνυμο.
Συνέγραψε πλήθος άρθρων στο περιοδικό «Επτάριθμοι» και στην Ιστοσελίδα Επτάριθμοι. Υπήρξε βιβλιοκριτικός με τίτλο σελίδας βιβλιοεπισκόπηση και κριτικός ιστοσελίδων με τίτλο σελίδας διαδικτυακό περισκόπιο.
Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων Βορείου Ελλάδος, τακτικό μέλος τής Ένωσης Δημοσιογράφων Περιοδικού Ηλεκτρονικού Τύπου (Ε.ΔΗ.Π.Η.Τ.) Μακεδονίας-Θράκης και μέλος του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου (ΟΣΔΕΛ).
Το σύντομο αυτό άρθρο γράφτηκε αποκλειστικά για να πρωτοδημοσιευθεί στην ιστοσελίδα του Ιερού Ναού Αγίων Ταξιαρχών Ιστιαίας. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με τους εξής όρους:
1. Να αναφέρεται ως πηγή ο Ιερός Ναός Αγίων Ταξιαρχών Ιστιαίας
2. Να μην γίνει καμμία απολύτως αλλαγή στο κείμενο ούτε κατά μία κεραία, είτε πρόσθεση, είτε αφαίρεση.
Αναδημοσιευση από: https://www.entaksis.gr/