Δύο ερημίτες που αγωνίζονταν μαζί, διάβαζαν μαζί και την καθημερινή τους ακολουθία. Ο ένας είχε πολλή κατάνυξη! Από τα δάκρυα που έχυνε, άφηνε συχνά το διάβασμα στη μέση.
-Μα τί σκέπτεσαι και κλαις με τόσο πόνο, όταν προσεύχεσαι; τον ρωτούσε ο άλλος με απορία.
-Νομίζω, αδελφέ μου, πως την ώρα αυτή παραστέκομαι στο βήμα του Χριστού για να δικαστώ. Και μη βρίσκοντας τί ν’ απολογηθώ για τις πολλές μου αμαρτίες, φράζει το στόμα μου από φόβο και χάνω τη συνέχεια του στίχου που διαβάζω.
Αλλά εάν σ’ ενοχλώ μ’ αυτό, ας διαβάζη ο καθένας μας ξεχωριστά την ακολουθία.
-Όχι, αδελφέ μου, διαμαρτυρήθηκε ο άλλος, δεν μ’ ενοχλείς. Αντίθετα μάλιστα, με ωφελείς πολύ. Γιατί, εγώ που δεν έχω το χάρισμα της κατανύξεως και των δακρύων, βλέποντας εσένα συγκινούμαι και θλίβομαι για τη σκληρότητα μου.
Γεροντικόν
Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄,σελ.157