Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ἱεροθέου
Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἁπλῶς πάνω ἀπό κάθε θρησκεία, ἀλλά εἶναι τό Σῶμα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ καί µέσα σέ αὐτήν τήν ἀτμόσφαιρα τελοῦνται ὅλα τά ἅγια Μυστήρια, µέ ἀποκορύφωμα τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὅπου κοινωνοῦμε τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἐκκλησιαστική ζωή δέν εἶναι µιά συναισθηματική ζωή, δέν εἶναι κάποια ἤθη καί ἔθιμα, ἀλλά εἶναι ἐμπειρική καί ἀναστάσιμη ζωή. Μέσα στήν Ἐκκλησία ἀποβάλλουμε τήν ἀπελπισία καί τόν φόβο τοῦ θανάτου, τήν θλίψη καί τήν κατήφεια, τόν ἀτομισμό καί τήν φιλαυτία, καί γεµίζουµε ἀπό πίστη, ἀγάπη, ἐλπίδα καί ζωή.
Ἔπειτα, ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι φιλοσοφική, ἀλλά ἐμπειρική, σταυροναστάσιµη. Ἐνῶ ἡ φιλοσοφία ἱκανοποιεῖ τήν φαντασία καί τόν ἀνθρώπινο στοχασμό, ἡ θεολογία εἶναι ἐμπειρία τοῦ ζῶντος Θεοῦ καί γι’ αὐτό ἁγιάζει ὅλον τόν ἄνθρωπο.
Κάθε φιλόσοφος προσπαθεῖ νά ἑρμηνεύση τό γιατί ὑπάρχει ὁ κόσµος, ποῦ ὀφείλεται τό κακό πού ὑπάρχει σέ αὐτόν, γιατί νά κυριαρχῆ ὁ θάνατος µέσα στήν φύση καί τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, καί, ὅπως εἶναι φυσικό, δίνονται πολλές ἀπαντήσεις, ὅσοι εἶναι καί οἱ φιλόσοφοι καί φιλοσοφοῦντες.
Ὅμως, οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή ζοῦν µέσα στό ἀναστημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, διακατέχονται ἀπό τήν δύναμη τῆς ζωῆς καί τῆς ἀναστάσεως καί εἶναι γεμάτοι ἀπό ἐλπίδα, ζοῦν τό ὅτι ὁ Χριστός νίκησε τόν θάνατο καί µεταγγίζει αὐτήν τήν ἀναστάσιμη ζωή στούς φίλους Του.
Οἱ ἄνθρωποι πού κλείνονται στόν ἑαυτό τους διακατέχονται ἀπό τήν ἀπελπισία καί τόν φόβο τοῦ θανάτου.
Ὁ θάνατος δέν εἶναι µόνο ἕνα συνταρακτικό γεγονός πού ἔρχεται στό τέλος τῆς βιολογικῆς ζωῆς τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ἀλλά ὑφίσταται µέσα στήν ὕπαρξή µας ἀπό τήν πρώτη στιγµή τῆς συλλήψεώς µας µέ τά γονίδια τῆς γηράνσεως, δηλαδή τά γονίδια τῆς φθορᾶς, τῶν ἀσθενειῶν καί τοῦ θανάτου.
Ἀκόμη, πολλοί ἄνθρωποι αἰσθάνονται σάν νά βρίσκονται µέσα σέ ἕναν προσωπικό ἅδη, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ θλίψη, ὁ πόνος, τό σκοτάδι τῆς ἐρήμωσης, ἡ μοναξιά, ἡ ἀπόγνωση καί ἀπελπισία.
Ὅμως, ὅσοι πιστεύουν στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, καί ζοῦν ἐν Χριστῷ τήν ἀναστάσιμη ζωή µέσα στήν Ἐκκλησία πού εἶναι τό Σῶμα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ, ἀποδιώκουν τόν φόβο τοῦ θανάτου, ἀπομακρύνουν τήν θλίψη καί τήν ἀπελπισία καί εἶναι φωτεινοί ἄνθρωποι, δυνατοί ἀκόμη καί στίς δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς τους.
Αὐτό γίνεται, γιατί ἐπικαλοῦνται τόν Ἀναστάντα Χριστό καί Ἐκεῖνος ἔρχεται µέσα στόν προσωπικό τους ἅδη καί τούς γεμίζει μέ φῶς καί εἰρήνη.