Περί ἐξομολογήσεως – ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ
Στήν ἐξομολόγησι δέν πρέπει νά λέγης γιά ἐκεῖνα τ᾿ ἁμαρτήματα γιά τά ὁποῖα μετενόησες προηγουμένως καί τά ἐξωμολογήθηκες καί δέν τά ἐπανέλαβες πλέον.
Ἀλλιῶς αὐτό θά ἐσήμαινε ὅτι δέν ἔχεις ἐμπιστοσύνη στήν δύναμι τοῦ τελεσθέντος Μυστηρίου διά τῆς ἐξομολογήσεως. Δέν πρέπει νά μνημονεύης τό πρόσωπο μέ τό ὁποῖο ἤσουν τήν στιγμή διαπράξεως τῆς ἁμαρτίας, διότι πρέπει μόνο τόν ἑαυτό σου νά καταδικάζης.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες δέν ἐπιτρέπουν στούς χριστιανούς νά λέγουν τίς ἁμαρτίες τους μέ ὅλες τίς λεπτομέρειες, ἀλλά νά τίς ὁμολογοῦν γενικά, διότι ὑπάρχει κίνδυνος νά δοθῆ ἀφορμή νά σκανδαλισθῆ ἡ ψυχή σου, ἀκόμη καί τοῦ Πνευματικοῦ σου.
Ἦλθες νά ἐξομολογηθῆς κι ὅμως δέν μετανοεῖς γιά τήν ἁμαρτία σου, ἐπειδή δέν γνωρίζεις νά μετανοῆς, ὅπως πρέπει, δηλαδή νά ἐνθυμῆσαι τήν ἁμαρτία σου μέ ἀποστροφή καί περιφρόνησι.
Ἀράδιασες στήν ἐξομολόγησι ὅλες τίς λεπτομέρειες, ἐνῶ τά σπουδαιότερα τά ἀπέκρυψες. Δέν ἐξωμολογήθηκες τά βαρειά σου ἁμαρτήματα, δέν τά ἀνεγνώρισες καί δέν ἐσημείωσες ὅτι:
-Δέν ἀγαπᾶς τόν Θεό.
-ὅτι μισεῖς τόν πλησίον σου,
-ὅτι δέν πιστεύεις σ᾿ αὐτά πού λέγει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
-ὅτι εἶσαι γεμᾶτος ἀπό ὑπερηφάνεια καί κενοδοξία. Μ᾿ αὐτά τά τέσσερα ἁμαρτήματα ἐπιτρέπεις νά μπαίνουν μέσα σου ἡ κακία πού προκαλεῖ τήν πνευματική σου διαφθορά. Οὐσιαστικά εἶναι οἱ πρωταρχικές ρίζες ἀπό τίς ὁποῖες βλαστάνουν ὅλα τά βλαστάρια γιά τήν πτῶσι μας στίς ἁμαρτίες.
Ρίχνοντας μιά ματιά μέ πολλή προσοχή μέσα στήν ψυχή μου καί παρατηρῶντας τήν ἐσωτερική πορεία της διεπίστωσα ἐμπειρικά ὅτι δέν ἀγαπῶ τόν Θεό, δέν ἔχω ἀγάπη γιά τόν πλησίον, δέν πιστεύω σέ τίποτε ἀπ᾿ αὐτά πού γνωρίζω γιά τήν θρησκεία καί εἶμαι πλήρης ἀπό ὑπερηφάνεια καί φιλαυτία.
Ὅλα αὐτά ὑπάρχουν πράγματι σέ μένα, μετά ἀπό μία λεπτομερῆ ἐξέτασι πού ἔκανα ἐπάνω στά αἰσθήματά μου καί στά ἔργα μου.
Δέν ἀγαπῶ τόν Θεό, διότι δέν ἐκπληρώνω τίς ἐντολές Του.
Ὅταν ἀπουσιάζει ὁ πνευματικός μας διδάσκαλος καί Πατέρας, εἴθε νά ἔχουμε τήν μορφή του στόν νοῦ μας καί γιά κάθε τι τό ὁποῖον γνωρίζουμε ὅτι τό ἀηδιάζει, νά προσπαθοῦμε κι ἐμεῖς νά μή τό κάνουμε: εἴτε εἶναι λογισμοί, εἴτε λόγια, εἴτε ἔργα, εἴτε τροφές, εἴτε ὕπνος, εἴτε ὅ,τιδήποτε ἄλλο· ἀπ᾿ ὅλα αὐτά νά ἀπέχουμε.
Τότε γνωρίζουμε ἀληθινά ποιός εἶναι ὁ βαθμός τῆς ὑπακοῆς μας. Μόνο τά ἄμυαλα παιδιά χαίρονται ὅταν ἀπουσιάζει ὁ διδάσκαλός τους.
Αὐτός πού ἀποκαλύπτει στόν πατέρα του τά φίδια τῶν πειρασμῶν, αὐτός ἀποδεικνύει τήν ἀληθινή του πίστι, ἐνῶ αὐτός πού τά κρύβει, ἀκολουθεῖ τόν δρόμο τῆς ἀπωλείας του.
Μήν ἀργοπορῆς νά ὁμολογήσης τίς ἁμαρτίες σου μέ τρόπο ταπεινό, στόν Πνευματικό σου, σάν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Διότι Αὐτός εἶναι ὁ βοηθός σου. Διότι εἶδα ἁμαρτωλούς, οἱ ὁποῖοι μέ θλιβερή ὄψι, μέ ἐξομολόγησι ταπεινή καί μέ προσευχή ἐγλύκαναν τήν αὐστηρότητα τοῦ κριτοῦ καί ἡ ὀργή του μετεστράφη σέ εὐσπλαγχνία.
Γι᾿ αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής πρῶτα ζητοῦσε τήν ἐξαγόρευσι καί κατόπιν ἔκαναν τό βάπτισμα αὐτοί πού ἤρχοντο, τό ὁποῖον δέν ἦτο γιά τήν σωτηρία τους, ἀλλά γιά τήν μετάνοιά τους.
Από το βιβλίο: «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ» – ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ (1910-1989) – ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ-ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Μ.Δ.Γ
2003