Οι χριστιανοί, τα μέλη της Εκκλησίας που βαπτίζονται –φυσικά βαπτίζονται και γίνονται μέλη της Εκκλησίας, χωρίς το βάπτισμα δεν μπορούν– ζουν μια καινούρια ζωή, ζουν μια ζωή όπως προβλέπει η Αγία Γραφή, μια ζωή σχεδόν αναμάρτητη.

Μετά την ίδρυση της Εκκλησίας και την είσοδο σ’ αυτήν όλων εκείνων που μετανοούσαν και πίστευαν στον Χριστό, δημιουργείται μια τέτοια νέα κατάσταση, που κατά κάποιο τρόπο είναι αδιανόητο να αμαρτάνει κανείς στο εξής: «Οίδαμεν ότι πας ο γεγεννημένος εκ του Θεού ουχ αμαρτάνει, αλλ’ ο γεννηθείς εκ του Θεού τηρεί εαυτόν και ο πονηρός ουχ άπτεται αυτού» (Α’ Ιω. 5:18).

Όχι βέβαια ότι ο άνθρωπος γίνεται κατά φύσιν Θεός και είναι αναμάρτητος όπως ο Χριστός· δεν σημαίνει αυτό το πράγμα, αλλά όπως συμβαίνει με τους αγίους· δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι ένας άγιος αμαρτάνει.

Θα πείτε: Όλοι άγιοι είμαστε; Δεν είμαστε όλοι άγιοι, αλλά το θέλουμε να είμαστε; Το θέλουμε να είμαστε σ’ αυτόν τον δρόμο; Αυτό είναι το ζητούμενο. Μερικές φορές ακούει κανείς «ε, όχι και να είμαστε και άγιοι, δεν μπορούμε και να κάνουμε σαν τους αγίους· ας κάνουμε και καμιά αμαρτία».

Έτσι το θέτουμε. Αυτό είναι το πνεύμα. Αυτό πρέπει να το κτυπήσουμε. Αλλιώς, να ‘σαι ό,τι είσαι, χριστιανέ μου, αλλά μη ζεις μέσα σ’ αυτό το πνεύμα. Ό,τι θέλεις να ‘σαι. Όσο μπορείς, αλλά ή είσαι χριστιανός ή δεν είσαι. Θα κάνεις και συ τον αγώνα σου, αυτόν που μπορείς, όσο μπορείς.

Ο Θεός δεν θέλει από κανέναν να κάνει περισσότερο απ’ αυτό που μπορεί. Όσο μπορούμε. Ούτε θέλει ο Θεός να διαθέσουμε χρόνο που δεν μπορούμε.

Ας πούμε μια μάνα συνέχεια με τα παιδιά της κλπ., τι χρόνο να διαθέσει. Όμως όλα αυτά που θέλει δεν θέλει τα παθαίνει εκεί με τα παιδιά της, με τον άνδρα της, με το σπίτι της, με όποια βάσανα έχει και δυσκολίες, όλα αυτά να τα σηκώνει. «Να το δικό μου μαρτύριο –να πει.

Να το δικό μου ασκητήριο, να η δική μου ερημιά». Και τα κάνει με χαρά, όπως ακριβώς τα κάνει και κείνος εκεί στην έρημο.

Όχι, «ζωή είναι αυτή κι ως πότε αυτή η ζωή και δεν αντέχω άλλο και δεν μπορώ». Τι πράγματα είναι αυτά! Χριστιανοί είμαστε; Με συγχωρείτε, δεν είμαι άσπλαχνος, δεν είμαι άπονος, αλλά ε, εντάξει, τα είπαμε από την άλλη πλευρά, χρειάζεται όμως λίγο να τα πούμε και έτσι.

Διότι ο άνθρωπος, όταν λίγο τον συνταράξεις, τον ταρακουνήσεις, τον συγκλονίσεις, βρίσκει, λέει, τον εαυτό του, στέκεται στα πόδια του, από κει που νόμιζε πρώτα ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτε.

Όταν είναι πλαδαρός, όταν είναι χλιαρός, όταν τον κυριεύει το τι του αρέσει, τι τον ευχαριστεί… Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι μέσα μας έχουμε και ζωώδη κατάσταση και, έτσι κι αφεθούμε εκεί, πάει μας γκρέμισε κάτω.

«Πας ο γεγεννημένος εκ του Θεού αμαρτίαν ου ποιεί, ότι σπέρμα αυτού εν αυτώ μένει» (Α’ Ιω. 3:9). Είναι το σπέρμα του Θεού, είναι η Χάρις του Θεού μέσα στον άνθρωπο, και μπορεί δηλαδή να μην αμαρτάνει. «Και ου δύναται αμαρτάνειν –συνεχίζει– ότι εκ του Θεού γεγέννηται». Όχι ότι είναι αδύνατον να αμαρτάνει, αλλά μπορεί να μην αμαρτάνει.

Αυτό ακριβώς που βλέπουμε στους αγίους. Ναι, έρχονται οι πειρασμοί στους αγίους αλλά παλεύουν, αγωνίζονται και δεν παραδίδονται, δεν αφήνονται και ποτέ-ποτέ δεν λένε «δεν αντέχω άλλο, δεν μπορώ άλλο». Και θα ‘θελα τώρα μ’ αυτή την ευκαιρία –καίτοι κι άλλη φορά το είπα– σας παρακαλώ να μην ξανακούσω τέτοια κουβέντα. Είναι πέρα για πέρα διαβολική.

Αυτό το «δεν μπορώ» και «δεν αντέχω άλλο», αυτά είναι όλα της φιλαυτίας, είναι όλα του εγωισμού, της εγωλατρίας, είναι διότι πήραμε λάθος τα πράγματα.

Δεν αφεθήκαμε στο πνεύμα αυτό του Θεού, δεν δώσαμε τον εαυτό μας στο πνεύμα της θυσίας του Χριστού, του σταυρού του Χριστού, του πάθους του Χριστού, του πάθους των μαρτύρων, των αγίων, των οσίων όλων: Του πάθους της Εκκλησίας.

Διότι θέλουμε πανηγύρι τη ζωή. Αν θέλεις, θα βρεις και συ το πανηγύρι. Κανείς άλλος δεν βρίσκει πανηγύρι καλύτερο από τον χριστιανό, από τον μάρτυρα, από τον όσιο. Κανείς άλλος, όσο αυτός, ο άνθρωπος του Θεού.

Αλλά όμως περνάει μέσα από τον θάνατο. Πεθαίνουν δηλαδή όλα εκείνα τα οποία κάνουν τον άνθρωπο δυστυχή, και προσπαθεί τάχα να γλεντήσει, για να γλυκάνει λίγο τη ζωή του.

«Πας ο εν αυτώ μένων ουχ αμαρτάνει» (Α’ Ιω. 3:6). Αυτά τα λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης· και ο απόστολος Παύλος: «Ούτω και υμείς λογίζεσθε εαυτούς νεκρούς μεν είναι τη αμαρτία, ζώντας δε τω Θεώ εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών» (Ρωμ. 6:11). «Χριστού ουν παθόντος υπέρ ημών σαρκί και υμείς την αυτήν έννοιαν οπλίσασθε, ότι ο παθών εν σαρκί πέπαυται αμαρτίας» (Α’ Πετρ. 4:1). Αυτός, λέει, που έπαθε εν σαρκί.

Ο Χριστός έπαθε για μας, αλλά έπαθε για να παύσουν οι αμαρτίες σε μας. Και όταν συμμετέχεις στο πάθος του Χριστού, δεν συμμετέχεις απλώς πιστεύοντας ότι ο Χριστός έπαθε, όχι· και συ πεθαίνεις μαζί με τον Χριστό. Τότε παύει ο εαυτός σου να αμαρτάνει.

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου “Σταυροαναστάσιμα”, Β’ έκδοση, Πανόραμα Θεσσαλονίκης 2003, σελ. 28, 30.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ