Ασκήτευε σε ένα ερημητήριο δίπλα στα Καυσοκαλύβια. Παρότι διένυε το 30ο έτος της ηλικίας του, ήταν εντελώς σπανός και άτρυχος ως παιδί και γι’ αυτό οι αδελφοί του ερημητηρίου δυσκολεύτηκαν να τον κρατήσουν εκεί αγένειο.

Η επιμονή του π. Ευστρατίου, έκαμψε το Γέροντα του Κελλιού, ο οποίος του είπε : «Αν θέλεις μείνε αδελφέ, και θα κάνουμε απόψε ολονύχτια αγρυπνία στην προστάτρια και κηδεμόνα μας Κυρία Θεοτόκο και αν αυτή η πανεύσπλαχνος σε θέλει στο σπίτι της, θα δείξει όπως αυτή γνωρίζει και θέλει το θαύμα της».

Έκαμαν την αγρυπνία και το πρωί ώ του θαύματος ! ανεφύησαν τρίχες στο πρόσωπο του Ευστράτιου, προς μεγάλη χαρά και έκπληξη όλων, και περισσότερου του ιδίου. Έτσι έγινε δεκτός στη συνοδεία, αφού ο Θεός και η Θεοτόκος επικύρωσαν τη πρόσληψή του.

Το θαυμασιώτερο ήταν ότι τα γένια του έφθασαν – συν τω χρόνω – ως τα πόδια του και ως εκ τούτου έτρεχαν πολλοί για να δουν το παράδοξο.

Όταν το 1864 ανεφύησαν διοικητικές έριδες μεταξύ των Ιερών Μονών στον Άθωνα, μετέβη στις Καρυές προς διευθέτηση του ζητήματος, ο τότε Γενικός Διοικητής της Θεσσαλονίκης Χουσνή Πασάς. Αυτός, επισκέφθηκε το Πρωτάτο και είδε τις περίφημες τοιχογραφίες του εκ Θεσσαλονίκης αγιογράφου Πανσέληνου.

Περιεργαζόμενος αυτές, είδε τις τοιχογραφίες των ολόσωμων οσίων Ονουφρίου του Αιγυπτίου και Πέτρου του Αθωνίτου, των οποίων τα γένια έφταναν ως τα πόδια. Το γεγονός αυτό του φάνηκε απίθανο, εξέφρασε τη δυσπιστία του και το χαρακτήρισε ως φυσικώς αδύνατο.

Οι αντιπρόσωποι της ιεράς Κοινότητας, του είπαν ότι αυτοί ήσαν όσιοι, και ότι ίσως να είναι αδύνατον φυσικώς η γενειάδα να φτάσει ως τα πόδια, αλλά στους χριστιανούς μοναχούς αυτό δεν είναι απίθανο.

Η συνεχιζόμενη δυσπιστία του Χουσνή πασά, τους οδήγησε να του αποκαλύψουν ότι υπήρχε μοναχός που είχε γενειάδα ως τα πόδια σαν αυτή των αγίων στις τοιχογραφίες και ότι αν ήθελε μπορούσε να τον γνωρίσει.

Μετά την εκδήλωση της επιθυμίας να τον δει, η ιερά Κοινότητα τον έφερε στις Καρυές, και όταν παρέστη ενώπιον του πασά ζήτησε και του έφεραν ένα μικρό σκαμνί, και αφού ανέβηκε επάνω, άφησε ελεύθερη τη γενειάδα του, η οποία έφθασε ως τη γη.

Προ του θεάματος αυτού ο Χουσνή πασάς, έμεινε κατάπληκτος, και στραφείς στους παρεστώτες πατέρες της Συνάξεως είπε : «αφεντέρσην εφεντιλέρ» = συγνώμη κύριοι. Κατόπιν, έβγαλε και έδωσε δώρο στον Γέροντα τρεις χρυσές λίρες.

ΠΗΓΗ : ΓΑΒΡΙΗΛ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ ΑΡΧΙΜ., ΛΑΥΣΑΪΚΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, Α΄ εκδ., ΕΝ ΒΟΛΩ 1953, σελ. 33 κ.ε.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ