– Γέροντα, πώς γίνεται, ενώ νιώθω τήν αδυναμία μου, νά δικαιολογούμαι;
– Δέν ένιωσες τήν αδυναμία σου, γι’ αυτό δικαιολογείσαι. Άν τήν είχες νιώσει, δέν θά
δικαιολογούσες τον εαυτό σου. Αγαπούμε τον εαυτό μας δέν θέλουμε νά δυσκολευτούμε
δέν αγαπούμε τον κόπο. Θέλουμε πολλές φορές χωρίς κόπο νά αποκτήσουμε περιουσία.
Τουλάχιστον νά αναγνωρίσουμε ότι, έτσι όπως αντιμετωπίζουμε τά πράγματα, δέν πάμε καλά πνευματικά καί νά ταπεινωθούμε. Άλλα ούτε κόπος ούτε αναγνώριση υπάρχει.
– Μπορεί κάποιος νά μελέτα, νά έξετάζη τον εαυτό του καί νά τον δικαιολογή;
– Όποιος μελετά σωστά τον εαυτό του δέν τον δικαιολογεί. Καί βλέπεις, είναι μερικοί
έξυπνοι, τετραπέρατοι, πού κάνουν τελικά τις μεγαλύτερες ανοησίες. Γιατί είναι καί το
βόλεμα. Πώς μέ βολεύει, πώς με εξυπηρετεί εμένα.
– Γέροντα, αυτός πού δικαιολογείται δεν βλέπει τις πτώσεις του στον αγώνα;
– Ο,τι και αν κάνη, τον ξεγελά ο διάβολος και τα δικαιολογεί όλα, το θέλημα, τό πείσμα,
τον εγωισμό, το ψέμα.
– Δεν θα τον βοηθούσε να καθρεφτίζη τόν εαυτό του στα Πατερικά βιβλία, και κυρίως στην
Αγία Γραφή;
– Γιά έναν πού σκέφτεται σωστά, πνευματικά, λύνονται όλα τα προβλήματα μέσα άπό
την Αγία Γραφή και τα Πατερικά βιβλία. Τά βλέπει μέσα εκεί ξεκάθαρα.
Έναν όμως πού δεν κάνει εργασία πνευματική και ή ψυχή του δέν είναι εξαγνισμένη, δεν τόν βοηθάει ούτε ή Αγία Γραφή, γιατί όλα τά ερμηνεύει ανάποδα.
Καλύτερα είναι νά λέη τόν λογισμό του στον πνευματικό του καί νά μήν έρμηνεύη μόνος του αυτά πού διαβάζει. Αν διάβαση λ.χ.
Παλαιά Διαθήκη, μπορεί νά έρμηνεύση πονηρά αυτά πού θά διάβαση και νά μολυνθή. Έχω προσέξει, μερικοί παίρνουν κάτι άπό τά πνευματικά πού διαβάζουν καί τό ερμηνεύουν όπως τους βολεύει.
Δέν είναι ότι δέν τους κόβει ή δέν καταλαβαίνουν αυτά πού διαβάζουν, τά ερμηνεύουν
όμως έτσι, γιά νά δικαιολογήσουν τόν εαυτό τους. Φοβερό πράγμα! Αλλά καί τά
πνευματικά πού ακούν, εχω καταλάβει, σπάνια τά πιάνουν σωστά. Λέω, ας υποθέσουμε,
ένα περιστατικό, γιά νά τονίσω κάτι.
Ένώ εγώ άλλο θέλω νά τονίσω, μερικοί ψάχνουν νά βρουν κάτι άπό όλο τό περιστατικό, γιά νά πιαστούν καί νά δικαιολογήσουν ένα κουσούρι, ένα σφάλμα τους, γιά νά αναπαύσουν δηλαδή τά πάθη τους.
Δέν σκέφτονται ότι αυτός, γιά τόν όποιο κάτι ανέφερα, δέν πρόσεξε καί κατέληξε εκεί πού κατέληξε, άλλα λένε: αφού υπάρχουν άνθρωποι σέ τόσο άσχημη κατάσταση, τότε εμείς είμαστε πολύ καλά, καί έτσι δικαιολογούν τόν εαυτό τους. Άπό δικαιολογίες ο διάβολος βρίσκει ένα σωρό.
Όποιος δικαιολογεί τον εαυτό του, ανάπαυση δέν βρίσκει. Δέν έχει παρηγοριά. Αυτόν
πού δικαιώνει τον εαυτό του, ό εαυτός του τον δικαιώνει; Ό εαυτός του, ή συνείδηση του,
δέν τον δικαιώνουν, και δέν έχει ανάπαυση. Αυτό δείχνει ότι φταίει.
Πώς τα έχει κανονίσει ό Θεός! Έδωσε στον άνθρωπο τήν συνείδηση, φοβερό! Μπορεί να επιτυχή κάποιος αυτό πού θέλει είτε μέ βάρβαρο τρόπο είτε μέ πονηριά είτε μέ κολακεία, αλλά ανάπαυση δέν θά βρή. Άπό αυτό μπορεί μόνος του νά διαπίστωση ότι δέν βαδίζει καλά.
Όταν κάποιος δέχεται τήν αδικία, είναι σάν νά παίρνη μιά πνευματική περιουσία και
χαίρεται. Ένώ, όταν δικαιώνη τον εαυτό του, είναι σάν νά ξοδεύη κάτι άπό τήν περιουσία
του και δέν νιώθει χαρά.
Θέλω νά πω, δέν έχει τήν πνευματική ανάπαυση πού θά είχε, αν δέν δικαίωνε τον εαυτό του. Πόσο μάλλον όταν δέν έχη δίκαιο και δικαιώνη τον εαυτό του!
Όργή Θεού μαζεύει, γιατί τότε είναι ένα αρπαγμα σπαταλάει μιά περιουσία πού του
δίνεται. Βρίσκει ανάπαυση αυτός πού σπαταλάει;
Μέ τήν δικαιολογία κανείς τυφλώνεται. Ακόμη και άνθρωπο νά σκοτώση, τον
δικαιολογεί ό διάβολος. Πώς τον ύπέμεινες τόσον καιρό; του λέει. Έπρεπε νά τον είχες σκοτώσει νωρίτερα.
Και μπορεί νά θέλη νά πάρη και μισθό άπό τον Χριστό γιά τά λίγα χρόνια πού ύπέμεινε! Κατάλαβες; Έκεί φθάνει!
– Αφού, Γέροντα, αυτός πού δικαιολογείται ταλαιπωρείται, γιατί δέχεται αυτό το
βάσανο της συνειδήσεως;
– Είναι ή συνήθεια. Γιά νά τήν κόψη, χρειάζεται θέληση. Και πρέπει νά μάθη όχι μόνο νά μή
δικαιολογήται, άλλα και νά τοποθετήται σωστά. Αν δέν δικαιολογηθη, αλλά μέσα του
πιστεύη ότι τον αδίκησαν, τότε είναι χειρότερα.
Γιατί, αν δικαιολογηθη, θά του πή καί ό άλλος κάτι και θά μπόρεση έτσι νά γνωρίση τόν εαυτό του και νά βγή από την πλάνη.
Αλλιώς, μπορεί νά μη μιλάη, αλλά μέσα του νά λέη: έχω δίκιο, όμως δεν μιλάω, γιατί έχω
ανωτερότητα, και νά παραμένη στην πλάνη.
Γέροντα, πώς γίνεται, ένώ νιώθω τήν αδυναμία μου, νά δικαιολογούμαι;