Προχθές βρέθηκα μ’ έναν ιερομόναχο, έμπειρο κι ασπρισμένο. Πήγα κατά τις οκτώ το απόγευμα κι έφυγα στις δώδεκα μα αισθανόμουν σα να έκατσα μαζί του ελάχιστα. Οι άνθρωποι που ‘χουν ζήσει στα μοναστήρια προκαλούν μιαν απίστευτη οικειότητα. Έτυχε να πάω κάποτε στο μοναστήρι των Αγ. Σεργίου και Βάκχου στη λιβανέζικη έρημο.
Σ’ ένα άλλο ταξίδι στο μοναστήρι του Αγ. Ιωάννη του Θεριστή στη Κάτω Ιταλία. Κάποιες φορές στο Άγιο Όρος, στην Αγίου Παύλου και στη Νέα Σκήτη. Το συναίσθημα κοινό. Οι μοναχοί μοιάζουν μεταξύ τους. Δεν είναι ούτε το ρούχο, ούτε τα μούσια, ούτε τα μαλλιά.
Έχει να κάνει σε σχέση με τον τρόπο και το βλέμμα. Όταν σε τρώει το άγχος, το βλέμμα σου δείχνει τρομαγμένο. Ας κοιτάξουμε τα πρόσωπα των άλλων στη στάση του λεωφορείου… Οι μοναχοί δεν έχουν μέριμνα γιατί μαθαίνουν να εμπιστεύονται. Κι αυτό λάμπει στα πρόσωπά τους.
Η εμπιστοσύνη άλλωστε κρύβει μέσα της την πίστη.
Ξέρω έναν γέροντα που ζει με τους δυο υποτακτικούς του. Έχουνε ένα μποστάνι, κάτι λίγες ελιές που φροντίζουν και λίγες κότες για τ’ αυγά. Τρώνε όσο ευλογεί ο Θεός. “Τι έδωσε σήμερα το μποστάνι; Αυτό θα φάμε”. Κι είναι όλοι ευτυχισμένοι.
Ένας απ’ αυτούς μάλιστα -που στον κόσμο όταν ήταν έμενε στα Εξάρχεια κι ήτανε μπασίστας σ’ ένα συγκρότημα- κλείνει φέτος εικοσιπέντε χρόνια στο ράσο κι απ’ τη κουρά του μέχρι σήμερα δεν έχει αγγίξει πορτοφόλι. Ευλόγησε ο Θεός; Έχουμε. Δεν ευλόγησε; Δεν έχουμε.
Η απόλυτη ελευθερία του να μην εξαρτάσαι από κανέναν, να είσαι δηλαδή ελεύθερος στα πάντα.
Ακούς συχνά τους μοναχούς να μιλάνε για παλιότερους καλογήρους λες και μιλάνε για κάποιον άνθρωπο που ζει στο τώρα, μολονότι μπορεί να έχουν φύγει απ’ τη ζωή πριν από εκατό χρόνια.
Οι μοναχοί δεν έχουν αίσθηση του δικού μας χρόνου. Ο χρόνος της Εκκλησίας είναι ο Ενεστώτας. Τα πάντα γίνονται στο τώρα που μεταμορφώνεται σε πάντοτε κι αυτό με τη σειρά του εις τους αιώνας των αιώνων…
Πας στις Σκήτες του Αγ. Όρους και ο Άγιος του κάθε κελιού είναι σα να κατοικεί μαζί με τους πατέρες. Το να γιορτάζει, για παράδειγμα, ένα κελί είναι για όλη τη Σκήτη γιορτή. Ο Άγιος είναι παρών. Αν κάποιος δεν έχει βρεθεί σε μια τέτοια αγιορείτικη γιορτή, δύσκολα θα καταλάβει.
Ο Άγιος είναι εκεί απ’ το κρεμμυδόζουμο της κουζίνας ως τους στίχους του ψαλτηρίου κι απ’ το σκούπισμα της αυλής ως το Δύναμις της Λειτουργίας.
Είναι καλό να συναντάμε τέτοιους ανθρώπους. Όχι κατ’ ανάγκη για να πάμε να κλειστούμε στο μοναστήρι. Αλλά για να παίρνουμε δύναμη. Πας σ’ ένα τέτοιο άνθρωπο, κάθεσαι λίγο και το αισθάνεσαι οι μπαταρίες να φορτίζουν. Υπάρχουνε κι εδώ στην Αθήνα μα και λίγο πιο έξω άνθρωποι πολύ πνευματικοί, μπορούμε λοιπόν να ωφεληθούμε.