Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση

Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ὀνειρεύονται τὴν εὐτυχία καὶ ἀγωνίζονται νὰ τὴν πετύχουν ,χωρὶς νὰ κατανοοῦν ὅτι ἡ εὐτυχία δὲν εἶναι κάτι τὸ σταθερὸ καὶ ἀμετάβλητο. Συνήθως τὴν περιορίζουν στὴν ἀπόλαυση ἄφθονων ὑλικῶν ἀγαθῶν, στὴν ἱκανοποίηση τῶν παθῶν τους καὶ τὴν ἀνέμελη καλοπέραση τόσο τῶν ἴδιων ὅσο καὶ τῶν οἰκείων τους.

Ἂς δοῦμε κάπως λεπτομερειακὰ ἐκείνους ποὺ ζοῦν τὴν κοσμικὴ αὐτὴ εὐτυχία. Ἔχουν ἀρχοντόσπιτα καὶ λαμπερὰ αὐτοκίνητα. Στὴ δούλεψή τους ἔχουν πολλοὺς ὑπηρέτες, τοὺς ὁποίους συχνὰ ἐκβιάζουν καὶ ἀπειλοῦν, ὅταν δὲν πειθαρχοῦν στὰ σχέδιά τους καὶ τὶς ἐπιθυμίες τους.

Ἡ διάκρισή τους στὴν κοινωνία εἶναι ἐξασφαλισμένη καὶ παρακινοῦν πλαγίως ἀνθρώπους νὰ τοὺς προβάλλουν καὶ νὰ τοὺς ἐπαινοῦν. Οἱ δουλειὲς τους πᾶνε καλά. Ἐπιδιώκουν ὅμως ἀγωνιωδῶς τὸ καλύτερο. Ταξιδεύουν ἀδιάκοπα καὶ ἀρέσκονται νὰ διηγοῦνται τὶς ἐμπειρίες τους.

Τί εἶδαν, τί ἄκουσαν, τί ἀπόλαυσαν. Καυχῶνται, γιατί γύρισαν σχεδὸν ὅλον τὸν κόσμο. Διοργανώνουν μικρὲς καὶ μεγάλες ἐκδηλώσεις πρὸς τιμήν τους. Κάνουν καὶ μερικὲς φιλανθρωπικὲς προσφορές, γιὰ νὰ γίνεται θόρυβος γύρω ἀπὸ τὸ ὄνομά τους.

Μέσα σὲ αὐτὴ τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς κοσμικῆς εὐτυχίας δὲν ἔχει θέση ὁ Θεός, ἀφοῦ οἱ «εὐτυχισμένοι» θεωροῦν τοὺς ἑαυτοὺς τους θεούς, δηλαδὴ μποροῦν νὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν.

Ὅμως τὰ σύννεφα κανένας δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἐμποδίσει νὰ ἐμφανισθοῦν. Συχνὰ ἔρχονται μικροαδιαθεσίες, μόνιμες εἶναι οἱ ἀγωνίες γιὰ τὴν πορεία τῶν οἰκονομικῶν τους, κάποιο ἀτύχημα τοὺς πληγώνει, ματαιώνονται κάποιες ἐπιθυμίες τους λόγῳ ἀνωτέρας βίας, τοὺς στενοχωροῦν οἱ δυστροπίες κάποιων μελῶν τῆς οἰκογένειάς τους, ἀνησυχοῦν γιὰ κάποια ἀσθένεια.

Τοὺς ἀνησυχεῖ ἡ δυστυχία κάποιου πλουσίου, ποὺ παίρνει ναρκωτικὰ καὶ προγεύεται τὸ θάνατο καὶ πολλὰ ἄλλα δυσάρεστα ποὺ προκαλοῦν ἀγωνία καὶ δημιουργοῦν φόβους, διαλύοντας τὴν ψευδαίσθηση τῆς εὐτυχίας τους.

Τώρα μιλᾶμε πιὰ γιὰ δυστυχία, τὴν ὁποία συνεχῶς προσ­παθοῦσαν νὰ ἀποφύγουν, σβήνοντας ἀπὸ τὴ μνήμη τους τὴν ἐνδεχόμενη παρουσία της στὴ ζωή τους.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὑπάρχουν οἱ ἄνθρωποι ποὺ δὲν εἶναι «εὐτυχεῖς» σάν τοὺς προαναφερθέντες. Εἶναι ἁπλοί, ἐργάζονται γιὰ νὰ ζήσουν, δὲν ἐξασφαλίζουν πάντα τὰ πρὸς τὸ ζῆν ὑλικὰ ἀγαθά, δὲν ἔχουν μεγάλα ὄνειρα, δὲν εἶναι ἀκόρεστοι στὰ πάθη καὶ στὶς ἀπολαύσεις.

Οἱ ἀγωνίες τους γιὰ τὴν καθημερινότητα εἶναι πολλές, ὄχι ὅμως στὴν ἔνταση ποὺ νὰ τοὺς ὁδηγοῦν στὴν ταραχὴ καὶ τὴν κατάθλιψη. Δὲν ἀγανακτοῦν γιὰ ἐπουσιώδη θέματα καὶ ἀντιμετωπίζουν τοὺς φόβους μὲ ὑπομονή.

Δὲν εἶναι ἀργόσχολοι καὶ οἱ σκέψεις τους στρέφονται στὰ βιοτικὰ ποὺ τοὺς λείπουν καὶ ὁ μόχθος τῆς κάθε μέρας δὲν τοὺς ἀφήνει ἐλεύθερο χρόνο γιὰ ἀπολαύσεις καὶ κοσμικὲς συναντήσεις, ὅπου προβάλλονται οἱ «εὐτυχεῖς» καὶ περιφρονοῦνται οἱ δυστυχεῖς. Συχνὰ ἀναφέρονται καὶ στὸ Θεό, παρόλο ποὺ τοὺς λείπει ἡ πνευματικὴ καλλιέργεια.

Ἀκοῦν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ ἀντιδροῦν μὲ πάθος καὶ ἀναγνωρίζουν τὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελεῖ ἡ Ἐκκλησία. Δὲν ἔχουν ἐπίσης μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό τους καὶ δὲν ἐπιδιώκουν τὴν προβολὴ καὶ τὶς τιμές. Ἀπεχθάνονται τὴν ὑποκρισία καὶ τὴν ψευδολογία. Εἶναι εἰλικρινεῖς καὶ ἀληθινοὶ στὴ συμπεριφορά τους.

Τελικὰ ἡ αὐτάρκεια νικάει τὴν ἀφθονία, ἢ μὲ ἄλλα λόγια, ἡ εὐτυχία εἶναι κατώτερη ἀπὸ τὴ δυστυχία. Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ πολλοὶ τὴ θεωροῦν παράλογη καὶ ἀκατανόητη.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ θαυματουργός τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας συνοψίζει τὸ συμπέρασμα ὡς ἑξῆς: «Ἡ εὐτυχία κανένα δὲν ὠφελεῖ καὶ ἡ δυστυχία κανέναν δὲν βλάπτει, παρὰ μόνο ἐκείνους ποὺ κυνηγοῦν τὴν πρώτη καὶ φοβοῦνται τὴ δεύτερη».

Ορθόδοξος Τύπος

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ