Κάποτε, ένας άρρωστος έχασε την υπομονή του και φώναζε προς τον Κύριο ζητώντας να τον απαλλάξει από τους φρικτούς πόνους. Του παρουσιάζεται τότε ένας Άγγελος και του λέει.
Ο Πανάγαθος Θεός άκουσε τη προσευχή σου και θα κάνει το αίτημά σου, με τον όρο όμως πως, αντί ένα χρόνο ζωής με βάσανα στην γη, με τα οποία κάθε άνθρωπος καθαρίζεται από την αμαρτία, θα..
δεχθείς να περάσεις τρεις ώρες στην κόλαση. Γι’ αυτό δοκίμασε, αν θέλεις, μόνο για τρεις ώρες και μετά, με τις προσευχές της Αγίας Εκκλησίας, θα σωθείς.
Ο άρρωστος σκέφθηκε: «ένας χρόνος βάσανα στη γη είναι πολύ μακρύς! Καλύτερα να κάνω υπομονή τρεις ώρες παρά ένα χρόνο». Συμφωνώ για τρεις ώρες στη κόλαση, είπε στον Άγγελο.
Ο Άγγελος τότε, πήρε απαλά στα χέρια του την ψυχή του, τον άφησε στη κόλαση και απομακρύνθηκε λέγοντας:
-Μετά τρεις ώρες θα επιστρέψω. Το παντοτινό σκοτάδι που κυριαρχούσε εκεί, οι φωνές των κολασμένων που έφταναν στ’ αυτιά του και η άγρια όψη τους, όλα αυτά προξενούσαν στον δυστυχισμένο φοβερό τρόμο και λύπη.
Μόνο τα φλογισμένα μάτια των δαιμόνων φαίνονταν μέσα στο σκοτάδι, έτοιμα να τον σπαράξουν. Άρχισε να τρέμει ο ταλαίπωρος και να φωνάζει, αλλά στις φωνές και τις κραυγές του απαντούσε μόνον η άβυσσος.
Του φαινόταν πως ολόκληροι αιώνες βάσανα είχαν περάσει, και από στιγμή σε στιγμή περίμενε να έλθει προς αυτόν ο Άγγελος, άλλα αυτό δεν γινόταν. Αλλά να, που η γλυκιά λάμψη του Αγγέλου φάνηκε στην άβυσσο. Με παραδεισένιο χαμόγελο στάθηκε πάνω από τον βασανισμένο και τον ρώτησε.
– Πώς είσαι, άνθρωπε;
-Δεν πίστευα πως και στους Αγγέλους μπορούσε να υπάρχει ψέμα! ψιθύρισε με σβησμένη φωνή ο βασανισμένος. Υποσχέθηκες να με πάρεις από εδώ μετά από τρεις ώρες, και από τότε, χρόνια, ολόκληροι αιώνες μου φαίνεται πως πέρασαν με αφόρητα βάσανα.
-Ευλογημένε, τί χρόνια, τί αιώνες; είπε έκπληκτος ο Άγγελος. Μόνο μία ώρα έχει περάσει από τότε που έφυγα, και πρέπει να μείνεις εδώ ακόμη δύο ώρες.
-Δύο ώρες; Δεν μπορώ να βαστάξω! Αν είναι θέλημα Κυρίου, σε ικετεύω, πάρε με από δω. Καλύτερα στην γη να υποφέρω χρόνια μέχρι την ήμερα της κρίσεως, μόνο βγάλε με από τη κόλαση!
-Καλά, απάντησε ο Άγγελος. Ο καλός Θεός σαν φιλόστοργος πατέρας θα σε ελεήσει.
Με αυτά τα λόγια ανοίγει τα μάτια του και βλέπει πως, όπως και πριν, βρισκόταν στο κρεβάτι της αρρώστιας.
Γέρων Χατζη-Γεώργης Αθωνίτης