Τον είδα πρωί να κόβει γιασεμάκια από το αναρριχώμενο στα κάγκελα του Δημοτικού κήπου.”Στη γυναίκα σου τα πας”, τον ρώτησα φευγαλέα περνώντας.
Γύρισε και με κοίταξε με βλέμμα ήρεμο,σαν να μην του έκανε εντύπωση η ερώτηση από έναν άγνωστο.
“Ναι”, μου απάντησε και αμέσως σταμάτησα.
Μάλλον δεν περίμενα να ακούσω ναι.
Άρχισα τις ερωτήσεις κι εκείνος αποκρινότανε ήρεμα,με μια γεροντική μικρή αδυναμία άρθρωσης του λόγου και δίχως να νοιάζεται ποιος είμαι και γιατί τον ρωτάω τέτοια πράγματα.
“Πώς τη λένε τη γυναικα σου;”
“Κατίνα”, μου λέει.
“Εσένα;”
“Διονύση”.
“Πόσα χρόνια είσαστε παντρεμένοι;”
“Το ’54 παντρευτήκαμε”.
“Έρωτας ήτανε;”
Χαμογέλασε ζωηρά και είπε ναι.
“Πώς έγινε, θες να μου πεις;”
“Α, είναι ιστορία”, μου λέει και άρχισε αμέσως να αναθυμάται.
“Εγώ έμενα στην Καπέλλα και εκείνη στη Ραμνη.
Ήτανε 6 χρόνων όταν την πρωτοείδα. Εγώ ήμουνα πιο μεγάλος.
-Όταν μεγαλώσαμε λίγο ακόμα, πήγα μια μέρα και της είπα Κατίνα θέλεις να πιάσομε σχέσεις;Άμα μου πεις όχι, δε θα ξαναπεράσω από τη γειτονιά σου.
-Γιατί, με ρώτησε εκείνη.
-Για να μη σε βλέπω, της είπα.
Δεν μου απάντησε αμέσως και έκανα δύο μέρες να πάω από τη γειτονιά της.
Μετά ήρθανε στο σπίτι μας με τους γονείς της διότι είχαμε και σχέσεις οικογενειακές, και μου λέει,
-Το πες και το καμες, δεν ξαναφάνηκες.
-Λέω ναι, ούτε θα ξαναφανώ.
-Λέει εντάξει, θέλω να πιάσομε σχέσεις.
Και έτσι παντρευτήκαμε”.
“Πόσο χρονών είσαι τώρα”, τον ρώτησα
-“95”, μου απάντησε.
“Τι λες, γερός να ‘σαι. Και ακόμα της πηγαίνεις λουλούδια;
-Εκείνη πόσο χρονών είναι;”
-“Εκείνη πέθανε”, απάντησε ήσυχα και βουρκώσανε τα μάτια του.”Δυόμισι χρόνια είναι που πέθανε”.
Ήρθαν τα λόγια του και πλάκωσαν αμέσως την ψυχή μου, η καρδιά μου πετάρισε, τα μάτια μου πρέπει να ορθανοίξανε.
“Στο μνήμα της πας τα λουλούδια;”
“Ναι”, μου απάντησε.
Τον χάιδεψα στον ώμο,
“γερός να ‘σαι, σ’ ευχαριστώ μαστρο Διονύση”,του είπα με έναν βαθύ στεναγμό και έκανα να φύγω μέσα στο σύννεφο των συναισθημάτων και των λογισμών
που μου πρόσφερε.
Έτεινε το χέρι του με τα γιασεμάκια, “θες λίγα λουλουδάκια”, με ρώτησε.
“Όχι, όχι του είπα, άντε να τα πας σ’ εκείνη, ευχαριστώ”.
Yianis Makridakis/πηγή
***Κράτησα την φωτό του πρωτότυπου,
θεωρώντας ότι απεικονίζει τον “μαστρο Διονύση”.
Να “πιάνετε σχέσεις”, φίλοι μου και δεν θα χάσετε.
Κάπου εκεί στο sharing, κρύβεται και η ζωή.