Ἕνας ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Ἰωάννη τὸν προφήτη:
– Γιὰ ὅλους τοὺς λογισμούς, ποὺ ξεφυτρώνουν στὴν καρδιά μου, πρέπει νὰ ρωτάω τοὺς γέροντες;
– Δὲν εἶναι ἀνάγκη, ἀπάντησε ὁ γέροντας, νὰ ρωτάει κανεὶς γιὰ ὅλους τοὺς λογισμοὺς ποὺ περνοῦν ἀπὸ τὴν καρδιά, γιατὶ φεύγουν καὶ χάνονται. Νὰ ρωτάει μόνο γι᾿ αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς ποὺ ἐπιμένουν καὶ πολεμοῦν.
Συμβαίνει, θὰ λέγαμε, μὲ τοὺς λογισμοὺς ὅ,τι καὶ μὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ βρίζεται ἀπὸ πολλούς, ἀλλ᾿ ἀγνοεῖ καὶ προσπερνάει τὶς ὕβρεις.
Τότε δὲν κάνει καμιὰ ἐνέργεια. Ἂν ὅμως κάποιος (ἀπὸ τοὺς ὑβριστές του) στραφεῖ ἐναντίον του καὶ τὸν πολεμήσει, τότε τὸν καταγγέλλει στὶς ἀρχές. Ἔρχεται δηλαδὴ στὸν ἄρχοντα καὶ ὑποβάλλει μήνυση ἐναντίον ἐκείνου ποὺ τὸν πολέμησε.
Ἔτσι γίνεται καὶ μὲ τοὺς λογισμούς:
Πρέπει νὰ κάνουμε στοὺς γέροντες ἐξαγόρευση ἐκείνων μονάχα ποὺ μᾶς πολεμοῦν ἢ μένουν μέσα μας πολὺν καιρό.
Αββάς Βαρσανούφιος