«Τά τέσσερα τέκνα μου μέ τούς συζύγους τους καί τά δεκαεννιά ἐγγόνια μου, μέ ρωτοῦν:
-Παπποῦ, δέν θά πᾶμε στό κοιμητήριο νά βάλουμε λίγα λουλούδια στή γιαγιά;
Ἡ πρεσβυτέρα μου ἔφυγε ἀπό τροχαῖο ὅταν τά παιδιά ἦταν ἑνός, τριῶν, πέντε καί ἕξι ἐτῶν.
Πηγαίναμε σχεδόν καθημερινά στό κοιμητήριο καί τά ὀρφανά μεγάλωσαν, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος ὄχι μέ ψέμματα ἀλλά μέ τή στέρεη προοπτική τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Ἀπό τότε μέχρι σήμερα ἔχω τελέσει ὡς ἱερωμένος στό κοιμητήριο τοῦ Ἀμαρουσίου πάνω ἀπό δέκα χιλιάδες κηδεῖες (…). Πάνω σέ κάθε τάφο δεσπόζει τό ἔνδοξο σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί τά ἱερά καντηλάκια (…).
Τά κοιμητήριά μας εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ οὐρανοῦ πάνω στή γῆ. Τά χριστιανικά κοιμητήρια ἐμπνέουν μυστικά καί ἀθόρυβα νέκρωση τῶν παθῶν καί τήν βεβαία Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί τήν ἐν Χριστῷ μαζί τους συνάντηση».
π. Σαράντης Σαράντος