Ὁ ἀββᾶς Μακάριος ἔλεγε, πὼς ὅταν ἦταν νέος, ἐπειδὴ κάποτε ἔπεσε σὲ ἀκηδία, βγῆκε ἔξω ἀπὸ τὸ κελλί του, στὴν ἔρημο, μὲ τὸν ἑξῆς λογισμό:
«Ὅποιον κι ἂν συναντήσεις, ρώτησέ τον κάτι ποὺ θὰ σὲ ὠφελήσει.
Βρῆκε λοιπὸν ἕνα παιδὶ ποὺ ἔβοσκε βόδια, καὶ τοῦ λέει:
– Παιδί μου, πεινάω. Τί νὰ κάνω;
– Ἔ, νὰ φᾶς! ἀποκρίθηκε ἐκεῖνο.
– Ἔφαγα καὶ πάλι πεινάω, εἶπε ὁ ἀββᾶς.
– Νὰ ξαναφᾶς, τοῦ λέει τὸ παιδί.
– Πολλὲς φορὲς ἔφαγα, καὶ ὅμως πεινάω πάλι.
Τότε τὸ παιδὶ τὸν ρωτάει (μὲ ἁπλότητα):
– Μήπως εἶσαι γάϊδαρος, γέροντα, καὶ γι᾿ αὐτὸ θέλεις ὅλο νὰ τρῷς;
Ὠφελημένος (ἀπ᾿ αὐτὸ ὁ ἀββᾶς), σηκώθηκε κι ἔφυγε.
Γεροντικό